❱❱ Προβληματική πρόσβαση στα νέα φάρμακα και απώλεια επενδύσεωνΚάθε χρόνο η φαρμακοβιομηχανία επενδύει στον τομέα των κλινικών μελετών περισσότερα από 75 δισ. ευρώ παγκοσμίως και πάνω από 35 δισ. ευρώ πανευρωπαϊκά.
Ωστόσο, η χρεοκοπημένη χώρα μας, παρόλο που «διψάει» για ζεστό χρήμα, λαμβάνει λιγότερα από 80.000.000 ευρώ από τον κουμπάρα των 35 δισ. που υπάρχουν διαθέσιμα στην Ε.Ε. Σημειώνεται ότι το Βέλγιο, που έχει αντίστοιχο πληθυσμό με την Ελλάδα, λαμβάνει περισσότερα από 2,5 δισ. ευρώ, η Πολωνία 274.000.000 ευρώ και η Ρουμανία 180.000.000 ευρώ, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος (ΣΦΕΕ).
Σήμερα στην Ελλάδα γίνονται 134 κλινικές μελέτες σε 51 νοσοκομεία σε όλη τη χώρα, με αποτέλεσμα να μπαίνουν στα ταμεία του κράτους 16.000.000 ευρώ. Σε κάθε έρευνα συμμετέχουν 30 ασθενείς, δηλαδή συνολικά 4.080 ασθενείς που έχουν υψηλού επίπεδου ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, ιατρική παρακολούθηση σε όλη τη διάρκεια της κλινικής δοκιμής, ενώ όλες οι εξετάσεις (εργαστηριακές και απεικονιστικές) και τα νέα φάρμακα που δοκιμάζουν καλύπτονται από την εταιρία που τα παράγει.
Τα τελευταία 17 χρόνια (2000-2017) στη χώρα μας έγιναν συνολικά 2.284 κλινικές μελέτες, στη Γαλλία 18.590, στη Γερμανία 16.476, στην Αγγλία 14.228, στην Ισπανία 9.965 και την Πολωνία 5.260. Γιατί, όμως, η Ελλάδα δεν εκμεταλλεύεται αυτή τη «φλέβα χρυσού», ιδιαίτερα τα τελευταία δέκα χρόνια που μαστίζεται από την οικονομική κρίση; Διότι υπάρχουν πολλοί παράγοντες που «φρενάρουν» τις κλινικές μελέτες στη χώρα μας, με πρωταγωνιστές τη γραφειοκρατία και τη βαριά φορολογία, παράγοντες που δημιουργούν κλίμα αποεπένδυσης στη χώρα.
Τα κριτήρια
Τρία είναι τα κριτήρια που καθορίζουν την επιλογή μιας χώρας για μια διεθνή κλινική μελέτη: ταχύτητα, κόστος και ποιότητα. Οταν όμως τα νοσοκομεία χρειάζονται πέντε και έξι μήνες για να αρχίσουν μια κλινική μελέτη, τότε χάνονται ζωές αλλά και ευκαιρίες. Τα νοσοκομεία χρειάζονται έως και έξι μήνες μετά την έγκριση των μελετών από τον ΕΟΦ και την επιτροπή δεοντολογίας, έως την υπογραφή της σύμβασης, με συνέπεια να μειώνεται το ενδιαφέρον της φαρμακοβιομηχανίας και να χάνονται ευκαιρίες για τη χώρα μας.
Να σημειωθεί ότι η διαδικασία έγκρισης του φακέλου μιας εταιρίας για την αδειοδότηση δεν καθυστερεί στον ΕΟΦ, όπως μας είπε η πρόεδρος Κατερίνα Αντωνίου: «Προχωράμε πολύ γρήγορα, γιατί είμαστε υποχρεωμένοι από τις οδηγίες της Ε.Ε. Το πρόβλημα εντοπίζεται στα νοσοκομεία». Ο χρόνος υπογραφής μιας σύμβασης κλινικής δοκιμής από τη διοίκηση του νοσοκομείου είναι υπερδιπλάσιος από τον προβλεπόμενο που αναφέρει το ΦΕΚ 390. Δηλαδή, ενώ, σύμφωνα με το ΦΕΚ, πρέπει να υπογράφεται η σύμβαση μέσα σε 45 μέρες, ο πραγματικός χρόνος είναι 95 μέρες.