Σε ολόκληρο εργαστήριο εκμάθησης διαρρήξεων είχαν μετατρέψει ένα διαμέρισμα στη Θεσσαλονίκη πέντε άνδρες, που αρχικά στοχοποιούσαν τα θύματά τους και στη συνέχεια έφτιαχναν παράνομα αντικλείδια για να μπορούν να τρυπώνουν στα σπίτια και να τα ξαφρίζουν!
Στο πλαίσιο συντονισμένης επιχείρησης της ΕΛ.ΑΣ. διαπιστώθηκε πως σε διαμέρισμα στην Πολίχνη είχε στηθεί ειδικά διαμορφωμένος χώρος, όπου οι κακοποιοί μάθαιναν να ανοίγουν κλειδαριές διάφορων τύπων και να φτιάχνουν παράνομα αντικλείδια. Μάλιστα, οι άνδρες του Τμήματος Εγκλημάτων κατά Ιδιοκτησίας της Ασφάλειας Θεσσαλονίκης εντόπισαν και κατέσχεσαν εκατοντάδες αντικλείδια.
Σύμφωνα με την αστυνομική έρευνα, οι συλληφθέντες από τον Δεκέμβριο του 2021 είχαν στήσει ολόκληρο κύκλωμα με σκοπό να τρυπώνουν σε σπίτια και να τα… αδειάζουν ανενόχλητοι. Αρχικά, έβαζαν στο μάτι τούς χώρους που ήθελαν να ανοίξουν, στη συνέχεια παρακολουθούσαν και βιντεοσκοπούσαν άτομα που κρατούσαν στα χέρια τους τα κλειδιά τους, και πήγαιναν στο «εργαστήριο» όπου έφτιαχναν αντικλείδια. Μάλιστα, από ένα μόνο διαμέρισμα κατάφεραν να αποσπάσουν το χρηματικό ποσό των 160.000 ευρώ, ενώ στο «κέντρο» εκμάθησής τους βρέθηκαν δεκάδες κοσμήματα, χρυσαφικά, ηλεκτρονικές συσκευές και λοιπά κλοπιμαία, που δεν έχουν ταυτοποιηθεί ακόμη.
Οπως προκύπτει από βίντεο που ήρθε χθες στο φως, οι διαρρήκτες με ευκολία άνοιξαν την πόρτα ασφαλείας διαμερίσματος στη Θεσσαλονίκη. Ενδεικτικό του «επαγγελματισμού» τους είναι το γεγονός ότι φαίνονται να περπατούν προσεκτικά για να μη γίνουν αντιληπτοί και, μόλις βρίσκουν χρήματα και κοσμήματα, τα αρπάζουν και γίνονται καπνός, χωρίς να τους αντιληφθεί κανείς!
Σε βάρος τους σχηματίστηκε, κατά περίπτωση, δικογραφία για εγκληματική οργάνωση – συμμορία, διακεκριμένες περιπτώσεις κλοπών, ληστεία κατά συναυτουργία, νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και παρακολούθηση ραδιοφάσματος – μη δημόσιες διαβιβάσεις. Οι συλληφθέντες οδηγήθηκαν στον εισαγγελέα και παραπέμφθηκαν να απολογηθούν στον ανακριτή. Παράλληλα, οι Αρχές καλούν τους πολίτες να απευθυνθούν στην Ασφάλεια σε περίπτωση που έχουν πέσει θύματα διάρρηξης, με σκοπό να αναγνωριστούν τα κλοπιμαία.