O Αμερικανός οφθαλμίατρος Αλαν Σκοτ, γνωστός και ως «πατέρας του botox», έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 89 ετών.
Ο δημιουργός του δημοφιλούς σκευάσματος πέθανε στις 16 Δεκεμβρίου σε νοσοκομείο της Καλιφόρνιας, ωστόσο ο θάνατός του έγινε γνωστός χθες από την εφημερίδα «Washington Post». Ο Σκοτ πρωτοστάτησε στην αξιοποίηση των δυνατοτήτων του botox στον τομέα των καλλυντικών εντελώς τυχαία.
Η τοξίνη αυτή προοριζόταν αρχικά για στρατιωτική χρήση, αλλά όταν κρίθηκε ακατάλληλη για χρήση ως χημικό όπλο, αξιοποιήθηκε από επιστήμονες που δεν είχαν σχέση με τον στρατιωτικό τομέα και επαγγελματίες του ιατρικού τομέα, συμπεριλαμβανομένου του Σκοτ, ο οποίος είχε εργαστεί τη δεκαετία του 1960 στο Ινστιτούτο Οφθαλμολογικών Ερευνών Smith-Kettlewell στο Σαν Φρανσίσκο. Ο Σκοτ ήθελε να χρησιμοποιήσει τις παραλυτικές ιδιότητες της τοξίνης για τη θεραπεία του στραβισμού χωρίς επέμβαση, καταφέρνοντας να τελειοποιήσει το σκεύασμα γι’ αυτόν τον σκοπό.
Οι γιατροί που το χρησιμοποιούσαν, άρχισαν να παρατηρούν, προς τέρψη των ασθενών τους, ότι το σκεύασμα του Σκοτ, εκτός από τη διόρθωση του στραβισμού είχε αρχίσει να εξομαλύνει μερικές από τις ρυτίδες τους γύρω από τα μάτια.
Το 1991 η φαρμακευτική εταιρία Allergan αγόρασε το σκεύασμά του, το οποίο ονόμασε botox, και το 2002 ο Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ (FDA) ενέκρινε το σκεύασμα ως καλλυντικό προϊόν για την αφαίρεση των ρυτίδων όχι μόνο στο πρόσωπο, αλλά και στο σώμα. Από τότε το botox κυκλοφορεί ενεργά στην παγκόσμια αγορά και εκτιμάται ότι τουλάχιστον 11.000.000 άνθρωποι το χρησιμοποιούν. Ο ίδιος ο Σκοτ, σύμφωνα με την «Washington Post», δεν έπαψε ποτέ να θαυμάζει αυτή τη χρήση του σκευάσματος που ο ίδιος δημιούργησε, μέχρι τις τελευταίες ημέρες της ζωής του. «Η ζωή είναι ένα μυστήριο και είναι εκπληκτικό το τι συμβαίνει σ’ αυτήν» είχε δηλώσει κάποτε στην εφημερίδα «San Francisco Chronicle» σχετικά με το botox.