Σε ηλικία δύο ετών τον ανέβασαν επάνω σε ένα μπαρ και τραγούδησε Γιώργο Νταλάρα, στα 17 του εκπροσώπησε την Κύπρο στη Eurovision και συνάντησε τον Τζόνι Λόγκαν.
- Από τον Ηλία Μαραβέγια
Λίγο αργότερα ο Γιώργος Θεοφάνους τού γνώρισε τον Αντώνη Βαρδή, ο οποίος τον έβαλε σε δισκογραφική τροχιά. Κάπου παρακάτω έγινε μέλος των One, παίρνοντας τη θέση του Κωνσταντίνου Χριστοφόρου στο διάσημο boy-band. Χρόνια μετά τον είδαμε να τολμά να διαγωνίζεται στο «The Voice of Greece», κερδίζοντας τις εντυπώσεις με την τεράστια φωνή του, ενώ στη συνέχεια τα καλλιτεχνικά του βήματα τον οδήγησαν στο «Your Face Sounds Familiar», στο οποίο επέστρεψε φέτος ως guest για να ενσαρκώσει εκ νέου πολύ απολαυστικά τον Ηλία Ψινάκη.
Ο ταλαντούχος Δήμος Μπέκε αποτελεί σπάνια περίπτωση καλλιτέχνη και οι εξομολογήσεις τους στη σημερινή «Espresso» είναι αποκαλυπτικές.
Κύπρος, Ελλάδα, Ολλανδία, Αγγλία, Αμερική… Πού έχεις ζήσει περισσότερο;
Στην Ελλάδα. Γεννήθηκα στην κατεχόμενη από τους Τούρκους Αμμόχωστο, στην Κύπρο. Η βάση της οικογένειάς μου είναι εκεί, αλλά πέρα από την Κύπρο υπάρχουν μέλη της και σε Ολλανδία και Αγγλία. Εγώ είμαι ο μόνος που ζω στην Ελλάδα γιατί έχω… καψούρα με τη χώρα, ειδικά με την Αθήνα. Ηρθα εδώ στα 19 μου χρόνια. Λόγω της φύσης της δουλειάς του πατέρα μου, ωστόσο, έζησα και πήγα σχολείο σε Κύπρο, Νέα Υόρκη, Ολλανδία, Βρετανία και Ομάν. Αποφοίτησα από την Αμερικανική Ακαδημία στην Κύπρο.
Τι θυμάσαι έντονα από τα παιδικά σου χρόνια;
Το σχολείο, τους συμμαθητές, την αλάνα, τα παιχνίδια μας έξω, τη γιαγιά και τον παππού μου. Ακόμη θυμάμαι ότι δεν είχα καθόλου άγχος τότε, απλώς ζούσα τη στιγμή και ένιωθα υπέροχα.
Πώς άρχισε η σχέση σου με τη μουσική; Τι σπουδές έχεις κάνει πάνω στο αντικείμενό σου;
Η σχέση μου με το τραγούδι άρχισε από δύο χρόνων, όταν με ανέβασαν πάνω σε ένα μπαρ και είπα το «Πουκάμισο το θαλασσί» του Γιώργου Νταλάρα. Μοναδική εμπειρία. Από εκεί κατάλαβα ότι αυτό μου άρεσε. Σπουδές έχω κάνει στην Αμερική και την Αγγλία, σε δραματική σχολή και σε μουσική σχολή. Το πιο σημαντικό είναι ότι είχα πάντα δίπλα μου τους καλύτερους και τους σπουδαιότερους μουσικούς. Μου έδωσαν εμπειρία, γνώση και εξέλιξη σε αυτό που αγαπώ.
Το 1993, σε ηλικία 17 ετών, εκπροσώπησες την Κύπρο στη Eurovision με το τραγούδι «Μη σταματάς», ντουέτο με τον Κυριάκο Ζουμπουλάκη. Πώς ήταν ο διαγωνισμός τότε;
Ηταν η πιο συγκλονιστική εμπειρία της ζωής μου. Φαντάσου να είσαι μωρό και την πρώτη φορά που πατάς το πόδι σου στο stage να σε βλέπει ο μισός πλανήτης. Μαέστρος στην ορχήστρα της κυπριακής αποστολής ήταν ο Γιώργος Θεοφάνους, ο Αρίστος Μοσχοβάκης είχε συνθέσει τη μουσική του τραγουδιού μας και η Ροδούλα Παππά Λαμπριανού είχε γράψει τους στίχους. Το πιο συγκλονιστικό για μένα ήταν όταν κάθισα στο πιάνο με τον Τζόνι Λόγκαν και παίξαμε μαζί το «Αmazing Grace». Γνώρισα τότε την Καίτη Γαρμπή, τον Νίκο Τερζή και τη Βικτώρια Χαλκίτη και είμαστε φίλοι ακόμα, κρατάμε επαφή από τότε.
Η συμμετοχή σου στη Eurovision ήταν που σου άνοιξε τον δρόμο για μια καριέρα στην Ελλάδα;
Λόγω της γνωριμίας μου με τον Γιώργο Θεοφάνους και την Ευρυδίκη, ο πρώτος μου έκανε την πρόταση να έρθω στην Ελλάδα και με βοήθησε στο ξεκίνημά μου. Μου γνώρισε τον Αντώνη Βαρδή, ο οποίος με πήγε στην εταιρία Warner, που υπήρχε τότε εδώ, και κυκλοφόρησα το «Ρώτα με γιατί». Επί της ουσίας, δηλαδή, ο Αντώνης Βαρδής με έβαλε στη δισκογραφία. Του είμαι ευγνώμων, όπως και σε όλους τους ανθρώπους που με βοήθησαν.
Εχεις κάνει φωνητικά σε γνωστούς καλλιτέχνες. Σωστά;
Ναι, έχω κάνει φωνητικά σε άλμπουμ των Πασχάλη, Ευρυδίκης, Δάντη, Καλλίρη, Μαντώς. Μετά τον πρώτο μου δίσκο, το ’97, η δισκογραφική που ήμουν έκλεισε. Από τότε λόγω της μεγάλης έκτασης της φωνής μου με ζητούσαν συνέχεια για φωνητικά, μόνο γι’ αυτό όμως. Εκανα φωνητικά στο «Γεια» της Βανδή και στο «Ολα καλά», τη δισκογραφική συνεργασία του Φοίβου με τον Ρουβά. Τότε, μάλιστα, είχα ταξιδέψει μαζί τους (και με τον Ηλία Ψινάκη) στην Αμερική, όπου έμεινα για τρεις μήνες, μέχρι να ολοκληρωθεί το πρότζεκτ. Εμενα μόνος μου σε μια τεράστια σουίτα στο Holiday Inn. Βέβαια δουλεύαμε σχεδόν όλη την ημέρα. Εκεί ήταν που ρώτησα ένα βράδυ τον Ψινάκη: «Θα κάνω ποτέ καριέρα;» κι εκείνος μου απάντησε κατηγορηματικά «Οχι!». Οταν τον ρώτησα γιατί, μου είπε «Γιατί έχεις φωνάρα!».
Τι εννοούσε;
Οπως μου είπε, οι ιδιαίτεροι μουσικοί που κάνουν φωνητικά είναι λίγοι και επιλέγονται να χρησιμοποιηθούν ως «εργαλεία» πίσω από τα μεγάλα ονόματα. Οταν δουλεύεις με σταρ είναι δύσκολο να προχωρήσεις. Δεν πρέπει να πιστεύεις ότι επειδή συνεργάζεσαι με φίρμες θα εκτιμήσουν την αξία σου και θα σε βοηθήσουν. Οταν είσαι εσύ που συμπληρώνεις την εκάστοτε φίρμα είναι μάλλον απίθανο να προωθηθείς από τον συνθέτη και τον μάνατζέρ της. Γιατί αυτό που θέλουν είναι να παραμείνεις συμπλήρωμα της φίρμας!
Κεφάλαιο One. Μπήκες στο συγκρότημα το 2003, μετά την αποχώρηση του Κωνσταντίνου Χριστοφόρου. Ηταν εύκολη απόφαση; Κι αν ναι, πιστεύεις ότι σε δικαίωσε καλλιτεχνικά;
Ηταν εύκολη απόφαση λόγω της γνωριμίας μου και με τον Γιώργο Θεοφάνους και με τα παιδιά. Δεν πιστεύω ότι με δικαίωσε, γιατί ο κόσμος με ήξερε και πριν, με ήξερε και κατά τη διάρκεια της πορείας μου με τους One, με ξέρει και τώρα. Ηταν μία πολύ όμορφη εμπειρία, η οποία θα μου μείνει αξέχαστη. Κέρδισα φίλους μέσα από αυτή τη συνεργασία και εύχομαι σε όλα τα παιδιά να είναι καλά.
Τι θυμάσαι πιο χαρακτηριστικά από την τρίχρονη πορεία σου με το συγκρότημα;
Πολλά θυμάμαι, ένα από τα πιο συγκλονιστικά ήταν όταν τραγουδήσαμε μπροστά σε 15.000 κόσμου και ακούγαμε να τραγουδούν μαζί μας το ρεφρέν του κομματιού και οι 15.000 ψυχές που ήταν από κάτω. Δεν μπορώ να περιγράψω αυτό το συναίσθημα, αυτή την εμπειρία…
Με τον Αργύρη Ναστόπουλο, πρώην μέλος των One, συνεργάζεστε εδώ και λίγο καιρό σε δισκογραφικό επίπεδο. Είναι μάλιστα ήδη έτοιμο το καινούργιο σου τραγούδι από την εταιρία του, την Keys Records.
Ο Αργύρης είναι πολύ χαρισματικό, έξυπνο και σπουδαίο παιδί. Καιρό μιλούσαμε για να συνεργαστούμε και ήρθε ο καιρός. Κυκλοφορεί από την Keys Records το νέο μου τραγούδι με τίτλο: «Ο,τι περνά από το χέρι μου», σε μουσική και στίχους του αγαπημένου μου Θοδωρή Μακρίδη. Το κομμάτι βγαίνει και σε βιντεοκλίπ και είμαι πολύ χαρούμενος γι’ αυτό, διότι κι εδώ ο Αργύρης έβαλε το χεράκι του με τη σκηνοθετική του ιδέα.
Η αλήθεια είναι πως μας «κοψοχολιάσατε» με την «αυτοκτονία» σου, που ήταν τελικά για τις ανάγκες αυτού του βιντεοκλίπ. Τίνος ιδέα ήταν;
Δεν μπορώ να σου απαντήσω σε αυτό, γιατί… κινδυνεύει η ζωή μου. (πολλά γέλια)
Εχεις εξομολογηθεί δημόσια ότι πέρασες μια εποχή κατάθλιψης. Είχες σκεφτεί και την αυτοκτονία;
Ποτέ! Κατάθλιψη παθαίνω πολύ σπάνια, πάω ανάλογα με τα… φεγγάρια. Λατρεύω τη ζωή τόσο πολύ που δεν θα μπορούσα ποτέ να σκεφτώ να φύγω πριν την ώρα μου!
Τι άλλο ετοιμάζεις αυτή την εποχή;
Ως παραγωγός και ενορχηστρωτής που είμαι εδώ και χρόνια, κι έπειτα από τη θετική ανταπόκριση του συνθέτη Γιώργου Κατσαρού και του κατόχου των πνευματικών δικαιωμάτων του αξέχαστου στιχουργού Πυθαγόρα, παρουσιάζω την τραγουδίστρια Ρωξάνη Κοντού με τη διασκευή του διαχρονικού κομματιού «Δεν υπάρχει ευτυχία». Ακόμη, εγώ, η Ρωξάνη και ο Αργύρης Ναστόπουλος ως DJ, ξεκινάμε εμφανίσεις σε όλη την Ελλάδα, την Κύπρο και το εξωτερικό, με ένα ξεχωριστό party που έχει τίτλο «Pick Up Memories», το οποίο είναι γεμάτο αναμνήσεις από τα 70s, 80s και 90s.
Εχεις υπάρξει πρώτο όνομα σε μαγαζιά. Κι όμως, το 2014 πήγες να διαγωνιστείς στο «Voice». Σε βοήθησε αυτό να κάνεις restart;
Με βοήθησε το «Voice» γενικά, γιατί ξαναβρέθηκα στην επικαιρότητα έπειτα από επτά χρόνια απουσίας. Με θυμήθηκε πάλι ο κόσμος, άκουσε ξανά τη φωνή μου και μου έστειλαν πολλά θετικά μηνύματα ότι τους έλειψα.
Εχεις πάρει μέρος και στο «Your Face Sounds Familiar», όπου επέστρεψες φέτος ως guest για να ενσαρκώσεις και πάλι τον Ηλία Ψινάκη. Τι σχόλια άκουσες από τον ίδιο;
Εντάξει, η ενσάρκωση του Ηλία άρεσε πολύ στον κόσμο, και τότε και τώρα. Οσο για τον ίδιο, ξετρελάθηκε, γέλασε με την καρδιά του.
Για την προσωπική σου ζωή ελάχιστα πράγματα ξέρουμε. Είσαι ευτυχισμένος;
Είμαι ερωτευμένος… με τη ζωή! Σημασία έχει να περνάς όμορφες στιγμές αγάπης και ηρεμίας. Αν είμαι ευτυχισμένος; Δόξα τω Θεώ, έχω την υγεία μου, τους φίλους μου, τους συνεργάτες μου και ζω το τώρα. Προσπαθώ να κάνω ό,τι καλύτερο μπορώ ως άνθρωπος και ως καλλιτέχνης για μένα και για τους συνανθρώπους μου.