Με μια λιτή ανακοίνωση αναφορικά με το ζήτημα του παρεκκλησίου των Αγίων Ισιδώρων ολοκληρώθηκαν χθες οι εργασίες της ΔΙΣ για τον μήνα Οκτώβριο.
Στο επίσημο ανακοινωθέν της, η Εκκλησία της Ελλάδος αναφέρει ότι ο μακαριότατος, ως ο οικείος και αρμόδιος ποιμενάρχης της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών, ενημέρωσε τα μέλη της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου σχετικά με την υπόθεση του Ιερού Ναού Αγίων Ισιδώρων Λυκαβηττού, ο οποίος εμπίπτει στην ποιμαντική και κανονική του αρμοδιότητα.
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο κ. Ιερώνυμος δήλωσε στους συνοδικούς αρχιερείς ότι έχει σκοπό να μεταφέρει τον π. Δημήτριο Λουπασάκη από τον Λυκαβηττό σε ένα μοναστήρι της Αρχιεπισκοπής στη Βάρη και να διορίσει στους Αγίους Ισιδώρους έναν άλλο κληρικό.
Εντούτοις, το γεγονός ότι ο κ. Ιερώνυμος έθεσε το ζήτημα στη ΔΙΣ προκάλεσε αίσθηση σε αρκετούς ιεράρχες, αφού το θέμα αυτό δεν είναι συνοδικό και θα έπρεπε να αποφασίσει μόνος του, χωρίς να απασχολήσει τη συνεδρίαση. Μάλιστα, οι απόψεις για την κίνησή του αυτή διίστανται. Υπάρχει η πλευρά που υποστηρίζει ότι όλο αυτό έγινε για να κατευνάσει τα πνεύματα και να δημιουργήσει εντυπώσεις, υπογραμμίζοντας ότι δεν πρόκειται να προβεί σε καμία ενέργεια. Από την άλλη, κάποιοι θεωρούν ότι οδηγήθηκε σε αυτή την κίνηση για να μπορέσει να επικαλεστεί τη ΔΙΣ στην περίπτωση αντιδράσεων από τον π. Δημήτριο ή από τα πνευματικά του παιδιά. Να θυμίσουμε ότι το όλο ζήτημα είχε προκαλέσει με δηλώσεις του ο μητροπολίτης Αργολίδος Νεκτάριος, ο οποίος είχε τονίσει σε μέσα ενημέρωσης ότι ο εν λόγω ιερέας είναι αγύρτης και πρέπει να καθαιρεθεί.
Παράλληλα, ανακριβή χαρακτηρίζει η ΔΙΣ την ανακοίνωση του Δήμου Βάρης, Βούλας, Βουλιαγμένης, που χαρακτηρίζει ήττα της Εκκλησίας της Ελλάδος την καταδικαστική για το ελληνικό κράτος απόφαση του ΕΔΔΑ. Σημειώνει, μάλιστα, ότι αποσιωπά εντελώς ότι έγινε δεκτό το κύριο αίτημα της προσφυγής –για την άρνηση επαναφοράς του πολεοδομικού καθεστώτος των ακινήτων της Βουλιαγμένης– και εξαντλείται στο ότι το ΕΔΔΑ απέρριψε ένα παρεπόμενο αίτημα της προσφυγής για επιδίκαση δίκαιης (χρηματικής) ικανοποίησης, το οποίο η ανακοίνωση χαρακτηρίζει ανακριβώς ως αίτημα για «αποκατάσταση της φερόμενης υλικής ζημίας».
Διευκρινίζει, μάλιστα, ότι η αποκατάσταση της περιουσιακής ζημιάς, που υφίσταται η Εκκλησία της Ελλάδος, δεν ζητήθηκε ενώπιον του ΕΔΔΑ, ούτε είχε προβληθεί μέχρι σήμερα ενώπιον των ελληνικών δικαστηρίων και θα κριθεί στο μέλλον από αυτά. Επισημαίνει ακόμη ότι τόσο το Ελληνικό Δημόσιο όσο και ο Δήμος ΒΒΒ, που εισηγήθηκε μαζικές απαλλοτριώσεις εκκλησιαστικών ακινήτων από το 1980 και ουδέποτε μέχρι σήμερα κατέβαλε αποζημίωση, καταδικάσθηκαν σε καταβολή προστίμων από τα διοικητικά δικαστήρια (2012), επειδή αρνούνται να προχωρήσουν σε επαναφορά των ακινήτων στο πολεοδομικό καθεστώς που είχαν προ της κήρυξης των απαλλοτριώσεών τους, οι οποίες έχουν πλέον αρθεί. Εξάλλου, η Εκκλησία της Ελλάδος ελπίζει ότι το Ελληνικό Δημόσιο και ο Δήμος ΒΒΒ θα τιμήσουν την αρχή του κράτους δικαίου.