Ο Γιάννης Κότσιρας έγραψε δύο λόγια για το οριστικό φινάλε της εκπομπής «Στην υγειά μας ρε παιδιά» με τον Σπύρο Παπαδόπουλο.
« “Στην υγειά μας ρε παιδιά…”
Αποφάσισα να γράψω αυτό το κείμενο καθώς έμαθα κι εγώ για την οριστική ολοκλήρωση της εκπομπής “Στην υγειά μας”.
Ένας από τους λόγους που με ώθησε να γράψω αυτό το κείμενο ήταν πως πάρα πολλοί εκφράστηκαν εξαιρετικά πικρόχολα και με πολύ άσχημα λόγια και για την εκπομπή αλλά και για τους συντελεστές της. Συχνό φαινόμενο θα μου πείτε τα τελευταία χρόνια και για όλα τα θέματα. Εμένα όμως, ειδικά σε θέματα μουσικής, με ενοχλούν ιδιαίτερα.
Η συγκεκριμένη λοιπόν εκπομπή, βρίσκεται στον αέρα διαφόρων καναλιών, επί 17 συνεχόμενα χρόνια. Η συνεισφορά της στην Ελληνική μουσική είναι τεράστια. Και αν δεν αντιλαμβάνεται κάποιος τους λόγους, θα πω πως δεν υπήρξε ποτέ μουσική εκπομπή στην Ελλάδα, που να κράτησε τόσα χρόνια και να φιλοξένησε τόσους καλλιτέχνες, δημιουργούς, μουσικούς, είδη μουσικής κλπ.
Δημιούργησε στιγμές που μόνο σπουδαίες θα τις χαρακτήριζα, ειδικά με τα αφιερώματα σε σημαντικούς ανθρώπους του πολιτισμού, που δεν θα έβρισκαν ποτέ χώρο στην Ελληνική τηλεόραση εάν δεν υπήρχε αυτή η εκπομπή.
Κράτησε παρέα σε εκατομμύρια τηλεθεατές, που πολλές φορές δεν είχαν την δυνατότητα να πάνε σε κάποιο νυχτερινό μαγαζί, σε κάποια μουσική σκηνή ή ακόμη και σε κάποια συναυλία. Δημιούργησε εκπομπές, που δεν θα ήταν ποτέ δυνατόν να δημιουργηθούν είτε ως παράσταση είτε ως εκπομπή, με την, πιστέψτε με, εξαιρετικά δύσκολη επίτευξη της συνύπαρξης αλλά και της συνεννόησης τόσων καλλιτεχνών με διαφορετικές ιδεολογίες, από διαφορετικούς μουσικούς κόσμους και από όλα τα μέρη της Ελλάδας και του κόσμου.
Συγκέντρωσε ένα τηλεοπτικό αρχείο, μουσικών ντοκουμέντων που ο ιστορικός του μέλλοντος πιθανότατα θα ανατρέχει σε αυτό, όπως σήμερα προστρέχουμε στο σπουδαίο αρχείο της ΕΡΤ.
Ο δε Σπύρος Παπαδόπουλος, όντας και ο ίδιος λάτρης της Ελληνικής μουσικής και του λαϊκού τραγουδιού, υπήρξε πάντα ευγενής, μελετημένος, προσεκτικός και κατά την ταπεινή μου άποψη και την προσωπική μου εμπειρία, εξαίρετος οικοδεσπότης και παρουσιαστής.
Σίγουρα δεν θα μπορούσε μία τέτοια εκπομπή, με τόσο μακροχρόνια παρουσία, να μην υποπέσει στη συχνή αλλά αναγκαστική ανακύκλωση προσώπων και κάποιες φορές σε πιο χαμηλό επίπεδο εκπομπών, καθώς είμαστε μια μικρή χώρα με περιορισμένο αριθμό προσώπων που θα μπορούσε να φιλοξενήσει. Και επειδή πολλοί ψάχνονται για παρεξηγήσεις, δεν αναφέρομαι σε είδη μουσικής αλλά σε πρόσωπα. Έτσι ανοίχτηκε κάποιες φορές και σε κάποιους που σίγουρα δεν ανήκουν στην παρέα των σπουδαίων δημιουργών και ερμηνευτών αλλά στην παρέα εκείνων που εργάζονται στην μαζική και ίσως βιομηχανοποιημένη διασκέδαση.
Όμως όλα έχουν το κοινό τους. Όλα έχουν το ρόλο τους και την χρησιμότητά τους στην κοινωνία. Άλλωστε δεν θα υπήρχαν εάν δεν υπήρχε το αντίστοιχο κοινό να τα παρακολουθεί. Αυτό όμως δεν σημαίνει απαραίτητα φτήνια αλλά πλουραλισμό. Κάτι από το οποίο η Ελληνική τηλεόραση, ειδικά στην μουσική, πάσχει διαχρονικά.
Μετά λοιπόν από 17 ολόκληρα χρόνια, με τον τηλεοπτικό ανταγωνισμό να καλπάζει, με καινούριες ιδέες να βγαίνουν συνεχώς, η εκπομπή κουράστηκε και κούρασε. Το θεωρώ πάρα πολύ φυσιολογικό.
Και επειδή πάντα υπήρξα απόλυτα ειλικρινής ακόμη και σε βαθμό παρεξήγησης, είχα κι εγώ αντιρρήσεις και διαφωνίες αρκετές φορές με την εκπομπή. Ίσως γι’ αυτό προσωπικά, να συμμετείχα πολύ λιγότερες φορές, σε σχέση με άλλους συναδέλφους μου αλλά αυτό έχει να κάνει με την δική μου ιδιοσυγκρασία και σε καμία περίπτωση δεν επιχαίρω την διακοπή της.
Τους συντελεστές της, τους έχω δει μπροστά μου να χαίρονται, να φοβούνται, να προβληματίζονται, να συγκινούνται, να κλαίνε, να μερακλώνουν, να θυμώνουν, να ενθουσιάζονται ή ακόμα και κάποιες φορές να κουράζονται και να βαριούνται. Τη Βίκυ, τον Σπύρο, το Γιάννη, το Νίκο, τις κοπελιές στο μακιγιάζ, στο φουαγιέ, τον υπέροχο floor manager, τον σκηνοθέτη, τους κάμεραμεν. Όλους. Είναι όλοι τους κανονικοί άνθρωποι όπως εμείς. Με τα καλά τους και τα στραβά τους.
Μπορεί λοιπόν, να είναι καλό για την ίδια την εκπομπή που διακόπτεται αλλά πιστέψτε με μπορεί να μην είναι απαραίτητα καλό για την παρουσία της Ελληνικής μουσικής στην τηλεόραση.
Στο “Στην υγειά μας” χρωστάμε όλοι πολλά.
Και εμείς ως φιλοξενούμενοι αλλά και εσείς ως τηλεθεατές. Όπως και αντίστοιχα η εκπομπή χρωστάει πολλά και σε εμάς που ήμασταν η θεματική της αλλά και σε εσάς που την κρατήσατε ζωντανή όλα αυτά τα χρόνια.
Ας φανταστούμε πως θα ήταν κάποια από τα τηλεοπτικά μας σπιτικά Σαββατόβραδα χωρίς την ύπαρξη αυτής της εκπομπής.
Ας είμαστε λοιπόν πιο ευγενικοί και λιγότερο χαιρέκακοι και ας σκεφτούμε πως θα ήταν η διάδοση της Ελληνικής μουσικής στις νεότερες γενιές αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο χωρίς αυτούς τους ανθρώπους.
Προσωπικά εύχομαι η συγκεκριμένη ομάδα, που με τόση αγάπη αγκάλιασε σχεδόν όλα τα είδη της Ελληνικής μουσικής, να επιστρέψουν με κάποια καινούρια ιδέα, υπό καλύτερες συνθήκες αλλά πάντα με την ίδια αγάπη στην μουσική που απέδειξαν όλα αυτά τα χρόνια πως έχουν.
Καλή συνέχεια παιδιά και καλή αντάμωση…
Στην υγειά σας…
Γιάννη Κότσιρας».