Συναντήσαμε τον… Νουρέγιεφ του ελληνικού θεάτρου και του σινεμά στο σπίτι του, στην Παλιά Πεντέλη. Μας υποδέχθηκε εγκάρδια, με τον Φώτη Μεταξόπουλο να κρατά στα χέρια του μια φιάλη οξυγόνου, αφού τον τελευταίο καιρό ταλαιπωρείται από σοβαρό πρόβλημα ΧΑΠ του αναπνευστικού αλλά και ακόμα μία σοβαρή επέμβαση στους πνεύμονες -ευτυχώς τα αποτελέσματά της απέδειξαν μόνο την ύπαρξη καλοήθών επεξεργασιών-, αλλά παρά όσα αντιμετωπίζει δεν το βάζει κάτω.
- Από τον Γιάννη Αρμουτίδη
Το πιο συγκλονιστικό, όμως, είναι πως ο θρυλικός χορευτής, που ταύτισε το όνομά του με τον χρυσό ελληνικό σινεμά, είναι σχεδόν τυφλός, όπως λέει και ο ίδιος, κάτι που αποκαλύπτει για πρώτη φορά. «Εχω ωχρά κηλίδα και βλέπω 4/10! Ηδη βρίσκομαι συνεχώς σε αγωγή» είναι τα λόγια του, χωρίς όμως -όπως λέει- να το βάζει κάτω, λέγοντας πως θα «φύγει» στα 120 του!
Η πιο συγκλονιστική όμως αποκάλυψή του είναι για τη Νάντια Φοντάνα, με την οποία υπήρξαν μαζί και καλλιτεχνικά και προσωπικά ως ζευγάρι. «Τη Νάντια Φοντάνα την είχα στο μπαλέτο. Νάντια Μακρίδου την έλεγαν. Εγώ τη ”βάφτισα” καλλιτεχνικά και την έκανα Φοντάνα. Και με αυτήν έκανα καριέρα. Επίσης, ήταν και η γυναίκα μου. Παντρευτήκαμε και ήμασταν δεκαπέντε χρόνια μαζί! Ηταν μια σχέση πάθους και αγάπης. Και σήμερα υπάρχει ακόμη η ίδια σχέση. Και μάλιστα έχει περάσει πολύ άσχημα! Η ίδια είχε πρακτορείο και έβαλε κάποιον να το διαχειριστεί, όταν χρειάστηκε να κάνει μια επέμβαση, αλλά τη χρέωσε κι έτσι της το πήραν, γιατί δεν είχε χρήματα να το αποπληρώσει.
Χρωστάει λεφτά και είναι σε άθλια κατάσταση. Και επιπλέον έχει σοβαρό πρόβλημα με τα μάτια της, βλέπει 2/10, και τα ισχία της! Προσπαθώ να της βγάλω αναπηρική σύνταξη, γιατί είναι χάλια! Της έβγαλα πρώτα τιμητική σύνταξη, πράγμα καθόλου εύκολο, αλλά έτρεξα! Γιατί θέλω τουλάχιστον ο άνθρωπος να “φεύγει” όρθιος! Επειδή έκανα καριέρα μαζί της, αισθάνομαι ότι πρέπει να τη βοηθήσω. Εάν δεν ήταν η Νάντια, δεν ξέρω αν η καριέρα μου θα ήταν έτσι» λέει χαρακτηριστικά!
Ο Ελληνας Νουρέγιεφ της Φίνος!
Το πρώτο που αντικρίζει κανείς μπαίνοντας στο γραφείο του (εκεί βρίσκεται όλη του η ζωή σε φωτογραφικά «αποτυπώματα») είναι τόμοι ολόκληροι (έως το 2003), με αρχειοθετημένη την καριέρα του.
Ησασταν πάντα ένας άνθρωπος που φροντίζατε να έχετε τάξη στη ζωή σας;
Αυτό το αρχείο μου το έχουν φτιάξει η κόρη μου και μία φίλη της. Η κόρη μου έχει σπουδάσει θεατρολογία και μόλις έμαθε η καθηγήτριά της στο πανεπιστήμιο ότι είμαι ο πατέρας της τής ζήτησε να μου κάνει αρχειοθέτηση όλες τις στιγμές της καριέρας και να την παραδώσει ως εργασία. Και οι δύο, λοιπόν, μου έφτιαξαν όλη μου τη ζωή. Είχα συγκεντρώσει ένα τεράστιο τσουβάλι με αποκόμματα από όλη μου την καριέρα και μου το έβαλαν σε μια τάξη και σειρά και πήραν βραβείο γι’ αυτό το πράγμα.
Θα μπορούσε να κυκλοφορήσει ένα λεύκωμα με τις μεγάλες στιγμές σας σε φωτογραφικό άλμπουμ;
Ναι, οπωσδήποτε! Βλέπεις, έχω κάνει 86 ταινίες και στο θέατρο πάνω από 120 παραστάσεις. Οι περισσότερες ήταν επιθεώρηση και μιούζικαλ, όμως δεν έχω κάνει πρόζα! Το πιο δύσκολο είδος είναι η επιθεώρηση. Γιατί έχει μέσα αρχαίο θέατρο, κωμωδία, όπερα, ό,τι θέλεις τα βρίσκεις μέσα. Είναι το πιο δύσκολο θεατρικό είδος, που ο ηθοποιός πρέπει να παίζει, να τραγουδάει, να κάνει τα πάντα. Πολλοί μεγάλοι ηθοποιοί που δοκίμασαν απέτυχαν, ενώ πέτυχαν ηθοποιοί όπως ο Σταυρίδης, ο Αυλωνίτης, που με αυτούς μεγάλωσα. Εκεί κατάλαβα τι είναι ηθοποιός. Και ειδικά αυτός που λάτρευα ήταν ο Ορέστης Μακρής. Είναι ο μεγαλύτερος ηθοποιός που έχω δει στη ζωή μου. Πήγαινα στο καμαρίνι του κάθε βράδυ, όταν πρωτοβγήκα. Χτύπαγα την πόρτα. «Κύριε Μακρή, γεια σας». Σηκωνόταν. «Καλώς τον Φωτάκη. Καφέ;» μου έλεγε! Με το που έπαιρνε το μολύβι για να κάνει την πρώτη ρυτίδα μπροστά στον καθρέπτη, άρχιζε και… μεθούσε. Εφτιαχνε τον ρόλο του προτού εμφανιστεί στη σκηνή. Και μετά την παράσταση ξεμεθούσε έπειτα από μισή ώρα.
Ζωή σαν ταινία
Η ζωή του Φώτη Μεταξόπουλου μοιάζει η ίδια με σενάριο ταινίας. «Ξεκίνησα στο θέατρο το 1954, στο “Ρωμαίος και Ιουλιέτα”, στον βασιλικό κήπο, με τον Χατζίσκο και την Αννα Συνοδινού. Και μάλιστα εκεί χόρεψα στον χορό που έχει η Ιουλιέτα. Μου έδωσαν, λοιπόν, τη θέση που χόρευε ο Γιώργος Παππάς με τη Συνοδινού. Ημουν πρώτος στο μπαλέτο και από πίσω δεκαπέντε ζευγάρια, κι εγώ μπροστά με τη Συνοδινού. Εκτός ότι ήταν καταπληκτική γυναίκα, ήταν απλός άνθρωπος, καλός άνθρωπος, αλλά τσακώθηκε έπειτα από δέκα ημέρες με τον Χατζίσκο και έφυγε. Και έτσι ήρθε η Αλίκη Βουγιουκλάκη. Η δεύτερη παρτενέρ μου ήταν η Αλίκη» λέει ο ίδιος ξετυλίγοντας το κουβάρι της ζωής του!
«Πριν από το θέατρο ήμουνα πολύ φτωχός. Αλλά είδα στην εφημερίδα ότι ζητούνται νέοι και νέες για να γίνουν χορευτές, χωρίς να πληρώνονται. Ελεγαν ότι θα αρχίσουν να πληρώνονται, ότι όταν τελειώσουν θα κάνουν τουρνέ σε Ελλάδα και εξωτερικό, κι έτσι πήγα. Εκεί στους χορευτές ήταν ο Σειληνός και ο Κάρλας. Πήγα, λοιπόν, στη δασκάλα μου και της είπα: “Σας παρακαλώ, θέλω να μου πείτε αν έχω ταλέντο πρώτου χορευτή γιατί συντηρώ την οικογένειά μου και θέλω να προχωρήσω”. Εκείνη μου απάντησε πως δεν μπορεί να μου πει κάτι τέτοιο από την πρώτη στιγμή και πως θα πρέπει να κάνω μαθήματα και πως θα μου πει σε έναν μήνα. Ετσι κι έγινε, πάνω στον μήνα μού λέει: “Θα είναι αμαρτία να σταματήσεις, αλλά είσαι 19 χρονών! Αν ξεκινήσεις τώρα κλασικό μπαλέτο, για να γίνεις πρώτος θέλεις δέκα χρόνια! Θα έρχεσαι κάθε μέρα και θα κάνεις όσες ώρες μπορείς”. Εγώ τότε έκανα τσιμεντόλιθους στην Πετρούπολη, από τις έξι το πρωί έως τις τρεις το μεσημέρι. Μετά ανέβαινα στο ποδήλατο -γιατί δεν είχα λεφτά να πάρω εισιτήρια- και πήγαινα από την Πετρούπολη στη Θεμιστοκλέους. Εμπαινα στη σχολή στις τέσσερις και τελείωνα στις δέκα το βράδυ. Πώς άντεξα τρία χρόνια απορώ» μας λέει χαρακτηριστικά.
Η θρυλική Κάθριν Ντάνχαμ
Το παραμύθι για εκείνον μόλις άρχισε! Ενα παραμύθι με πολλές εκπλήξεις, όπως αυτή της Κάθριν Ντάνχαμ. «Οταν τελείωσα, όμως, ήμουν φτασμένος, πρώτος χορευτής. Στη συνέχεια πήγα στη Λυρική Σκηνή, γιατί ήθελα να γίνω κλασικός χορευτής. Δίνω, λοιπόν, εξετάσεις και με παίρνουν, και είμαι στο μπαλέτο. Ξαφνικά, όπως χορεύω, έρχεται η Κάθριν Ντάνχαμ, με ένα γκρουπ 40 ατόμων στο Rex, για δεκαπέντε μέρες. Η σπουδαία αυτή καλλιτέχνις, λοιπόν, ήξερε τη δασκάλα μου στη Λυρική, την Τατιάνα Βαρούτη, και της ζήτησε έναν χορευτή. Η δασκάλα μου με έστειλε αμέσως. Εκανα οντισιόν στο Rex, στο φουαγιέ. Ηταν όλοι μαύροι. Ο μόνος λευκός ήμουν εγώ. Οταν εμφανίστηκα δίπλα της στη σκηνή, έπειτα από τρία βήματα, με σταμάτησε και με ρώτησε: “Θα έρθεις στην Ευρώπη μαζί μου;” και δίχως άλλο συμφώνησα αμέσως. Με το που το ανακοίνωσα στον διευθυντή της Λυρικής Σκηνής μού το απαγόρευσε. Οταν είσαι δημόσιος υπάλληλος, μου είπε, απαγορεύεται να πας σε άλλη δουλειά. Πηγαίνω αμέσως στην Ντάνχαμ, της το λέω και τηλεφωνεί αμέσως στον Αμερικανό πρέσβη κι έτσι πήρα άδεια για να ταξιδέψω στην Ευρώπη μαζί της.
Κάποια στιγμή αρρώστησε, διαλύθηκε το σχήμα, είχα την τύχη όμως στην τελευταία μου παράσταση να συναντήσω έναν Αιγύπτιο παραγωγό, που με κάλεσε στην Αίγυπτο. Εκεί γνώρισα τη μητέρα του Πάνου, Καλαματιανή ήταν, και την κάλεσα στην Ελλάδα για να παντρευτούμε. Επειτα από έναν χρόνο περιοδείας ξαναεπέστρεψα στη Λυρική Σκηνή για να φύγω τελικά, επειδή με «έδιωξε» ο συνδικαλισμός. Με λίγα λόγια, δεν συμφωνούσα με τη φιλοσοφία τους. Στην επιθεώρηση μεταπήδησα επειδή με ανακάλυψε η Αλίκη Βέμπο, η αδερφή της Σοφίας Βέμπο. Μου λέει: “Τι δουλειά έχετε εσείς εδώ, κ. Μεταξόπουλε; Η Λυρική Σκηνή έχει ως κοινό 2.000 κόσμο! Εσάς, όμως, πρέπει να σας δει όλη η Ελλάδα”. Με συγκλόνισαν τα λόγια της. Συναντώ, λοιπόν, τον Τραϊφόρο και υπογράφω αμέσως μαζί του.
Η πρώτη μου χορογραφία ήταν το 1962. Γινόταν χαμός στο θέατρο! Ο κόσμος έλεγε: “Να πάτε να δείτε έναν χορευτή στο Βέμπο που, εκτός του ότι… πετάει, είναι άντρας!” Αυτό, “το είναι άντρας”, ίσως με βοήθησε πιο πολύ από όλα να γίνω και να κάνω καριέρα» εξομολογείται με αφοπλιστική ειλικρίνεια! «Ο πατέρας μου ήξερε τι… κουμάσι ήμουν και δεν φοβόταν. Και έτσι πήγα. Αλλά όταν πήγα εκεί, οι περισσότεροι ήταν… έτσι! Να φανταστείς ότι χορεύαμε στο θέατρο του Παπαϊωάννου και πάνω από τους εξώστες μάς ξεφώνιζα. “Ουου ουου σύκα”!
Ανάμεσα στο υπόλοιπο μπαλέτο (σ.σ.: χορευτές) υπήρχε ακόμα ένας άντρας και μου είπε πάμε να τους δείρουμε. Βγήκαμε έξω και τους περιμένουμε να κατέβουν για να τσακωθούμε. Εμένα δεν με ένοιαζε που είχα αυτούς δίπλα μου. Εμένα με ένοιαζε να χορεύω και να χορεύω με γυναίκα. Ο χορός τι είναι; Το ζευγάρι μεταξύ άντρα και γυναίκας που είναι η αγάπη, ο έρωτας. Ολα τα ντουέτο μου, αν τα δείτε, βγάζουν αυτό το πράγμα» λέει ο Φώτης Μεταξόπουλος.
H ζηλιάρα Αλίκη και το δάγκωμα της Βλαχοπουλου στα οπίσθια του
O ίδιος, ξεφυλλίζοντας το άλμπουμ της ζωής του, παρά τα σοβαρά προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζει, μιλά για τις σταρ του ελληνικού σινεμά! «Η Αλίκη ήταν τελειομανής. Είδε τη Ρίκα Διαλυνά στο χορευτικό στις “ Διπλοπενιές”, που φορούσε ένα μπουστάκι του Γιάννη Γαλάτη με χάντρες και όπως χόρευε αυτό έλαμπε, και το βράδυ, εκεί που βλέπαμε τις σκηνές που γυρίσαμε ανάμεσά τους και τη σκηνή με τη Διαλυνά, με φωνάζει και μου λέει: “Τι είναι αυτό που φοράει η Ρίκα;” Της εξήγησα. Ηταν να κάνει το τελευταίο της γύρισμα, αλλά η Αλίκη μάς λέει πως δεν θα το κάνουμε αύριο, όπως ήταν κανονισμένο, και πως θα μας ειδοποιήσει πότε θα το κάνουμε! Πήγε, λοιπόν, και έφτιαξε ένα μαύρο φόρεμα, κεντημένο από πάνω έως κάτω με χάντρες. Και επειδή δεν είχε χορευτικό στη σκηνή της, πώς θα έδειχνε τις χάντρες, να κουνιόταν; Σκαρφίστηκε λοιπόν το εξής: Βγήκε με το φουστάνι αυτό στη σκηνή που όριζε η ταινία. Εκεί ερχόταν ένα κοριτσάκι και της έδινε μια ανθοδέσμη, κι εκείνη έπρεπε να κάνει μια υπόκλιση. Τι έκανε, λοιπόν; Αρχισε να κουνάει το σώμα της πάνω στη σκηνή και το φόρεμα έλαμπε ολόκληρο!
Σε μια άλλη ταινία, όταν κάναμε πρόβες, δεν ήθελε καμιά ξανθιά χορεύτρια να είναι δίπλα της, ενώ σε μια άλλη ταινία είχαμε μια σκηνή όπου την είχα ανεβάσει σε ένα τραπέζι και χόρευε. Ηταν όμως σε λίγο μεγαλύτερη ηλικία και είχαν χαλαρώσει τα μπράτσα της. Και όπως χόρευε, πρόσεξα ότι κουνιόταν από τη χαλάρωση. Σταματάω το γύρισμα και μιλάω με την Αλίκη στο καμαρίνι! Της λέω για τα μπράτσα, πανικοβάλλεται και τότε τη συμβούλεψα να αλλάξει θέση στα χέρια της, και να τα τεντώσει. Με αγκάλιασε, με φίλησε και από τότε σε ό,τι έκανε με φώναζε για να με ρωτήσει. Σε όλες τις ταινίες της».
Κατά τη διάρκεια της κουβέντας μας φτάνουμε στη Ρένα Βλαχοπούλου: «Στη Ρένα δεν έκανα ποτέ, μα ποτέ χορογραφία. Ξέρεις γιατί; Γιατί είχα εμπιστοσύνη στα χέρια μου και ήξερα πως το σώμα της πάει παντού και της έκανα ό,τι ήθελα. Εκείνη την ώρα το φτιάχναμε. Οπως χορεύουμε, εάν δεις στην ταινία “Η θεία μου η χίπισσα”, όπως τη γυρίζω και τη βάζω κάτω από τα πόδια μου και βγαίνει από πίσω, μου δάγκωσε τα οπίσθια! Τόσο τρελή ήταν αυτή η γυναίκα».