❱❱ Ατάκες «φωτιά» για τους Εφιάλτες στην TV και τη Βουλή • Οι νύχτες στο Άγιον Όρος και το ύπουλο σχέδιο των Γερμανών
❱❱ Σοφία Φιλιππίδου: «Ο Λάκης ειναι ο γνήσιος Οδυσσέας της ζωής»Από τη
ΜΑΡΙΑ ΑΝΔΡΕΟΥ
Φωτογράφος: Βαγγέλης Μασιάς / Makeup artist: Κερασία Κούη
Ο Λάκης Λαζόπουλος και η Σοφία Φιλιππίδου, αψηφώντας το κρύο και τον αέρα, ανέβηκαν σε ένα παραδοσιακό ξύλινο ιστιοφόρο κατασκευασμένο το 1960, κατέβασαν τα πανιά από τα κατάρτια, κάθισαν στη λαγουδέρα και σάλπαραν από το Λαύριο για χάρη της «Espresso»!
Ανήμερα των Θεοφανίων το Νο1 θεατρικό ζευγάρι της χρονιάς -η παράστασή του «Α-πε-λπι-σί-το» είναι sold out όπου κι αν παίζεται- μας «φώτισε» με τα λεγόμενά του για την Ιθάκη που όλοι προσμένουμε τη νέα χρονιά και ξόρκισαν… Σειρήνες αλλά και Εφιάλτες, ενώ ο Λάκης αποκάλυψε πρώτη φορά ότι πριν από χρόνια παραλίγο να πνιγεί σε φουρτούνα και σώθηκε από θαύμα! Για το τέλος -ας μας συγχωρήσει η Σοφία- κρατάμε μια εικόνα του Λάκη που δεν αποτυπώθηκε στη φωτογραφία: να περπατά μόνος στην προκυμαία με τους γλάρους από πάνω του, να γυρίζει και να μας χαιρετάει από μακριά, βγάζοντας τον σκούφο του, έτοιμος για νέα ταξίδια!
Κυρία Φιλιππίδου, θα είναι καλοτάξιδο το 2018; Θα έχει μπουνάτσα;
Είμαι αισιόδοξη καπετάνισσα στη ζωή μου! Δεν ξεκινάω ένα ταξίδι με τη σκέψη ότι δεν θα τα καταφέρω. Μια και είμαστε μέσα στο τρεχαντήρι, ξέρω ότι υπάρχουν αρκετές αλληγορίες, όπως… το καράβι μπατάρισε, βουλιάζει, και όλες αυτές είναι συνδεδεμένες με την κατάσταση της χώρας. Αλλά εγώ πιστεύω ότι με το νέο έτος -και όλοι μαζί- θα έχουμε καλές θάλασσες!
Κύριε Λαζόπουλε, είναι σωσίβιο το γέλιο; Με το γέλιο μπορούν να πάνε όλα πρίμα και να έχουμε αέρα στα πανιά μας;
Το γέλιο είναι πάντα ένα σωσίβιο! Ειδικά σε εποχές κρίσης σε κρατά στην επιφάνεια πριν βυθιστείς. Αλλά είναι και πρώτη φορά που η Ελλάδα ταξιδεύει με ένα καράβι αντίθετα από την Ιθάκη. Ολοι ξέρουμε ότι η Ιθάκη είναι προορισμός. Αλλά αυτή τη στιγμή ούτε το χρέος της Ελλάδας είναι προορισμός ούτε η υποταγή στους ξένους είναι προορισμός ούτε η δουλοπρέπεια που έχει αναπτυχθεί είναι προορισμός. Επίσης, ούτε η ακροδεξιά λογική που υπάρχει στην τηλεόραση είναι προορισμός. Εφτασε ο Αδωνις Γεωργιάδης να είναι… πρώτο τραπέζι πίστα. Το ότι υπάρχουν πολιτικοί που ασπάζονται τη σκέψη της χούντας, αυτό είναι κατάντια για τη δημοκρατία. Η Ελλάδα δεν πηγαίνει προς την Ιθάκη. Εχουν αλλάξει τον προορισμό του ταξιδιού.
Δηλαδή, έπεσε η βάρκα στα βράχια;
Από τότε που το καράβι το πήρε ο Γιώργος Παπανδρέου, το καραβοτσάκισε. Τώρα προσπαθούμε να το ξεκολλήσουμε. Το ξεκολλήσαμε, αλλά δεν έχουμε πυξίδα προς την Ιθάκη. Αν η Ελλάδα ήταν να περάσει ένα μακρύ ταξίδι και δύσκολο για το καλό της, τότε όλοι θα κάναμε κουπί. Αλλά αυτό το ταξίδι είναι άσκοπο, επειδή το θέλησαν οι ξένοι. Ολοι οι Ελληνες έχουμε περάσει ένα μαρτυρικό ταξίδι άνευ λόγου και αιτίας.
Τα τελευταία χρόνια η σάτιρα στην τηλεόραση έχει αναμετρηθεί με πολλά… μποφόρ! Μεγάλα τα κύματα… Σαν να μη θέλουν τα κανάλια ζωντανή σατιρική εκπομπή, για να κοιμούνται ήσυχες η κυβέρνηση και η αντιπολίτευση. Ειδικά εσείς έχετε δεχτεί πόλεμο. Ο καλός ο καπετάνιος, όμως, στη φουρτούνα φαίνεται;
Λ. Λ.: Ο κόσμος σε λίγο θα συνειδητοποιήσει ότι η απομάκρυνση των σατιρικών εκπομπών από την τηλεόραση είναι ένα σχέδιο. Από τη στιγμή που οι Γερμανοί αποφάσισαν τι θα γίνει στη χώρα μας, το πρώτο που ζήτησαν είναι να σωπάσουν όλες οι φωνές που είναι αντίθετες στην τηλεόραση, να μην αναπνέει τίποτα! Σιγά σιγά θα σιωπήσουν όλοι. Θα υπάρχουν εκπομπές στην τηλεόραση με παρουσιαστές που θα έχουν ακουστικά στα αυτιά και θα παίρνουν εντολές από τα αφεντικά τους. Θα έχουμε πλέον στην τηλεόραση μόνο «ελεγχόμενους αυτάκηδες». Ακριβώς σαν τα έργα τρόμου. Οποιος θα μιλά ελεύθερα στην τηλεόραση θα απομακρύνεται.
Οποιο ιδιωτικό κανάλι, λοιπόν, καταφέρει και σπάσει πρώτο αυτήν τη συμφωνία θα κερδίσει την καρδιά του κόσμου και την τηλεθέαση. Στη χούντα έπαιζαν προγράμματα με θέαμα της… αποκοιμήσεως! Πλέον οι τηλεθεατές βλέπουν τηλεόραση σαν τους ασθενείς που είναι στο νοσοκομείο με τον ορό στο χέρι: με απάθεια. Οταν όμως ανακτήσει τις δυνάμεις του ο ασθενής, θα αναζητήσει τον λόγο για να ταξιδέψει ξανά.
Στην επιθεώρηση στην οποία πρωταγωνιστείτε φέτος, στο «Α-πε-λπι-σί-το», ταξιδεύει ο λόγος;
Σ. Φ.: Ναι! Υπάρχει η πολύ καλή γραφή, η ιδιοφυής έμπνευση του Λάκη. Ο Λάκης είναι η καλύτερη πένα της Ελλάδας! Το «Α-πε-λπι-σί-το» είναι ένα πανηγύρι χαράς. Απευθύνεται σε όλες τις ηλικίες και σε όλες τις κοινωνικές τάξεις. Πραγματικά, γίναμε ένας ωραίος θίασος. Ενωθήκαμε εγώ με τον Λάκη τόσο σκηνικά όσο και στη ζωή μας. Γίναμε καλοί φίλοι. Και όλο αυτό έγινε ακόμη πιο δυνατό με τη συμμετοχή νέων ηθοποιών.
Καταλάβαμε όλοι μας στον θίασο, τόσο στην Αθήνα όσο και από αυτή τη μεγάλη περιοδεία μας στην επαρχία, η οποία και θα συνεχιστεί, ότι το κοινό λαχταρά να δει επιθεώρηση και να γελάσει με την ψυχή του. Και αυτό είναι μια θεατρική αποστολή! Ο λαός μας νιώθω ότι είναι ένας λαός που τιμωρείται για κάτι που έκανε και ήταν πολύ κακό. Κάναμε λάθη, αλλά τόσο μεγάλα;
Πάντως θα ήθελα να προσθέσω κάτι σε όσα είπε ο Λάκης για την τηλεόραση. Πιστεύω ότι εδώ και χρόνια δεν έχουμε και τις καλύτερες τηλεοπτικές εκπομπές. Συγγνώμη, αλλά υπάρχουν πρωινές, μεσημεριανές και βραδινές εκπομπές που τις διαχειρίζονται όχι και οι πιο εγγράμματοι άνθρωποι του τηλεοπτικού τοπίου. Κάνει που το λέω ή τους προσβάλλω;
Γελάτε και εσείς στη σκηνή;
Λ. Λ.: Ναι, γιατί μας παρασύρει ο κόσμος με το γέλιο του. Κάτω γίνεται ένας αλαλαγμός. Η Σοφία και εγώ ξέρουμε πολύ καλά την κωμωδία. Αλλά μ’ αυτό το έργο το κοινό είναι σαν να έχει πάθει αμόκ. Απορούμε τι τους συμβαίνει και γελάνε τόσο. Και νομίζω ότι το βρήκα. Ερχονται και μας βλέπουν απελπισμένοι και ξαφνικά, όταν αντικρίζουν δυο πεσμένους ανθρώπους να σηκώνονται πρώτοι στη σκηνή και να χορεύουν, παίρνουν θάρρος και λένε από μέσα τους: «Λες και εμείς να μπορούμε να σηκωθούμε;» Είναι σαν να τελείωσε ο πόλεμος και δύο να σηκώθηκαν από το πεδίο της μάχης και να βγαίνουν και οι άλλοι από τα κρησφύγετα.
Μέσα από αυτό το έργο θέλουμε να πούμε στον κόσμο: «Πάρτε ξανά τα όπλα στα χέρια σας, γιατί τα έχουν πάρει οι εχθροί». Και ο τρόπος για να πάρουν ξανά τα όπλα είναι η σάτιρα, γιατί μιλά απευθείας στην ψυχή. Η επιθεώρηση είναι ένας αεροδιάδρομος που απογειώνει.
Ξέρω ότι το όνειρό σας είναι να ανεβάσετε την «Οδύσσεια» στο θέατρο. Θα το πραγματοποιήσετε;
Λ. Λ.: Το θέλω πολύ. Και να υποδυθώ τον Οδυσσέα. Θα μου πεις, ο Οδυσσέας είναι νέος… Το ξέρω, αλλά ο Οδυσσέας θα μπορούσε να είναι οποιοσδήποτε. Δεν ξέρεις αν ο Οδυσσέας είναι πολυμήχανος στο σώμα ή στον νου. Ο Οδυσσέας έχει την επιμονή της επιστροφής. Αυτό μου αρέσει.
Και οι Σειρήνες; Ποιες είναι οι Σειρήνες για σας;
Λ. Λ.: Το εύκολο! Θαυμάζω τους ανθρώπους που δεν ακούν στο εύκολο. Η Σοφία το έχει κάνει αυτό. Εγώ καμιά φορά κατεβαίνω στο πανηγύρι. Το έχω πάρει από τη μάνα μου. Το πανηγύρι δεν θέλω να το χάσω. Τις περισσότερες φορές κρατήθηκα, αλλά κάποιες φορές αφέθηκα. Η Σοφία δεν έκανε παραχωρήσεις. Οι Σειρήνες σε καλούν να κάνεις ντόρο χωρίς ουσία. Πολύ δύσκολο να τον αποφύγεις στη ζωή… τον θόρυβο. Οπως έλεγε και ο Μποστ: «Ενα πλοίον ταξιδεύον με υπέροχον καιρόν αιφνιδίως εξοκείλει ανοιχτά των Αζορών». Αλλά για μένα οι κίνδυνοι στην οδύσσεια, στο ταξίδι, είναι η Σκύλα και η Χάρυβδη. Γιατί η Σκύλα είναι οι άνθρωποι που σου μιλούν κακά και η Χάρυβδη είναι οι άνθρωποι που σου μιλούν καλά αλλά σε σιχαίνονται. Μεγάλη παγίδα! Ο κακός θα σε στείλει στον καλό που κρατάει το μαχαίρι και θα σε καρφώσει πιο γλυκά. Το έχω ζήσει αυτό. Ωστόσο, τώρα νιώθω ότι έχω περάσει και από τη Σκύλα και από τη Χάρυβδη. Τώρα είμαι κοντά στην Ιθάκη…
Διαβάστε παρακάτω τη συνέχεια:
Εσείς, κυρία Φιλιππίδου, έχετε συναντήσει Σειρήνες, Κύκλωπες, Λαιστρυγόνες; Τους δύο τελευταίους τούς κουβαλάτε μέσα σας, όπως λέει και ο Καβάφης;
Για μένα οι Σειρήνες είναι η λαγνεία. Οι ηδονές. Σαν τις κόρες του διαβόλου που σε καλούν στα ακραία πάθη και μέσα στο ταξίδι της ζωής νιώθεις κάποια στιγμή ότι χάθηκες. Αυτό το «μήπως χάθηκα» ευτυχώς δεν το έζησα. Οχι ότι δεν ερωτεύτηκα. Ερωτεύτηκα και έκανα τρέλες, αλλά δεν έχασα εμένα. Δεν ξέρω τι θα γινόταν αν άκουγα αυτά τα πάθη. Πρόλαβα και έβαλα τα βουλοκέρια στ’ αυτιά. Κατά τα άλλα, θεωρώ τον Λάκη γνήσιο Οδυσσέα της ζωής, αντιπροσωπευτικό δείγμα του είδους στην Ελλάδα. Ολοι ψάχνουμε την Ιθάκη και κυρίως όταν μεγαλώνουμε. Η Ιθάκη είναι η επιστροφή στα χώματα όπου γεννηθήκαμε και στον τόπο όπου θέλουμε να ταφούμε.
Θεοφάνια, μία από τις μεγαλύτερες γιορτές της Ορθοδοξίας. Δεν θεωρείτε ότι μέσα από τη βάπτιση του Θεανθρώπου ο άνθρωπος έχει τη δυνατότητα να μετανιώσει και να βαφτιστεί καινούργιος;
Σ. Φ.: Ωραίος συνειρμός. Ναι, μέσω της μετάνοιας μπορούμε να ξαναγεννιόμαστε και να μη γυρίζουμε στις αμαρτίες του παρελθόντος. Για μένα δεν έχει κανένα νόημα να πετάμε τον Σταυρό στη θάλασσα για να αγιαστούν τα ύδατα, αν και εμείς δεν αγωνιστούμε για την προσωπική μας αλλαγή.
Κύριε Λαζόπουλε, για σας τα Θεοφάνια είναι μια εορτή της χριστιανοσύνης με ιδιαίτερο συμβολισμό;
Από τα κάλαντα όλων των εορτών μού αρέσουν από παιδάκι πιο πολύ αυτά των Θεοφανίων «σήμερα τα φώτα και ο φωτισμός» και πάντα θεωρώ ότι υπάρχει στη ζωή του ανθρώπου αυτή η φώτιση που έχει και μια θεϊκή προσέγγιση. Μεγαλώνοντας, κατάλαβα ότι κατά τη διάρκεια κάθε χρονιάς πέφτει στη ζωή του ανθρώπου μεγάλο σκοτάδι και αυτή η γιορτή έρχεται να σου θυμίσει την έξοδο προς το φως. Οπότε το νιώθω αυτό που έρχεται, το προσδοκώ και θα πάω να ανάψω το κερί μου.
Πιστεύετε;
Ναι. Θα σας αποκαλύψω και κάτι. Εχω κάνει τάμα και έχω ανάψει με μεγάλη ευλάβεια μια λαμπάδα στη χάρη της Παναγίας στην Τήνο γιατί παραλίγο να πνιγώ σ’ ένα καράβι και σώθηκα. Είχα ταξιδέψει με ένα παλιό σκαρί και έναν γέρο καπετάνιο για 25 μέρες σε όλο το Αιγαίο και πέσαμε σε τέτοια κακοκαιρία, που μου ήρθαν κλάματα στα μάτια. Περιμέναμε το τέλος, κύματα μας σκέπαζαν από παντού.
Ετσι μου ήρθε και η ιδέα και έγραψα και την επιθεώρηση «Ηταν ένα μικρό καράβι». Αυτός ο παππούς ήταν τόσο ιδιαίτερος, που πέθανε χειμώνα, κάνοντας μπάνιο στη Δρακολίμνη στα Ζαγοροχώρια. Δεν θα τον ξεχάσω ποτέ.
Εχετε φτάσει ποτέ στο σημείο να θέλετε να μπείτε σε ένα καράβι και να εξαφανιστείτε;
Λ. Λ.: Είναι κάτι που σκοπεύω να κάνω. Στη ζωή μου θέλω να ολοκληρώσω κάποια πράγματα και μετά να εξαφανιστώ. Να καθίσω σε μια ερημιά και να γράφω. Δεν είμαι και τόσο κοινωνικό άτομο.
Σε παλαιότερη συνέντευξή της, όμως, η Σοφία Φιλιππίδου μού είχε πει ότι θα στενοχωρηθεί πολύ αν τα παρατήσετε και θα έρθει να σας πάρει από εκεί όπου θα είστε απομονωμένος και θα σας ανεβάσει ξανά στο σανίδι…
Λ. Λ.: Η Σοφία έχει το ελεύθερο να έρχεται να με επισκέπτεται και να μιλάμε για το θέατρο. Εγώ νιώθω σαν να έχω βγει στον κόσμο, να έχω κάνει εκατό πολέμους και να έχω την ανάγκη να μπω σε μια σπηλιά ήσυχος, να ξεκουραστώ. Αν καθίσει μαζί μου ένας άνθρωπος για πέντε λεπτά, θα δει ότι ανά μία ώρα έχω να λύσω ένα πρόβλημα. Πιστεύω, αν κάποιος ερχόταν μαζί μου σε ένα ταξίδι πάνω σε καράβι, θα πηδούσε στη θάλασσα γιατί δεν θα άντεχε τα τηλέφωνα.
Αν ήσασταν ναυαγοί σε ένα νησί, τι θα θέλατε να έχετε μαζί σας;
Λ. Λ.: Μακάρι να μου το έκαναν ριάλιτι, να μπορέσω να ηρεμήσω… (γέλια). Να μιλάω στην κάμερα και να εξηγώ για την μπανάνα, την καρύδα και τη μαϊμού. Δεν θα ήθελα τίποτε άλλο. Την ησυχία μου θέλω. Το ναυάγιο σού δίνει τη δυνατότητα να βρεθείς κοντά σε ήχους και μακριά από λόγια. Τα λόγια μπερδεύουν όμως οι ήχοι είναι ξεκάθαροι. Γι’ αυτό μού αρέσουν και τα μοναστήρια.
Πηγαίνω στο Αγιον Ορος εδώ και πολλά χρόνια και έχω γνωρίσει σημαντικούς και πνευματικούς ανθρώπους εκεί. Το βράδυ στο Αγιον Ορος ακούς, γιατί το μυαλό ησυχάζει. Δεν μπορώ άλλο την Αθήνα. Δεν αντέχω. Ψάχνω πού μπορώ να μείνω έξω από την Αθήνα. Στην Αθήνα μπαίνεις στο αυτοκίνητο και κάνεις και δυο ώρες μέσα στην κίνηση. Εχω βαρέσει στο τζάμι το κεφάλι μου δυο φορές.
Εχετε νιώσει ποτέ ναυαγός;
Σ. Φ.: Ευτυχώς δεν έχω ναυαγήσει με καράβι. Αλλά έχω νιώσει αρκετές φορές ναυαγός μέσα μου. Εχω κάνει αγώνα για να επιβιώσω. Ξέρω τη σκέψη του ναυαγού. Καίει πουκάμισα για να τον προσέξουν, ακόμη και τα μαλλιά του στο τέλος για να τον δει κανένα πλοίο και να σωθεί. Κανένας δεν μπορεί να ζήσει μόνος του. Θα φας τη μια μέρα ακρίδες, την άλλη καρύδες, αλλά το επικοινωνιακό είναι μεγάλο θέμα, δεν το λύνεις.
Τηλεοπτικά, θα συναντηθείτε ξανά με τη Σοφία στους «Δέκα μικρούς Μήτσους»;
Λ. Λ.: Αν γίνουν, ναι. Νιώθω ότι είμαι κοντά στο να γίνουν. Το εύχομαι. Της το έχω ζητήσει της Σοφίας. Εκείνη με οδηγεί σωστά και μου κάνει καλό τσεκ.
Ο Δημήτρης Ψαθάς εμπνεύστηκε τη «Μαντάμ Σουσού» από μια γειτόνισσά του. Εσείς από πού εμπνευστήκατε τους «Δέκα μικρούς Μήτσους»;
Λ. Λ.: Ο μούτσος είναι ο πιο ξένος σχετικά με εμένα. Εγώ ως Λάκης δεν θα μπορούσα να μιλήσω έτσι. Οταν μπαίνω όμως στον ρόλο, φαντάζομαι τι θα έλεγε. Τον τύπο του μούτσου τον είχα δει στον Πόρο. Ηταν ένας άνθρωπος που έκοβε τα εισιτήρια και έλεγχε την κατάσταση στο πλοίο. Περνάω φορώντας γυαλιά ηλίου, μου κόβει τα εισιτήρια και όταν είχα προχωρήσει, μου φωνάζει: «Μη νομίζεις ότι δεν σε είδα».
Αυτή η ατάκα έπεσε σαν σπόρος στο κεφάλι μου. Μεμιάς γεννήθηκε ο ήρωας. Η χήρα Μήτση μού βγήκε μέσα από τη Σαπφώ Νοταρά. Μια βαριά φωνή που μοιάζει με ανδρική, αλλά στους Ελληνες έχει καταγραφεί ως η φωνή της μεγάλης ηθοποιού. Τη Σοφία Φιλιππίδου την είχα σκεφτεί ως μια ξιπασμένη πλούσια στους «Μήτσους», γιατί όταν τη βλέπεις σαν πλάσμα, έχει κάτι το απόκοσμο. Το μάτι της, το βλέμμα της είναι σαν να βλέπει πρώτη φορά την ανθρωπότητα και ξαφνιάζεται. Οσο για τον ήχο της φωνής της; Μπορεί να ξεκινήσει να σου κλάψει έναν νεκρό και να φτάσει σε τέτοιες νότες που να ξεκαρδιστείς στα γέλια!
Εσείς, κυρία Φιλιππίδου, τι θυμάστε από τους «Δέκα μικρούς Μήτσους»;
Με τον Λάκη υποδυόμασταν το ζευγάρι των Τσιγγάνων. Η ελευθερία που σου δίνει το κοστούμι του Τσιγγάνου είναι καταπληκτική!
Θα συνεργαστείτε και το καλοκαίρι στην Επίδαυρο στους «Βάτραχους» του Αριστοφάνη. Η Σοφία θα υποδυθεί τον Διόνυσο και εσείς τον Δούλο. Πώς νιώθετε που θα σας διατάζει μια γυναίκα;
Λ. Λ.: Μια χαρά! Δεν μπορώ να φωνάξω σε γυναίκα (Εκεί τον διακόπτει η Σοφία λέγοντας: «Σε αυτήν την περιοδεία διαπίστωσα πόσο ιππότης είναι ο Λάκης με τις γυναίκες. Πρέπει να έχει ζήσει σε μια άλλη ζωή, σε άλλη εποχή»). Δεν ξέρω αν έχω το «ιπποτικό» που λέει η Σοφία, είναι τα βιώματα του πατέρα μου.
Εκείνος περιποιούνταν πάντα τη μάνα μου, της άνοιγε την πόρτα. Στο σπίτι τούς έβγαιναν τα νεύρα. Αλλά αυτό σημαίνει ότι αυτό το ζευγάρι δεν ήταν σαν τα μαλάκια. Δεν βαρέθηκαν ποτέ. Μάλωναν, αλλά αγαπούσε ο ένας τον άλλον.
Η μητέρα μου ήξερε μέχρι πού μπορούσε να φτάσει ο τόνος της φωνής του πατέρα μου και τότε ήξερε τι έπρεπε να κάνει. Ηταν σαν τα εσώρουχα με τα λάστιχα! Οταν πηγαίναμε στο κατάστημα με τα εσώρουχα, έπαιρνε την κιλότα και μου έλεγε «πήγαινε από την άλλη μεριά και τράβα το λάστιχο». Της έλεγα: «Καλέ μαμά, θα παχύνεις τόσο πολύ; Γιατί να το τραβήξω;» Και μου απαντούσε: «Γιατί θέλω να ξέρω μέχρι πού πάει το λάστιχο. Τα όρια». Λοιπόν, αυτό είναι πολύ βασικό.
Τα ταξίδια είναι μια νέα αρχή για σας;
Λ. Λ.: Οταν μεγαλώνεις, ψάχνεις να βρεις μια νέα αρχή. Νομίζω ότι το κοντέρ μέσα στον άνθρωπο μηδενίζει κάθε φορά από μόνο του. Η ζωή με πάει, ωστόσο, όπου θέλει αυτή κι εγώ παριστάνω μετά ότι το ήξερα. Μέσα μου όμως, εσωτερικά, από παιδί ξέρω τι θα μου συμβεί από ένστικτο, αλλά δεν έχω αποφασίσει σχεδόν τίποτα. Εξυπνος είναι ο άνθρωπος που ακούει το ένστικτό του και όχι τη λογική του.
Φέτος είπα να επιστρέψω στο Θεσσαλικό Θέατρο στη Λάρισα γράφοντας την… άγρια κωμωδία «Το κτήμα». Η λέξη αυτή, το κτήμα, έχει στοιχειώσει τα παιδικά μου χρόνια. «Το κτήμα δεν έχει νερό», «μας έφαγε τη ζωή αυτό το κτήμα», «η θεια σου πήρε το καλύτερο κτήμα». Ετσι έφτιαξα μια ιστορία για έξι άτομα που αλληλοεξοντώνονται γι’ αυτό το κτήμα, ενώ όλα ξεκινούν απλά και ωραία. Για μένα, ας πούμε, δεν υπάρχει πιο βάρβαρο παιδικό τραγούδι από το «Ηταν ένα μικρό καράβι…».
Ειδικά εκεί όπου λέει «Και τότε ρίξανε τον κλήρο να δουν ποιος θα φαγωθεί». Ακούς αγγελικές φωνές να τραγουδούν με τρελή χαρά «οέ, οέ, οέ», ένα ανθρωποφαγικό τραγουδάκι. Ετσι έγινε και στην Ελλάδα.
Με τον αγιασμό στα σπίτια μας θα φύγουν και οι καλικάντζαροι. Από τη χώρα λέτε να φύγουν το 2018;
Σ. Φ.: Γιατί; Οι καλικάντζαροι είναι μόνο ευρωπαϊκοί; Εγώ συμφωνώ με τον Λάκη για την κακή μας μοίρα. Τρώμε ο ένας τον άλλον.
Λ. Λ.: Και μην ξεχνάμε ότι στην Ελλάδα έχουμε και την ιστορία του Εφιάλτη. Ο Εφιάλτης θα διαλύσει τους τριακόσιους! Οι τριακόσιοι θα πολεμήσουν ηρωικά και θα μπορούσαν να νικήσουν οποιονδήποτε εχθρό, αλλά τη ζημιά θα τους την κάνει ένας από μέσα. Στην Ελλάδα είναι τριακόσιοι που δουλεύουν και ένα τομάρι. Και, δυστυχώς, στα τηλεοπτικά πάνελ αλλά και στη Βουλή εμφανίζονται διάφοροι Εφιάλτες!
Ευχαριστούμε θερμά τον Λυκούργο Ορνεράκη και την Ευαγγελία Καραντζά για τη φιλοξενία στο παραδοσιακό ξύλινο τρεχαντήρι τους.