Δεν υπάρχει πανηγύρι, πολιτιστικός σύλλογος ή κέντρο διασκέδασης στην Αττική που να μην έχει συνεργαστεί με τον «βασιλιά των πανηγυριών» Σπύρο Μπρέμπο.
- Από τον
Νίκο Νικόλιζα
Ήταν και παραμένει ένα από τα πιο δημοφιλή ονόματα στον χώρο του δημοτικού τραγουδιού, κυρίως για την Αττική, με δεκάδες επιτυχίες, αλλά και συνεργασίες στο ενεργητικό του: Μανώλης Αγγελόπουλος, Φυλιώ Πυργάκη, Σοφία Κολλητήρη, Δημήτρης Ζάχος, Γιώργος Κόρος, Έφη Θώδη, Γωγώ Τσαμπά, Βασίλης Σαλέας, Λευτέρης Ζέρβας είναι μερικά από τα ονόματα που βρέθηκαν στο πλευρό του. Ο ίδιος, χωρίς να έχει αποχωριστεί μέχρι σήμερα το επάγγελμα του οικοδόμου, μοιράζει τη ζωή του μεταξύ της οικοδομής και του τραγουδιού, κάνοντας τους θαυμαστές του να παραληρούν. Ο Σπύρος Μπρέμπος σήμερα ανοίγει την καρδιά του στην «Espresso» και θυμάται τις συγκλονιστικές στιγμές που έζησε με το δημοτικό τραγούδι…
Αν και θεωρείστε βασιλιάς των πανηγυριών, δεν δίνετε συχνά συνεντεύξεις. Δεν ξέρουμε πολλά για τα παιδικά σας χρόνια…
Γεννήθηκα στη Χασιά το 1962 από αγρότες γονείς. Οι πρώτες μου καλλιτεχνικές ανησυχίες φάνηκαν από τα πρώτα χρόνια στο σχολείο. Είχα πάντα πολύ μεγάλη αγάπη στο τραγούδι, αλλά και στον χορό. Εκεί μέσα άρχισα να εξελίσσομαι. Οι περισσότεροι δάσκαλοι μάλιστα το είχαν διακρίνει αυτό και πάντα με προωθούσαν από παιδί. Δεν θα ξεχάσω μάλιστα τα καλοκαίρια που πηγαίναμε στα πανηγύρια μαζί με τον πατέρα μου κι εγώ καθόμουν αποσβολωμένος να ακούω τους τραγουδιστές. Όλες αυτές οι εικόνες μού δημιουργούσαν καινούργια «θέλω» στο τραγούδι.
Πότε πιάσατε πρώτη φορά στη ζωή σας το μικρόφωνο για να τραγουδήσετε;
Εγώ παράλληλα με το σχολείο πήγαινα και να μάθω ηλεκτρολόγος. Έρχεται η ώρα να υπηρετήσω την πατρίδα, είμαι στα Χανιά, στον πύργο ελέγχου της 115 Πτέρυγας Μάχης, και ακούω ζωντανή μουσική από ένα κτίριο. Μπαίνω και έψαχναν έναν τραγουδιστή. Και τους λέω αυθόρμητα: «Εγώ θα τραγουδήσω». Χωρίς να έχω τραγουδήσει ποτέ ξανά στη ζωή μου. Και το είπα για πλάκα. Με παίρνει ο ανθυπασπιστής και μου λέει: «Πες μου ένα τραγούδι». Και του λέω το «Αν σε χάσω, αν» του Γιάννη Κόλια. Αμέσως με αρπάζουν και μου φτιάχνουν ρεπερτόριο. Αυτό ήταν το… βάπτισμα του πυρός για μένα! Όταν τέλειωσα το στρατιωτικό μου, φτιάξαμε ένα μικρό συγκρότημα με τίτλο Μην το Συζητάς, στη Χασιά, και πηγαίναμε σε διάφορες εκδηλώσεις!
Ήταν δύσκολος ο δρόμος μέχρι να καθιερωθείτε;
Πέρασα από ταβέρνες και κέντρα που δεν ήταν και εύκολη υπόθεση να τραγουδήσεις. Δύο επιχειρηματίες που με είδαν σε μια ταβέρνα στη Δροσιά με πήραν με μεταγραφή στην εθνική οδό, στο κέντρο Όνειρο. Εκεί συνάντησα πρώτη φορά τον Μανώλη Αγγελόπουλο, ο οποίος, μόλις με άκουσε, άρχισε να συζητάει με πάθος για μένα. Κι έτσι δούλεψα πολύ με τον Αγγελόπουλο, ο οποίος ήταν μεγάλο σχολείο για μένα. Μαζί μας πέρασαν πολλοί καλλιτέχνες και δουλέψαμε: Χαρούλα Λαμπράκη, Τάκης Σούκας, Βασίλης Σαλέας. Ώσπου έπειτα από μερικούς μήνες παθαίνει πρόβλημα με την καρδιά του και πεθαίνει ο Μανώλης. Και προκειμένου να μη μείνει το μαγαζί χωρίς πρώτη φίρμα, πέρασαν από εκεί ο Ηλίας Κλωναρίδης, ο Κώστας Σκαφίδας και πολλά άλλα ονόματα!
Αν και μπήκατε στα καλά μαγαζιά, φύγατε γρήγορα από αυτά…
Έφυγα γιατί στο τελευταίο μαγαζί όπου δούλεψα είδα ένα αλισβερίσι με ναρκωτικά μεταξύ πελατών, το οποίο με προβλημάτισε πολύ. Και μέσα σε επτά λεπτά πήρα την απόφαση και δεν ξαναδούλεψα σε νυχτερινά κέντρα για ολόκληρες σεζόν.
Πώς ήταν η νύχτα την εποχή που εσείς μεσουρανούσατε;
Δεν έχει καμία σχέση με σήμερα. Η νύχτα άλλαξε καταλυτικά από τον Λευτέρη Πανταζή. Ο Πανταζής ήταν εκείνος που έβγαλε τον τραγουδιστή από το καμαρίνι και τον έβαλε να κάνει δημόσιες σχέσεις. Όλοι οι καταστηματάρχες έβλεπαν το παράδειγμα του Πανταζή και μας πίεζαν να κάνουμε το ίδιο. Επίσης ο Πανταζής καθιέρωσε τα μπουζούκια και ως ορθάδικα. Ας μην ξεχνάμε ότι την ίδια εποχή φεύγουν από τη ζωή ο Αγγελόπουλος, ο Διονυσίου, ο Γαβαλάς, η Σακελλαρίου, με αποτέλεσμα η νύχτα να υποστεί σοβαρό πλήγμα μέσα σε μια δεκαετία!
Ποιος σας έκανε περισσότερη εντύπωση από όλους τους προαναφερόμενους;
Ο Μανώλης Αγγελόπουλος. Ποτέ δεν πίστευα ότι θα υπήρχε άνθρωπος με τέτοια φωνή. Έκανα μια βδομάδα να ανοίξω το στόμα μου από την ταραχή. Τέτοια ένταση είχε. Επίσης, παρόλο που ήταν αγράμματος, είχε φοβερή παιδεία!
Σας έχουν ονομάσει «βασιλιά των πανηγυριών». Πώς αισθάνεστε με αυτόν τον τίτλο;
Είναι τιμητικός για μένα. Για πρώτη φορά βρέθηκα να τραγουδάω σε πανηγύρι στην Πάρνηθα μαζί με τη Σοφία Κολλητήρη, τον Γιάννη Σκληρό, τη Λέλα Παπαδοπούλου. Από εκεί άρχισα να ασχολούμαι εντατικά με τα πανηγύρια! Μετά τον κύκλο που έκανα στο δημοτικό τραγούδι και τα νυχτερινά κέντρα, άρχισα να κάνω άλλη δουλειά, στην οικοδομή. Έπρεπε δηλαδή να επιβιώσω με κάποιον τρόπο. Και παράλληλα με την οικοδομή έκανα μαθήματα βυζαντινής μουσικής και κάθε Κυριακή έπιανα στασίδι στην εκκλησία. Πήγαινα και έψελνα σε γάμους, βαφτίσεις, σε όλα.
Ποιες περιοχές φημίζονται κυρίως για τα πανηγύρια τους;
Οπωσδήποτε τα Δερβενοχώρια, η Βοιωτία, τα Μέγαρα και η Χασιά. Είναι πολύ σπουδαίο στα μέρη όπου πηγαίνεις να τραγουδήσεις να γνωρίζεις τι θέλει ο κόσμος να ακούσει για να τους ξεσηκώσεις. Όποιος έχει πάει σε αυτές τις περιοχές, επειδή οι άνθρωποι είναι γλεντζέδες, αμέσως θα καταλάβει με τι νταλκαδιάζονται και ανεβαίνουν στην πίστα. Το πανηγύρι είναι μεγάλο σχολείο για τους τραγουδιστές!
Υπήρχε χαρτούρα την εποχή που ξεκινήσατε εσείς;
Όχι, μόλις είχε αρχίσει να χάνεται. Ο καταλύτης στα πανηγύρια ήταν η Έφη Θώδη, η οποία «κατάργησε» τη χαρτούρα, έλεγε «ο χορός είναι ελεύθερος» και έτσι άλλαξε όλα τα δεδομένα που γνωρίζαμε μέχρι τότε.
Και από τη χαρτούρα περάσαμε στον κορονοϊό. Σας έχει κάνει ζημιά;
Αναμφισβήτητα. Πολύ μεγάλη ζημιά σε όλα τα επίπεδα. Έκανε ζημιά στο ηθικό κομμάτι των ανθρώπων, έχει κάνει τρομερή ζημιά και στο οικονομικό κομμάτι. Εγώ ξέρω ότι οι περισσότεροι άνθρωποι πλέον παίρνουν ψυχοφάρμακα λόγω αυτής της πανδημίας. Το περασμένο καλοκαίρι που κάναμε κάποια πανηγύρια βρέθηκα με κάποιους ανθρώπους που γνώριζα και μου έλεγαν: «Δεν είμαστε καλά. Παίρνουμε φάρμακα». Οι περισσότεροι τραγουδιστές καταστράφηκαν οικονομικά. Σκεφτείτε ότι εγώ κάθε καλοκαίρι είχα 50 πανηγύρια και πλέον δεν έχουμε ούτε 10. Το πλήγμα που δέχτηκε ο κλάδος των τραγουδιστών ήταν αβάσταχτος. Δοξάζω τον Θεό που δεν παράτησα τη δουλειά της οικοδομής! Ο κορονοϊός μάς έχει επιβάλει να μην αγκαλιαζόμαστε, να μη χαιρετιόμαστε, να μη φιλιόμαστε. Με αυτόν τον τρόπο δεν μεταφέρει ο ένας με τον άλλον τα συναισθήματά του. Και αυτό είναι πλήγμα για το ανθρώπινο είδος!
Και ο γιος σας όμως πατάει στα δικά σας βήματα…
Ο μεγάλος μου γιος, ο Νικόλας, πατάει στα δικά μου βήματα, είναι ο τελευταίος μαθητής του Γιώργου Κόρου στο βιολί. Πηγαίνουμε μαζί σε όλα τα πανηγύρια, σε όλες τις εκδηλώσεις. Νομίζω είναι άξιος συνεχιστής μου!