❱❱ Τα ηθικά διλήμματα για την παράταση ζωής σε ανθρώπους με ασθένειες σε τελικό στάδιοΟ θάνατος μπορεί να αναβληθεί με τη βοήθεια της επιστήμης, όμως εάν δεν υπάρχει ποιότητα, πόσο ωφελεί τον ασθενή η παράταση της ζωής; Ο Ιπποκράτης είχε δώσει την απάντηση χιλιάδες χρόνια πριν: «Αποχή από θεραπεία κατανικημένων ασθενών».
Ο δε Πλάτων στην «Πολιτεία» είχε γράψει: «Ο Ασκληπιός δεν θεράπευε σώματα νοσούντα πλήρως, για να μην επιμηκύνει βασανιστική ζωή».
«Το ωφελείν, λοιπόν, δεν υπηρετείται από την πεισματική αναβολή του θανάτου, αλλά από την επικέντρωση της ιατρικής προσπάθειας στην ανακούφιση του ασθενούς. Παρεμβάσεις που επαυξάνουν τη διάρκεια και την ένταση της προθανάτιας ταλαιπωρίας καταστρατηγούν το μη βλάπτειν» είχε πει το 2008 ο Robert D. Truog, διευθυντής στο Τμήμα Βιοηθικής του πανεπιστημίου του Harvard.
Η αντιμετώπιση
Στη σημερινή εποχή η ιατρική αντιμετωπίζει τη ζωή και τον θάνατο ως αμιγώς βιολογικά φαινόμενα, ενώ η αρρώστια έχει απογυμνωθεί από κάθε μεταφυσικό, υπαρξιακό ή κοινωνικό περιεχόμενο και εκλαμβάνεται, απλώς, ως αποτέλεσμα διαταραχής ισορροπιών σε μοριακό επίπεδο. «Η ιατρoποίηση του θανάτου τον μεταβάλλει από προσωπικό, πνευματικό γεγονός σε προϊόν αποτυχίας της ιατρικής επιστήμης» αναφέρει στο άρθρο του «Η σύγχρονη θεώρηση του θανάτου και το αίτημα για ευθανασία» ο Γεώργιος Κρανιδιώτης, ειδικός παθολόγος στο Τζάνειο Νοσοκομείο, στο περιοδικό «Επιστημονικά χρονικά».
Σήμερα ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι πεθαίνουν μόνοι, στους ψυχρούς θαλάμους των νοσοκομείων, και αυτό επειδή δυστυχώς απουσιάζουν από το Σύστημα Υγείας οι Δομές Παρηγορητικής Ιατρικής για τους ασθενείς που βρίσκονται στο τελικό στάδιο της ζωής τους, οι οποίες θα τους επιτρέψουν να «φύγουν» ήρεμα μέσα σ’ ένα αξιοπρεπές περιβάλλον και όχι στους διαδρόμους των Τμημάτων Επειγόντων Περιστατικών των νοσοκομείων που εφημερεύουν.
Είναι γεγονός ότι η εκρηκτική ανάπτυξη της ιατρικής, της μοριακής βιολογίας και της μηχανικής συνέβαλε στην παράταση της ζωής των ανθρώπων που βρίσκονται στο τελικό στάδιο. Αλήθεια, όμως, ποιο είναι το όφελος όταν αυτό σημαίνει μόνο την παράταση του πόνου; Μιλάμε, φυσικά, για εκείνες τις περιπτώσεις που ο σοφός λαός λέει ότι «ο θάνατος είναι λύτρωση», γιατί απλώς ο ασθενής που «φεύγει» παύει να υποφέρει, και μαζί με αυτόν και ολόκληρη η οικογένειά του.
Οι γιατροί, λοιπόν, δεν σώζουν μόνο ζωές, αλλά έχουν να επιτελέσουν ένα εξίσου σημαντικό έργο: τη διαχείριση του θανάτου, που είναι πολύ σημαντικό κεφάλαιο στο λειτούργημα το οποίο εξασκούν καθημερινά, γι’ αυτό και τους κανόνες βιοηθικής τούς αποδέχεται η Εκκλησία. Μάλιστα, η Επιτροπή Βιοηθικής της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος παραδέχεται ότι «η ιατροφαρμακευτική τεχνολογία δεν παρατείνει μόνο τη ζωή, αλλά ενίοτε και τη διαδικασία του θανάτου» και τονίζει πως «η χρήση της ιατρικής επέμβασης καλό είναι να εκτείνεται μέχρι του σημείου όπου οι επιπλοκές και τα επιπρόσθετα προβλήματα που δημιουργεί δεν βασανίζουν περισσότερο απ’ όσο ανακουφίζουν». Επιπροσθέτως, συστήνει την αποφυγή χρήσης «επιθετικών μέσων, που περισσότερο ταλαιπωρούν και καθόλου δεν θεραπεύουν» και επισημαίνει «το ενδεχόμενο να προκληθεί με θεραπευτικές υπερβολές τεχνητή παράταση των φυσικών ορίων της ζωής και διατήρηση μιας κατάστασης επ’ αόριστον, με αποτέλεσμα μέχρι και την καταρράκωση της αξιοπρέπειας του ασθενούς».
Aνακούφιση των πόνων
Οι λειτουργοί του Ιπποκράτη γνωρίζουν καλά ότι σε περιστατικό ανίατης ασθένειας τελικού σταδίου, ακόμα και αν έχουν εξαντλήσει όλα τα ιατρικά περιθώρια, οφείλουν να φροντίσουν για την ανακούφιση των ψυχοσωματικών πόνων του ασθενούς (παρηγορητική αγωγή).
Συγκεκριμένα, ο Κώδικας Ιατρικής Δεοντολογίας (νόμος 3418/2005, άρθρο 29) «Ιατρικές αποφάσεις στο τέλος της ζωής» είναι ξεκάθαρος και δεν αφήνει περιθώρια για παρερμηνείες: «Ο ιατρός, σε περίπτωση ανίατης ασθένειας που βρίσκεται στο τελικό της στάδιο, ακόμη και αν εξαντληθούν όλα τα ιατρικά θεραπευτικά περιθώρια, οφείλει να φροντίζει για την ανακούφιση των ψυχοσωματικών πόνων του ασθενούς. Του προσφέρει παρηγορητική αγωγή και συνεργάζεται µε τους οικείους του ασθενούς προς αυτήν την κατεύθυνση. Σε κάθε περίπτωση, συμπαρίσταται στον ασθενή μέχρι το τέλος της ζωής του και φροντίζει ώστε να διατηρεί την αξιοπρέπειά του μέχρι το σημείο αυτό. Ο ιατρός λαμβάνει υπόψη τις επιθυμίες που είχε εκφράσει ο ασθενής, ακόμη και αν, κατά τον χρόνο της επέμβασης, ο ασθενής δεν είναι σε θέση να τις επαναλάβει. Ο ιατρός οφείλει να γνωρίζει ότι η επιθυμία ενός ασθενούς να πεθάνει, όταν αυτός βρίσκεται στο τελευταίο στάδιο, δεν συνιστά νομική δικαιολόγηση για τη διενέργεια πράξεων οι οποίες στοχεύουν στην επίσπευση του θανάτου».