Πρωτεΐνες βιοδείκτες για την καταστροφή και την αναγέννηση του ανθρώπινου σκελετού
Το πρώτο βήμα για τη δημιουργία αιματολογικού τεστ και εξέτασης ούρων για την πρόληψη της οστεοπόρωσης έκαναν ερευνητές. Δημιούργησαν νέο δείκτη, που επιτρέπει τον εντοπισμό των γυναικών οι οποίες κινδυνεύουν περισσότερο από απώλεια οστικής μάζας στους σπονδύλους κατά την περίοδο μετάβασης στην εμμηνόπαυση.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής ενός ανθρώπου η οστική μάζα από την οποία αποτελούνται τα οστά του καταστρέφεται και αναγεννιέται διαρκώς, με τις δύο αυτές διαδικασίες να εξελίσσονται ταυτόχρονα. Οσο κανείς είναι νέος υπάρχει απόλυτη ισορροπία μεταξύ τους, με αποτέλεσμα όση ποσότητα οστού καταστρέφεται να αντικαθίσταται από άλλη τόση νέου οστού. Ωστόσο κατά τη μέση και τρίτη ηλικία -κυρίως- στις γυναίκες η διαδικασία καταστροφής επικρατεί της αναγέννησης, οδηγώντας σε απώλεια οστού και τελικά στην οστεοπόρωση.
Στην έρευνα, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Journal of Clinical Endocrinology & Metabolism», ερευνητές του University of California έλαβαν υπόψη τους τις πρωτεΐνες που βρίσκονται στο αίμα και στα ούρα, οι οποίες είναι ενδεικτικές της διαδικασίας καταστροφής του οστού, και εκείνες που αποτελούν ένδειξη της διαδικασίας αναγέννησης. «Από τη στιγμή που οι δύο διαδικασίες συμβαίνουν ταυτόχρονα, δημιουργήσαμε έναν δείκτη που λαμβάνει υπόψη του και τις δύο» δήλωσε ο επικεφαλής της έρευνας Albert Shieh, προσθέτοντας ότι τον αποκάλεσαν Δείκτη Ισορροπίας Οστών (Bone Balance Index).
Οστική μάζα
Για να διαπιστώσουν αν μπορεί να προβλέψει τη μελλοντική απώλεια οστικής μάζας, τον δοκίμασαν σε 685 Αμερικανίδες (ηλικίας από 42 έως 52 ετών). Ολες οι γυναίκες βρίσκονταν είτε στην περίοδο πριν από την εμμηνόπαυση είτε στα αρχικά στάδιά της και είχαν την τελευταία έμμηνο ρύση κατά τη διάρκεια της έρευνας. Ανά τακτά χρονικά διαστήματα οι ερευνητές λάμβαναν δείγματα αίματος και ούρων, τα οποία ανέλυαν, αναζητώντας τις πρωτεΐνες που αποτελούν βιοδείκτες για τις διαδικασίες καταστροφής και αναγέννησης των οστών, ενώ ταυτόχρονα κατέγραψαν την οστική πυκνότητα. Ο δείκτης αποδείχτηκε ιδιαίτερα αποτελεσματικός, προβλέποντας την απώλεια οστικής μάζας στη σπονδυλική στήλη δύο έως τέσσερα χρόνια πριν από την τελευταία έμμηνο ρύση.