Τον Ανέστη Μενεξέ τον γνώρισα ως θαμώνας σε μαγαζί όπου έδινε ένα από τα θρυλικά του πάρτι. Ηταν λίγο πριν αρχίσει η πανδημία, μια καθημερινή που ψάχναμε με την κολλητή να συνεχίσουμε τη βραδιά και βρεθήκαμε στο TIMES στην Πολίχνη, εκεί στα δυτικά, όπου γινόταν χαμός.
- Απο τη Σουζη Στεφανιδη
Αυτό ήταν… Ενθουσιάστηκα ακούγοντας τις μουσικές που έπαιζε, και οφείλω να ομολογήσω πως δεν ήμουν ακόμα πολύ φίλη της ελληνικής μουσικής. Οι ασταμάτητες λούπες, οι αλλαγές ακριβείας, τα ρεφρέν που παίζουν σαν συνθήματα όλο το βράδυ είναι ο τρόπος που τρελαίνει το κοινό του και είναι αποκλειστικά δική του σχολή, που ακολούθησαν κι οι άλλοι. Μετά συνεργαστήκαμε στον FRESH 96,1 κάνοντας ραδιοφωνικές εκπομπές και για μένα θα αποτελεί μέντορα στο είδος κι εγώ περήφανη που έμαθα να παίζω μουσική από τον καλύτερο.
Για μένα είσαι το απόλυτο millennial… Αν και πολύ νέος, παίζεις μουσική κοντά στα 20 χρόνια, ήδη γνωστός σε Θεσσαλονίκη και Αθήνα ως dj, διευθυντής Προγράμματος ραδιοφωνικού σταθμού, με συνεργασίες με την Panic Records σε προσωπικά σου μιξ, παραγωγός μιξ σε 50 διαφορετικά ραδιόφωνα σε Ελλάδα και εξωτερικό, και ιδιοκτήτης beach bar στη Χαλκιδική. Το λες και επιτυχία… Θυμάσαι σε ποιο μαγαζί έπαιξες πρώτη φορά και από εκεί άρχισαν όλα;
Από μικρός μού άρεσε η μουσική, επηρεάστηκα πολύ και από τη δουλειά του πατέρα μου. Είχε μαγαζί με ρούχα και έντυνε τότε όλους τους τραγουδιστές, κι εγώ έλεγα: «Θα γίνω τραγουδιστής ή dj». Εγινα dj τελικά, ευτυχώς, γιατί φωνή δεν έχω. Κάπως έτσι πήγα στο COZY στην Τούμπα και άρχισα δειλά να παίζω δίωρα με μεροκάματο 10 ευρώ με τα CD του μαγαζιού. Τότε ακόμα έτσι ήταν τα μαγαζιά, είχαν τα δικά τους CD, τα μηχανήματα δεν είχαν εξελιχθεί όπως σήμερα, κι εκεί με βοήθησε στα πρώτα μου βήματα ο Ζάχος, που ήταν παλιός dj, και δεν το ξεχνάω.
Θα άφηνες ποτέ τη Θεσσαλονίκη για την Αθήνα;
Ενδεχομένως ναι, αλλά εκεί πάνε πιο γρήγορα όλοι κι εγώ είμαι από τους πολύ χαλαρούς Θεσσαλονικιούς.
Από τι μπορεί να εμπνευστεί ένας νέος άνθρωπος σαν εσένα στη Θεσσαλονίκη ώστε να δημιουργήσει;
Η παραλία μας… αυτές οι βόλτες στην παραλία είναι ο καλύτερος ψυχολόγος και η μεγαλύτερη έμπνευση.
Η Θεσσαλονίκη φημίζεται για τη διασκέδασή της, αν και παρατηρώ ότι μετά την πανδημία δεν θυμίζει και πολύ τη Θεσσαλονίκη που ξέραμε στη διασκέδαση. Συμφωνείς;
Συμφωνώ, δυστυχώς. Μετά τον παρατεταμένο εγκλεισμό που έφαγε ο κόσμος, χάθηκαν τα στέκια… Εκεί που βρισκόμασταν για καφέ, για ποτό, που ξέραμε ότι θα βρούμε ο ένας τον άλλον. Τα πράγματα έχουν γίνει πιο απρόσωπα, γιατί εμείς γίναμε πιο απρόσωποι. Με λίγα λόγια, η πανδημία μάς αποξένωσε και αυτό φάνηκε ξεκάθαρα στη διασκέδαση της πόλης.
Ο κόσμος ξέρει τη Θεσσαλονίκη ως ερωτική πόλη, ως την πόλη της ξεγνοιασιάς, την πόλη με τους χαμογελαστούς και φιλόξενους ανθρώπους… Πολλοί λένε ότι πλέον απέκτησε και μία πλευρά που δεν της ταιριάζει… η πόλη της κόκας και του αχαλίνωτου σεξ. Εσύ που κινείσαι τη νύχτα τι βλέπεις;
Αυτές οι δύο πλευρές υπήρχαν πάντα και μάλλον σε όλες τις μεγάλες πόλεις ειδικά. Απλά τα social media μας έχουν κάνει να ζούμε πιο γρήγορα, να φαίνονται όλα πιο πολύ και να μαθαίνονται άμεσα. Σίγουρα η πανδημία μάς έκανε να θέλουμε ξαφνικά να τα ζήσουμε όλα εδώ και τώρα.
Η μουσική στη Θεσσαλονίκη πλέον είναι 90% ελληνική παντού, ενώ τις προηγούμενες δεκαετίες είχαμε πάρα πολλά και επιτυχημένα κλαμπ ξένης μουσικής. Γιατί συμβαίνει αυτό;
Πάντα η ιστορία έδειξε ότι, όταν ο Ελληνας ζούσε σε δύσκολες καταστάσεις (οικονομική κρίση, πανδημία κ.λπ.), στρεφόταν πάντα στο ελληνικό τραγούδι γιατί εκεί ακουμπάει με τον στίχο και με τον ρυθμό… με λίγα λόγια, πάντα επιστρέφει, ακόμα και μουσικά, στις ρίζες του.
Εσύ πού γουστάρεις περισσότερο; Κυριακή μεσημέρι σε beach bar της Χαλκιδικής ή Σάββατο βράδυ σε κλαμπ της Θεσσαλονίκης;
Εμένα μου αρέσει να παίζω παντού, αρκεί το «έμψυχο υλικό», δηλαδή ο κόσμος που έχει έρθει, να έχει διάθεση να πάρουν φωτιά τα decks. Οταν γουστάρει ο κόσμος, εγώ γουστάρω ακόμα πιο πολύ και το πάρτι από απλό πάρτι γίνεται θρυλικό πάρτι και επαναλαμβάνεται.
Επειδή γνωρίζω το τεράστιο φαν κλαμπ σου και ειδικότερα την αγάπη που σου έχουν οι Θεσσαλονικιές… Είναι υπέρμετρα όσα λέγονται για τις γυναίκες εδώ ή συμφωνείς;
Αν συμφωνώ λέει… Οι Θεσσαλονικιές είναι από τις ωραιότερες γυναίκες στον πλανήτη. Οπως λέμε για τη Χαλκιδική, σαν τη Χαλκιδική δεν έχει, έτσι και σαν τη Θεσσαλονικιά, όπου κι αν πας, δεν έχει.
Με τόσες γυναίκες λοιπόν που κυνηγούν έναν dj, είναι εφικτό να είσαι πιστός σε μία σχέση;
Αυτός είναι ο μύθος του dj. ΟΚ, ναι μεν, αλλά. Οταν κάνεις αυτή τη δουλειά, ίσως να αρέσεις παραπάνω, ειδικά την ώρα που βρίσκεσαι στα decks και παρτάρεις. Ομως μετά θες να είσαι για μία, αυτή που έχεις επιλέξει, αρκεί φυσικά να της αρέσει η μουσική όσο κι εμένα.
Ενα περίεργο περιστατικό θέλω να μου αφηγηθείς που σου έχει συμβεί σε ένα από τα χιλιάδες πάρτι που έχεις δώσει.
Η αλήθεια είναι πως έχω αρκετά, αλλά ένα μου έχει μείνει πολύ έντονα. Ενώ έπαιζα μουσική και στο μαγαζί γινόταν κόλαση, γίνεται διακοπή ρεύματος, νιώθω ένα χέρι να με ακουμπάει στο σημείο Χ και καπάκι ανοίγουν τα φώτα κι έχει χαθεί… Ακόμα έχω μείνει με την απορία ποια ήταν (γέλια).
Αν και τέρμα ορκισμένος Θεσσαλονικιός, θα σε ρωτήσω…υπάρχει κάτι που σε χαλάει στην πόλη και, αν μπορούσες, θα το άλλαζες;
Δεν με χαλάει ακριβώς, αλλά μου λείπει, θα έλεγα. Μου λείπει αυτό που ήμασταν όλοι παλιότερα. Η πιο χαλαρή διάθεση που είχαμε, τα πιο χαμογελαστά πρόσωπα, αυτός ο αέρας που είχαμε μέσα μας και πετούσαμε παρέα.
Με το φλερτ τι γίνεται, γιατί μαρμαρωμένους μάς βλέπω όλους…
Εχει σταματήσει το φλερτ, δυστυχώς, είναι όλα μηχανικά, δεν εκτονώνεται ο κόσμος, δεν δίνεται, δεν ρισκάρει.