Από τις ποδηλατάδες στην Αθήνα, στις σπουδές Ιατρικής στη Νέα Υόρκη κι από εκεί στη Βραζιλία για ειδίκευση στην πλαστική χειρουργική από τον «πατέρα» της εν λόγω επιστήμης. Ο Ιωάννης Λύρας, κορυφαίος πλαστικός χειρουργός, ξετυλίγει μέσω της «Espresso» το νήμα της προσωπικής του διαδρομής, αποκαλύπτοντας παράλληλα ιστορίες … «Nip/Tuck» made in Greece.
- Από τον Ηλία Μαραβέγια
Πού γεννηθήκατε, κύριε Λύρα;
Στην Αθήνα, στον Λυκαβηττό, από μητέρα Βολιώτισσα και πατέρα από τη Μονεμβάσια. Τα πρώτα μου χρόνια τα πέρασα στον Βόλο με τον παππού και τη γιαγιά μου τη Λευκοθέα, η οποία ήταν μια γυναίκα όλο αγάπη, γι’ αυτό ονόμασα έτσι και την κόρη μου όταν ήρθε. Στην Αθήνα μεγάλωσα κάτω από την Ακρόπολη, εκεί έκανα ποδήλατο πρώτη φορά… Μακρυγιάννη, Διονυσίου Αρεοπαγίτου. Εκεί κοντά πήγα και σχολείο.
Περάσετε από άλλες επαγγελματικές αναζητήσεις προτού καταλήξετε στην Ιατρική;
Βέβαια. Μεγάλωσα την εποχή του Κουστό και στην αρχή ήθελα πολύ ν’ ασχοληθώ κι εγώ με την ωκεανογραφία. Μετά σκέφτηκα ν’ ασχοληθώ με τη Φυσική, καθώς ήταν ένα από τα μαθήματα που μου άρεσαν πολύ. Θα μπορούσα να γίνω ένας πολύ καλός φυσικός, κατασκευαστής δηλαδή, και να κάνω… πλαστική στη Γη. Ομως η γιαγιά μου, που ήθελε πολύ να γίνω γιατρός, με οδήγησε κατά κάποιον τρόπο σε αυτόν τον δρόμο. Πάντως, το πρώτο μου πανεπιστήμιο ήταν η Φυσική, το οποίο άφησα για να πάω στην Ιατρική και να συνειδητοποιήσω πως πάλι με τη Φυσική ήθελα ν’ ασχοληθώ, αλλά σε ανθρώπινο σώμα. Η πρώτη μου επιλογή ήταν η πλαστική στη Γη μέσα από την επιστήμη της Φυσικής, η δεύτερη η πλαστική στα σώματα μέσα από την Ιατρική.
Υπήρξαν στιγμές κατά τη διάρκεια των σπουδών σας που δυσκολευτήκατε, σε σημείο να σκεφτείτε να τα παρατήσετε;
Αν με ρωτούσε σήμερα η κόρη μου, θα της έλεγα να μην ασχοληθεί με την Ιατρική. Είναι μια επιστήμη που χρειάζεται μεγάλος κόπος για να τη μάθεις, χρειάζεται να δώσεις πολλά χρόνια από τη ζωή σου για να σε εμπιστευτούν και να γίνεις, ας πούμε, «πρώτο νυστέρι», όπως είμαι εγώ τώρα, αλλά έχεις μικρή διάρκεια παραγωγής. Αν γίνεις «πρώτο νυστέρι» στα 40 σου, για πόσο θα δουλεύεις; Μέχρι πότε θα είσαι πρώτος; Κι επειδή οι γιατροί δεν είναι καλοί επιχειρηματίες, χάνουν εύκολα τη ζωή τους έτσι. Χαμένη ζωή σε μια επιστήμη που συνεχώς εξελίσσεται, μεταλλάσσεται, εμπλουτίζεται με νέες τεχνικές και πολύ γρήγορα μπορεί να σε ξεπεράσει κιόλας. Εγώ δηλαδή έχω καταβάλει μεγάλο κόπο για να είμαι τόσα χρόνια στην πρώτη γραμμή και δόξα τω Θεώ με βοήθησε και η φυσική μου κατάσταση, κι έτσι δεν μετάνιωσα που έγινα γιατρός. Αν όμως με ρωτούσε σήμερα κάποιος, θα του έλεγα καλύτερα να γίνει μεσίτης μεγάλων σπιτιών, αντί γιατρός. Πιο πολλά λεφτά βγάζουν οι μεσίτες χωρίς να καταβάλλουν μεγάλο κόπο και δίχως ιδιαίτερες σπουδές.
Πώς έγινε και φύγατε στη Νέα Υόρκη;
Οταν έγινα γιατρός, δεν μπορούσα να διανοηθώ ότι θα εξαρτώμαι από ένα Εθνικό Σύστημα Υγείας στο οποίο δεν πίστευα κιόλας. Εγώ το ΕΣΥ το γνώρισα το 1981, όταν και δημιουργήθηκε, και ήξερα από την αρχή ότι θα αποτύχει γιατί ήταν ακριβό, ζημιογόνο και ανεπαρκές. Δεν κάλυπτε τον γιατρό που έδινε τις υπηρεσίες, ούτε και τον ασθενή που τις λάμβανε, γιατί μεσολαβούσαν οι γραφειοκράτες, οι σπάταλοι, οι διαχειριστές προμηθειών. Συνεπώς, δεν θα καθόμουν ποτέ να εκπαιδευτώ στην Ελλάδα. Είχα φίλους στο εξωτερικό που με τράβηξαν αρχικά στη Νέα Υόρκη για να κάνω γενική χειρουργική. Εκεί πραγματικά έβαλα τις βάσεις για την επιστήμη μου, αλλά δεν μου άρεσε καθόλου η κοινωνία, ήταν 1987 και η εγκληματικότητα μάστιζε τη Νέα Υόρκη.
Ετσι αποφασίσατε να ειδικευτείτε στην πλαστική χειρουργική πηγαίνοντας στη Βραζιλία;
Ναι, πήγα στο Ρίο ντε Τζανέιρο και στην κορυφαία σχολή του πλανήτη. Δεν δεχόμουν να εκπαιδευτώ από κάποιον που ήταν δεύτερος. Ηθελα ο δάσκαλός μου να είναι πρωτοπόρος, ο πιο δυνατός. Εδωσα, λοιπόν, εξετάσεις και πέρασα στη σχολή του «πατέρα» της μοντέρνας πλαστικής χειρουργικής, του Ιβο Πιτανγκί, όπου εκπαιδεύτηκα με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
Ποια ήταν τα μεγαλύτερα μαθήματα που πήρατε από αυτόν;
Το πρώτο ήταν η εμπιστοσύνη στα χέρια μου, γιατί πέρασα τις διαδικασίες που χρειαζόταν για να πιστοποιηθώ. Εκεί, αν δεν ήσουν καλός, δεν τελείωνες, έφευγες! Ενας χειρουργός είναι σαν έναν πιλότο, αν δεν εμπιστεύεται τα χέρια του, δεν μπορεί να απογειώσει το αεροπλάνο ούτε να το προσγειώσει. Το δεύτερο ήταν η συσσωρευμένη γνώση που μ’ έκανε και ασφαλή. Η Βραζιλία έχει τεράστιο αριθμό περιστατικών. Είναι η πρώτη χώρα στις πλαστικές στον κόσμο. Γίνονται 600.000 με 1.000.000 επεμβάσεις ετησίως.
Εχετε ακόμη επαφή με τη χώρα;
Βέβαια, πηγαίνω μια φορά τον χρόνο γιατί έχουμε τη σχολή μας εκεί, ενώ είμαι και επίτιμος πρόξενος της Βραζιλίας. Μάλιστα, στις 5 Σεπτεμβρίου γιορτάσαμε και την εθνική εορτή της χώρας, που είναι στις 7 Σεπτεμβρίου. Τη γιορτάζουμε κάθε χρόνο. Είμαι, ας πούμε, ένας εκπρόσωπος του βραζιλιάνικου κράτους στην Ελλάδα. Ελαβα πολλές τιμές και βραβεία από τους Βραζιλιάνους.
Ερχόμενος στην Ελλάδα πώς βρήκατε τα πράγματα;
Οταν γύρισα εδώ, ήμουν τόσο πιο μπροστά από τους άλλους ειδικευόμενους, που υπήρξα αμέσως παραγωγικός και με εμπιστεύτηκαν. Επεσα και σε καλή εποχή. Ηταν πριν από την είσοδο της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Ο κόσμος πίστευε ότι είχε πολλά λεφτά και τα εμπιστευόταν σε αντικείμενα και υπηρεσίες πολυτελείας. Μία από αυτές ήταν η πλαστική χειρουργική. Τότε ήμασταν λίγοι οι γνωστοί χειρουργοί. Εγώ μπήκα γρήγορα στο top-3 των επιλόγων των Ελλήνων. To 1996 μπήκα στον ιδιωτικό τομέα και το 2000 είχα ο ίδιος πάνω από 1.000 χειρουργεία τον χρόνο, τρία κάθε μέρα δηλαδή.
Επομένως, αποκτήσατε εύκολα το εκλεκτό πελατολόγιό σας;
Εγώ είμαι ένας πλαστικός χειρουργός που έπεισε τη μεσαία τάξη, δηλαδή τους νοικοκύρηδες της Ελλάδας, ότι είμαι ασφαλής και παραγωγικός και μπορούν να μ’ εμπιστευτούν για ό,τι πιο σημαντικό έχουν στη ζωή τους: τους ανθρώπους τους. Δεν ήμουν ο γιατρός που προώθησαν οι μεγάλες εταιρίες και οι χορηγοί, δεν ήμουν ο γιατρός που προώθησε τη φτηνή παραγωγή πρόχειρης δουλειάς και παραμόρφωσης, ούτε είχα ποτέ πελάτες που ήθελαν να παραμορφωθούν. Είχα πάντα τη μεσαία τάξη που στήριζε την Ελλάδα.
Είχατε ωστόσο και διάσημους πελάτες…
Είχα και έχω. Είχα πολλούς από την τηλεόραση, καθώς πέτυχα και την καλή εποχή της, πολλές παρουσιάστριες, αρκετές πολιτικούς, πολλές γυναίκες αθλητών.
Ποιοι πελάτες είναι οι πιο δύσκολοι;
Οι πολιτικοί ήταν και παραμένουν δύσκολοι γιατί έχουν συνηθίσει να μιλάνε και όχι να ακούν. Τώρα πια είναι δύσκολες και οι γυναίκες που βλέπουν πολύ Instagram, γιατί είναι ημιμαθείς. Πιστεύουν ότι το Instagram είναι η πηγή της πληροφόρησης, η εγκυκλοπαίδεια του μέλλοντος. Αλλοι δύσκολοι πελάτες είναι εκείνοι που θέλουν πολλά μαζί χωρίς κόπο και κόστος.
Πότε λέτε «όχι» σε έναν ασθενή;
Οταν είναι αλαζόνας ή απερίσκεπτος, δηλαδή δεν γνωρίζει τα όρια της ασφάλειας και θέλει, για παράδειγμα, να του κάνω πέντε εγχειρήσεις μαζί.
Υπάρχει εθισμός στις πλαστικές;
Ο εθισμός δεν βρίσκεται στις πλαστικές που γίνονται στο χειρουργείο, γιατί εκεί οι επεμβάσεις είναι πολύ συγκεκριμένες. Στις ενέσεις υπάρχει εθισμός κι αυτό είναι τραγικό. Μάλιστα, αυτοί που έχουν εθιστεί εξοργίζονται αν τους πεις «όχι». Οι ενέσεις εθίζουν, όχι οι εγχειρήσεις. Αυτοί είναι το πιο δύσκολο κοινό. Τα Russian lips, ας πούμε, είναι μια κατηγορία ενέσεων που δείχνει την παραμόρφωση. Οι γυναίκες αυτές δεν καταλαβαίνουν ότι παραμορφώνονται, νομίζουν πως είναι όμορφες.
Ποιες επεμβάσεις αποτελούν σταθερές αξίες;
Το στήθος ήταν πάντα και παραμένει στη μόδα. Επειτα περνάμε στην κατηγορία της φθοράς και μετά μπαίνει η αντιγήρανση σε όλες τις ηλικίες. Δηλαδή μπορεί μια γυναίκα να αισθανθεί ότι γερνάει στα 27 της. Τότε θα μπει στην κατηγορία ενέσεις. Αυτό βέβαια μπορεί να γίνει και στα 57 της. Γίνονται αρχικά ενέσεις και μετά χειρουργεία. Εγώ προτιμώ να λέω στις γυναίκες ότι πολλές επιτυχημένες παρουσιάστριες έχουν κάνει λίφτινγκ και δεν το έχει καταλάβει κανένας γιατί το έκαναν στη σωστή ηλικία. Είναι καλύτερο από το να φουσκώνουν συνέχεια και να γίνονται τα πρόσωπά τους σαν μπαλόνια.
Ποια είναι η σωστή ηλικία για λίφτινγκ;
Η σωστή ηλικία για το λίφτινγκ στις γυναίκες είναι τα 47 και στους άντρες τα 67. Οι άντρες γενικά επισκέπτονται τον πλαστικό μόνο σε ειδικές περιπτώσεις, ποτέ σε ροή… Σήμερα είχα έναν ασθενή που ήρθε να βγάλει το υαλουρονικό που είχε βάλει στα 24 του. Οι άντρες έχουν ειδικά αιτήματα που σχετίζονται με τη διάρκεια της ζωής και τις φάσεις που περνάνε, ενώ οι γυναίκες ζητούν από την αρχή και συνέχεια.
Οι πιο μικρές σε ηλικία γυναίκες που σας έχουν επισκεφθεί πόσο ήταν;
Θυμάμαι τρία κοριτσάκια 15 ετών που είχαν έρθει μαζί, χωρίς τις μητέρες τους. Ηταν όμορφες, μόλις είχαν αρχίσει να γίνονται γυναίκες. Είχαν έρθει να μοιραστούν μια σύριγγα υαλουρονικού για τα χείλη τους, γιατί θα έδιναν το πρώτο τους φιλί.
Με τη σύζυγό σας, Παναγιώτα Δρασιούδη, πώς γνωριστήκατε;
Τη φλέρταρα στο Κολωνάκι. Πέρασε και με εντυπωσίασε. Πήγαινε στη Νομική τότε, ήταν φοιτήτρια. Είχαμε ένα meeting εκείνη τη μέρα στην εταιρία πλαστικής χειρουργικής όπου ήμουν στο διοικητικό συμβούλιο και μαθαίναμε για τα προσωπικά δεδομένα. Περνώντας λοιπόν η Παναγιώτα από μπροστά μου, τη ρώτησα: «Τα μάθατε τα προσωπικά δεδομένα στη Νομική;» Και μου απάντησε. Της λέω τότε: «Ελάτε να σας εξετάσω, γιατί έχετε κάποιες ατέλειες». Δεν είχε βέβαια, και προσεβλήθη. Μου λέει: «Τι λέτε; Εχω ατέλειες εγώ;» Και της απαντώ: «Ναι, θα σας πω εγώ, είμαι πλαστικός χειρουργός». Ετσι ξεκίνησε, με τις γνωστές ανασφάλειες των γυναικών… (γέλια)
Και η κόρη σας;
Η Λευκοθέα ήρθε εντελώς τυχαία, δεν ήταν προγραμματισμένο. Εγώ δεν είχα αποκτήσει παιδιά για πολλά χρόνια. Δεν με ξάφνιασε όμως. Οταν ήρθε λοιπόν, ήταν σαν να την περίμενα όλα αυτά τα χρόνια, γι’ αυτό και της έδωσα το όνομα της γιαγιάς μου. Χάρηκα πολύ όταν έμαθα πως είναι κορίτσι. Την υποστηρίζω πλήρως για να αναπτύξει τα ταλέντα της και της έχω μεγάλη αδυναμία.
Μετά το βιβλίο σας «Το μυστικό της βραζιλιάνικης ομορφιάς» ετοιμάζετε ακόμα ένα.
Ακριβώς, είναι ένα βιβλίο που έχει τις 111 πιο ωραίες ιστορίες που έχω δει εδώ στο ιατρείο, ανθρώπινες ιστορίες. Παράδειγμα: έρχεται μια πανέμορφη γυναίκα γύρω στα 50 και πάω να της κάνω ένα αστειάκι. Τότε εκείνη με διακόπτει λέγοντας: «Κοιτάξτε, δεν ήρθα εδώ για αστειάκια, τα τελευταία δύο χρόνια ακούω σιωπή. Βρείτε τι φταίει και φτιάξτε το, θέλω να ξανακούσω κομπλιμέντα».