Τον δικό τους αγώνα δίνουν καθημερινά οι νοσηλευτές ψυχικής υγείας, οι οποίοι καλούνται σε συνθήκες πανδημίας να φέρουν εις πέρας ένα ιδιαίτερα δύσκολο έργο. Παρά τη χρόνια υποστελέχωση, εκτός από την καθημερινή φροντίδα των νοσηλευομένων, πρέπει να διαχειριστούν παράλληλα την υπερδιέγερση ψυχικά πασχόντων που βρίσκονται σε οξεία φάση και να διαφυλάξουν τη σωματική ακεραιότητα των ίδιων αλλά και των υπόλοιπων ασθενών.
«Υπάρχουν τρόφιμοι που βλέπουν το αντισηπτικό σαν δηλητήριο κάθε φορά που προσπαθούμε να τους απολυμάνουμε τα χέρια. Κάποιοι άλλοι αντιδρούν ακόμη πιο έντονα και μας φτύνουν. Εκεί ο ρόλος του νοσηλευτή ψυχικής υγείας δεν είναι εύκολος, χρειάζεται υπομονή και επιμονή για να τους πείσουμε πως είναι για το καλό τους. Αν αναλογιστεί κανείς και τις τραγικές ελλείψεις, ακόμη και σε ατομικά μέτρα προστασίας, αντιλαμβάνεται πόσο δύσκολα βιώνουμε την πανδημία» εξηγεί στην «Espresso» ο Χάρης Ι., νοσηλευτής στο ΨΝΑ στο Δαφνί για περισσότερα από 10 χρόνια.
Ο ίδιος αγόρασε μάσκες και γυαλιά προστασίας βάζοντας χρήματα από την τσέπη του, καθώς, όπως λέει, στο νοσοκομείο οι μάσκες δίνονταν με… το σταγονόμετρο.
«Μας ζητούσαν να φοράμε μάσκες μιας χρήσης επί οκτώ ώρες. Αυτές έπειτα από περίπου δύο ώρες υγραίνονται και δεν παρέχουν καμιά απολύτως προστασία. Είναι σαν να μην τις φοράς. Για να προστατέψω, λοιπόν, τον εαυτό μου προμηθεύτηκα μάσκες με προστατευτικό φίλτρο και γυαλιά από το φαρμακείο. Όταν έρχεσαι σε επαφή με ασθενείς που βρίσκονται σε υπερδιέγερση και σε φτύνουν, πρέπει να προστατευτείς. Κι αφού το κράτος δεν φροντίζει γι’ αυτό, το κάνω μόνος μου» εξηγεί.
Όπως λέει ο Χάρης Ι., το κράτος έχει αφήσει ξεκρέμαστους τόσο τους ίδιους όσο και τους ψυχικά νοσούντες, καθώς οι ελλείψεις σε προσωπικό είναι τέτοιες που από τύχη δεν έχουν αποβεί μοιραίες για τους τροφίμους του ψυχιατρείου.
«Τη Μεγάλη Πέμπτη είχα βάρδια μαζί με δύο άλλους συναδέλφους και είχαμε υπό την εποπτεία μας δεκάδες ασθενείς. Ένας από αυτούς αποπειράθηκε να απαγχονιστεί με τα κορδόνια των παπουτσιών του, αλλά ευτυχώς τον προλάβαμε» λέει, τονίζοντας πως ο συγκεκριμένος άνθρωπος θα μπορούσε σήμερα να ήταν νεκρός, αν οι νοσηλευτές δεν αντιλαμβάνονταν έγκαιρα τι είχε συμβεί. «Τον σώσαμε καθαρά από τύχη. Όταν έχουμε υπό την εποπτεία μας τόσους ασθενείς, δεν είναι αυτονόητο ότι πάντα θα προλαβαίνουμε αντίστοιχες περιπτώσεις» προσθέτει.
Τους τελευταίους δύο μήνες η κοινή γνώμη εξήρε το έργο των νοσηλευτών στα νοσοκομεία αναφοράς για τον αγώνα που δίνουν νυχθημερόν ενάντια στον Covid-19. Για τα ψυχιατρικά νοσοκομεία, όμως, δεν υπήρξε καμιά απολύτως μέριμνα. Για τον λόγο αυτό οι εργαζόμενοι στο Δαφνί πήραν την πρωτοβουλία να αδειάσουν δύο κλινικές, ώστε να μένουν εκεί για 14 ημέρες τα νέα περιστατικά.
«Ήταν ο μόνος τρόπος να προστατέψουμε τους υπόλοιπους ασθενείς αλλά και τους εαυτούς μας. Δεν ξέραμε αν το κάθε νέο περιστατικό είχε ή όχι κορονοϊό, καθώς δεν προβλεπόταν η διεξαγωγή τεστ» λέει ο Γιώργος Αβραμίδης, νοσηλευτής στο Δαφνί και πρόεδρος του Συλλόγου Νοσηλευτών Ψυχιατρικών Νοσοκομείων ΕΣΥ Αττικής. Οι πρώτες ημέρες της εξάπλωσης του ιού στη χώρα μας ήταν, όπως λέει, ιδιαίτερα στρεσογόνες για τους ίδιους.
«Βλέπαμε το κάθε νέο περιστατικό σαν ύποπτο κρούσμα. Ας μην ξεχνάμε πως πρόκειται για ασθενείς που στην πλειονότητά τους δεν αντιλαμβάνονται τι εστί πανδημία. Σε ακολουθούν όπου πας, έρχονται κοντά σου κι εσύ το μόνο που έχεις ως μέτρο προστασίας είναι η μάσκα μιας χρήσης» καταλήγει.