❱❱ Ο Γιώργος Ζαχαριάς για 10 χρόνια ήταν δίπλα σε όλους τους μύθους που ανέβηκαν στο πλωτό παλάτι του ΩνάσηΑπό τον
ΝΙΚΟ ΝΙΚΟΛΙΖΑ
Για τον Αριστοτέλη Ωνάση υπήρξε ο Γιωργάκης, το αγαπημένο παιδί της θαλαμηγού «Χριστίνα», ο άνθρωπος που του έκανε παρέα όταν έτρωγε. Για τον Αλέξανδρο Ωνάση ήταν ένας φίλος κοντά στην ηλικία του, που δεν έπαιρνε το βλέμμα του λεπτό από πάνω του.
Μαζί έκαναν όλα τα σχέδια για την επόμενη μέρα! Τον έμαθε να κολυμπάει, να οδηγεί κρις κραφτ, να αποφεύγει τις κακοτοπιές στις φουρτουνιασμένες θάλασσες! Επί 10 και πλέον χρόνια ο Γιώργος Ζαχαριάς ήταν εσώκλειστος στη διάσημη θαλαμηγό του Ωνάση «Χριστίνα», ως οδηγός στα κρις κραφτ του, και τον ακολουθούσε σε όλες τις κρουαζιέρες με τις μεγάλες προσωπικότητες που εκείνος φιλοξενούσε: Ουίνστον Τσόρτσιλ, Γκρέτα Γκάρμπο, Μαρία Κάλλας, Τζάκι Κένεντι, Τζίνα Λολομπριτζίτα, Σοφία Λόρεν, Γκάρι Κούπερ και άλλοι…
Σήμερα ο 80χρονος πλέον Γιώργος Ζαχαριάς μιλά αποκλειστικά στην «Espresso» για όσα συγκλονιστικά έζησε δίπλα στον Ελληνα μεγιστάνα και για όλους τους σπουδαίους που γνώρισε δουλεύοντας ως πλήρωμα στο «Χριστίνα».
«Να ξεκινήσω με τον Τσόρτσιλ. Πολύ περίεργος άνθρωπος και, λόγω του πάχους του, κοιμόταν τις περισσότερες φορές στην καρέκλα, που έτρωγε. Επινε μπουκάλια ουίσκι!» μας αναφέρει ο κ. Ζαχαριάς και συνεχίζει την πολύ ενδιαφέρουσα αφήγησή του: «Σε κάθε ταξίδι που πηγαίναμε φόρτωνε στο αμπάρι τυλιγμένους πάνω από 200 πίνακες ζωγραφικής! Και όταν αποβιβαζόμασταν, τους ξεφορτώναμε. Δεν κατάλαβα ποτέ γιατί το έκανε αυτό. Από την άλλη, δεν θα ξεχάσω την Γκρέτα Γκάρμπο. Ηταν πλέον μεγάλης ηλικίας, αλλά υπέροχη γυναίκα και πανέμορφη. Θυμάμαι ένα περιστατικό που την αφορούσε και αποδεικνύει πόσο ξεχωριστή ήταν: Βρισκόμασταν αραγμένοι ανοιχτά της Χαλκίδας. Η Γκάρμπο ήταν στο κατάστρωμα, με ένα ποτήρι σαμπάνια στο χέρι. Ενα από εκείνα τα καλοκαιρινά βράδια ένας βαρκάρης της περιοχής φώναξε προς το πλοίο και τη χαιρέτησε. Εκείνη ανταπέδωσε και είπε στο πλήρωμα να του δώσουν ένα μπουκάλι ουίσκι. Το πρωί, ξημερώματα, ακούσαμε φωνές. Ο βαρκάρης είχε πιει όλο το μπουκάλι και είχε μεθύσει, με συνέπεια να πέσει στη θάλασσα και να πνιγεί. Οταν το έμαθε η Γκάρμπο άρχισε να κλαίει, γιατί πίστευε ότι ήταν υπεύθυνη για το τραγικό συμβάν».
Σε αυτό το σημείο ζητάμε από τον κ. Ζαχαριά να μας μιλήσει για τις γυναίκες του Αρίστου. «Μακράν η πιο καλόψυχη ήταν η Τίνα Λιβανού! Δεν θα ξεχάσω ότι σε κάθε ταξίδι που κάναμε η Τίνα έτρωγε με το προσωπικό της θαλαμηγού και πάντα μας ρωτούσε αν μας έλειπε κάτι. Ψυχούλα! Η Κάλλας ήταν πιο σκληρή και πιο ντίβα. Είχε πάντα θέμα με το πλήρωμα. Ωστόσο από τη Μαρία ακόμα αντηχεί στα αυτιά μου η φωνή της. Θυμάμαι ότι στη θαλαμηγό, μπροστά στην πρύμνη, ο Αρίστος είχε βάλει ένα πιάνο, για να κάνει εκείνη πρόβες. Κάθε βράδυ ήταν τέτοια η έκταση της φωνής της, που έφτανε έως το τελευταίο δωμάτιο και ακουγόταν σαν να ήταν δίπλα σου. Είχε, μάλιστα, και δύο σκυλάκια, τα οποία δεν αποχωριζόταν ποτέ. Οταν τραγουδούσε η Μαρία, τα σκυλιά ούρλιαζαν, σαν να τραγουδούσαν ντουέτο!» θυμάται.
Και οι ντίβες λυγίζουν
Αν και, όπως τονίζει ο οδηγός των κρις κραφτ του Ωνάση, η Κάλλας ήταν σκληρή ως άνθρωπος, εκείνος την είχε δει να… λυγίζει.
«Ηταν την περίοδο που της είχε αναγγείλει ο Αρίστος ότι χωρίζουν. Ημασταν με το κρις κραφτ. Αν και πάντα μου μιλούσε, εκείνη την ημέρα ήταν αμίλητη. Γυρίζει κάποια στιγμή προς το μέρος μου, με κοιτάζει βαθιά μέσα στα μάτια και μου λέει: “Γιωργάκη, δεν θα μείνω άλλο εδώ”. Επειτα από δύο μέρες χώρισαν».
Οσο για την Τζάκι, ο 80χρονος σήμερα Γιώργος Ζαχαριάς μόνο κακές στιγμές έχει να θυμάται: «Ηταν η χειρότερη. Οχι μόνο δεν έδινε σημασία σε εμάς, αλλά ούτε στον ίδιο τον Ωνάση. Πολύ κακός άνθρωπος για το πλήρωμα, ψυχρή γυναίκα. Θυμάμαι στον γάμο του Αρίστου στον Σκορπιό ούτε ένα ζεστό χαμόγελο. Σαν να μην παντρευόταν».
—-
Η αρχή του «ταξιδιού» δίπλα στον μεγιστάνα
Στο σπίτι του Γιώργου Ζαχαριά, στα νότια προάστια, ένας φάκελος γεμάτος φωτογραφίες, έγγραφα και σημειώσεις από εκείνη την εποχή είναι το μόνο που θυμίζει την περίφημη ιστορία του δίπλα στον Αριστοτέλη Ωνάση. «Προσπαθώ να γράψω όσα έζησα, για να μην τα ξεχάσω. Μου έχουν προτείνει πολλοί να γράψω βιβλίο, όμως δεν θα ήθελα να εμπορευτώ την κοινή μου ζωή με τον Αριστοτέλη. Γιατί μου έδωσε ψωμί να φάω» μας λέει συγκινημένος, επαναφέροντας στη μνήμη του στιγμές του παρελθόντος.
«Το ταξίδι μου στο πλευρό του Αριστοτέλη Ωνάση ξεκίνησε για μένα το 1956. Ο ξάδελφός μου ήταν πρώτος μηχανικός στα καράβια κι εγώ, ως πιτσιρικάς, άκουγα με υπερηφάνεια τις ιστορίες που έλεγε. Του είχα ζητήσει, λοιπόν, να μου βγάλει φυλλάδιο, με σκοπό να μπαρκάρω σε κάποιο καράβι. Επειδή καταγόμουν από πολύ φτωχή οικογένεια, δούλευα όπου έβρισκα. Είχα πιάσει τότε δουλειά σε ένα μαγαζί του θείου μου στο Μοναστηράκι και κάθε μέρα πήγαινα στη Φιλελλήνων, εκεί όπου ήταν όλες οι ναυτιλιακές εταιρίες, και ζητούσα δουλειά. Αλλά δεν με έπαιρνε κανείς λόγω ηλικίας. Ημουν μόλις 16 ετών. Μια μέρα, λοιπόν, στο μαγαζί του θείου μου έπεσε στα χέρια μου μια εφημερίδα που έλεγε ότι έχει δέσει στη Γλυφάδα η θαλαμηγός του Ωνάση. Ετσι, μπήκα στο λεωφορείο και πήγα στη Γλυφάδα, με σκοπό να πιάσω τον Ωνάση για να μου δώσει δουλειά στα καράβια του» μας περιγράφει γλαφυρά.
Στο πίσω κάθισμα
Ετσι κι έγινε! Ο 16χρονος τότε Γιώργος με περίσσιο θάρρος κατέβηκε στη στάση που ήταν κοντά στο σημείο όπου είχε δέσει ο Ελληνας κροίσος. Πήγε και στάθηκε έξω από το «Χριστίνα», με σκοπό να μιλήσει στον Ωνάση. Εκείνος βγήκε κάποια στιγμή από τη θαλαμηγό, μίλησε με δύο γνωστούς του που βρίσκονταν εκεί και μπήκε στο αυτοκίνητό του. «Κάθεται στο πίσω κάθισμα της Κάντιλακ, ο οδηγός τού κλείνει την πόρτα κι εγώ πηγαίνω και την ανοίγω λέγοντας: “Κύριε Ωνάση, θέλω να με πάρετε στα καράβια σας”. Σκύβει το κεφάλι του, με κοιτάζει μέσα από τα μαύρα γυαλιά του, χαμογελάει και λέει του οδηγού: “Πείτε στα παιδιά να τον πάρουν τον πιτσιρικά στη θαλαμηγό”» αναφέρει. Ετσι αρχίζει για τον μικρό Γιώργο Ζαχαριά το όνειρο της ζωής του…
—-
«Εγώ έμαθα στον Αλέξανδρο να οδηγεί κρις κραφτ»
Μέσα στη θαλαμηγό ο Γιώργος Ζαχαριάς έζησε σαν στο σπίτι του, καθώς ο Ωνάσης από την πρώτη στιγμή τού έδειξε εμπιστοσύνη. «Μόλις τα νέα -ότι έπιασα δουλειά- έφτασαν στα αυτιά του 8χρονου τότε Αλέξανδρου, εκείνος ήρθε, με αγκάλιασε και μου έφερε όλα τα παιχνίδια που είχε στο δωμάτιό του. Είχε χαρεί τρομερά, γιατί εγώ ήμουν ο μοναδικός από τους υπαλλήλους στη θαλαμηγό κοντά στην ηλικία του.
“Γιώργο, έφερα αυτά τα παιχνίδια να παίξουμε” μου λέει ένα πρωί. Εγώ άρχισα να γελάω, γιατί εκεί είχα πάει για δουλειά. Του το εξήγησα, όμως ο Αλέξανδρος ήταν ανένδοτος. “Εγώ θα το πω στον πατέρα μου και θα είμαστε μαζί συνέχεια” μου είπε κι έτσι έγινε. Και έμεινα 10 χρόνια κολλητός με τον Αλέξανδρο» αποκαλύπτει.
Οταν ο Αλέξανδρος μεγάλωσε, ο Αρίστος τού αγόρασε ένα από τα πιο σύγχρονα κρις κραφτ της εποχής, με 800 άλογα μηχανή. Εβαλε, λοιπόν, έναν μεγάλο σε ηλικία και έμπειρο οδηγό να μάθει τον Αλέξανδρο να το οδηγεί.
Ομως, εκείνος ήταν ανένδοτος. «Εγώ θέλω τον φίλο μου, τον Γιώργο» έλεγε και ξανάλεγε. «Ξέρεις πόσους οδηγούς άλλαξε ο Αρίστος για χάρη του Αλέξανδρου; Πάνω από δέκα. Κι επειδή του είχε τεράστια αδυναμία, τελικά αποφάσισε να τον εκπαιδεύσω εγώ» μας λέει ο κ. Ζαχαριάς και χαμογελάει, ενώ μας δείχνει σε φωτογραφίες το πολυτελές σκάφος που μάθαινε τον Αλέξανδρο να οδηγεί.
—-
Η μεγάλη καρδιά του Αρίστου
Εκτός από τα περίφημα γλέντια του Αρίστου πάνω στη θαλαμηγό, ο Ωνάσης για το πλήρωμά του ήταν ένας μεγάλος ευεργέτης και φιλάνθρωπος. «Οταν εγώ θα πήγαινα φαντάρος (φωτό), με έπιασε ο Αρίστος και μου είπε: “Πόσα χρήματα στέλνεις, ρε Γιωργάκη, στους γονείς σου στα Βίλια;” Του απάντησα “60 δραχμές την εβδομάδα”. Με αγκάλιασε και μου είπε: “Τα δύο χρόνια που θα είσαι φαντάρος θα τους τα στέλνω εγώ για να μην τους λείψει τίποτα”. Ετσι και έγινε. Οι γονείς μου ζούσαν από τα χρήματα που τους έστελνε εκείνος. Από την άλλη, δεν θα ξεχάσω και ακόμα ένα περιστατικό: κάθε φορά που δέναμε στη Γλυφάδα το μάθαιναν τα φτωχαδάκια και έκαναν ουρά για να τους δίνει φιλοδώρημα. Ο Ωνάσης έδινε χρήματα με μάτσα σε όλους! Κάποια φορά στην ουρά ήταν μια γυναίκα που κρατούσε ένα μικρό παιδί στην αγκαλιά της. Οταν έφτασε η σειρά της, ο Αρίστος έβγαλε να της δώσει χρήματα. Εκείνη με δάκρυα στα μάτια τον σταμάτησε και του είπε: “Κύριε Ωνάση, το παιδί μου θα πεθάνει. Δεν θέλω χρήματα, πρέπει να το στείλω στην Αγγλία για να χειρουργηθεί”. Την επόμενη μέρα ο Ωνάσης έστειλε όλη την οικογένεια στην Αγγλία, το παιδί χειρουργήθηκε και τα πλήρωσε όλα εκείνος».