Μπορεί τα φώτα να έπεσαν πάνω στους πρωταγωνιστές της σειράς «Αγιος Παΐσιος – Από τα Φάρασα στον Ουρανό», που φώτισε με έναν μοναδικό τρόπο τον βίο του αγίου, καθηλώνοντας το τηλεοπτικό κοινό, όμως το εξαιρετικό αποτέλεσμα πέρα από τις σπουδαίες ερμηνείες οφείλεται, πέρα από τη σκηνοθεσία του Στάμου Τσάμη, και στο σενάριο που υπογράφει ο Κύπριος Γιώργος Τσιάκκας.
Ο σεναριογράφος των σειρών «Βασιλική», «Μίλα μου» και «Μπλε» άνοιξε την καρδιά του στην «Ορθόδοξη Αλήθεια» και αποκάλυψε άγνωστα στο ευρύ κοινό περιστατικά κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων και όχι μόνο.
Ο ίδιος αρχίζοντας την εξομολόγησή του σε μια κατάθεση ψυχής τόνισε πως η δημιουργία της σειράς ήταν μια απόφαση που είχε πάρει από καιρό. «Διαβάζοντας τον βίο του αγίου, το είχα στο μυαλό μου, αλλά το είχα βάλει λίγο στο “πίσω μέρος”, που λέμε, γιατί ήταν μια μεγάλη παραγωγή και δεν ήξερα πώς θα μπορούσε να γίνει. Δεν πίστευα ότι θα μπορούσε να γίνει. Όμως κάποια στιγμή βρέθηκε το Ινστιτούτο “Αγιος Μάξιμος ο Γραικός” και μπόρεσε να γίνει πραγματικότητα» ανέφερε ο Γιώργος Τσιάκκας, λέγοντας πως, αν και σκέφτηκε κάποια στιγμή πως υπήρχε η περίπτωση να μη βρεθεί κάποιο κανάλι που να αγκαλιάσει τη σειρά, μια και ένα μεγάλο μέρος της τηλεόρασης κατακλύζεται από ριάλιτι και χαμηλής ποιότητας παραγωγές, είπε μέσα του ότι «αυτό θα το κανονίσει ο άγιος»!
Μυθοπλασία
Στη συνέχεια ο καταξιωμένος σεναριογράφος αναφέρθηκε στην επιλογή των συντελεστών, λέγοντας πως, όταν γράφει τον ρόλο, θέλει να γνωρίζει από πριν, αν είναι δυνατόν, ποιος θα τον ερμηνεύσει!
«Όταν γράφω, σκέφτομαι έναν συγκεκριμένο ηθοποιό. Ευτύχησα εδώ αυτούς που σκέφτηκα στην πλειονότητά τους να τους έχω και δέχτηκαν. Όταν τους δώσαμε τα κείμενα, δέχτηκαν να παίξουν. Όταν, ας πούμε, για να γίνει αντιληπτό με ένα παράδειγμα, έγραφα για τον άγιο Αρσένιο, στο μυαλό μου ήταν ο κ. Τσακίρογλου. Και, ευτυχώς, δέχτηκε» ανέφερε ο Γιώργος Τσιάκκας!
Στη συνέχεια της εξομολόγησής του τόνισε πως υπήρξαν και σημεία που χρειάστηκε να καταφύγει και στη μυθοπλασία, μια και οι πληροφορίες, πηγαίνοντας πίσω στον χρόνο, δεν ήταν αρκετές.
«Έπρεπε να κτιστεί όλο αυτό που αφορούσε και τον ξεριζωμό, να δημιουργηθούν νέοι χαρακτήρες, όπως, για παράδειγμα, ο βοσκός ή ο Ιορδάνης. Όλοι αυτοί είναι μέρος της μυθοπλασίας που έγινε και της ιστορίας που χτίστηκε. Γιατί, αν περιοριζόταν μόνο στη μορφή “τα μαζεύουμε και φεύγουμε”, θα ήταν πολύ ελλιπές. Έπρεπε, λοιπόν, να χτιστεί όλο αυτό. Ή όπως η σκηνή με τη Χατζη-Χριστίνα στους τάφους των γονιών της. Ήθελαν, όμως, μια ιδιαίτερη προσοχή ώστε να είναι μέσα στο κλίμα της εποχής, αλλά και της οικογένειας. Εκεί είχα τις πληροφορίες για την οικογένεια, ότι ήταν μια οικογένεια προσευχόμενη και αγωνιζόμενη πνευματικά. Αρα και η μητέρα και ο πατέρας και η γιαγιά έπρεπε να στηθούν ως χαρακτήρες ανάλογα με αυτό που είχα ως πληροφορία» ήταν τα λόγια από καρδιάς του σεναριογράφου, αποκαλύπτοντας όμως και την ευλογία που είχε με το να έχει στη ζωή του ως πνευματικό έναν άγιο γέροντα.
«Αν δεν ήταν ο γέροντας, σίγουρα εγώ δεν θα μπορούσα να γράψω για τον άγιο. Με την έννοια ότι έζησα κοντά του (σ.σ.: στον πνευματικό του δηλαδή) και είχα αρκετά βιώματα από αυτά που ίσως περιγράφονται κι εδώ»!
Η πιο συγκλονιστική ίσως αποκάλυψη που έκανε ο Γιώργος Τσιάκκας στην «Ορθόδοξη Αλήθεια» ήταν ότι όλοι επικαλούνταν καθημερινά τη βοήθεια του αγίου! «Τα γυρίσματα έγιναν εν μέσω κορονοϊού και δεν είχαμε ούτε ένα κρούσμα. Που, αν είχαμε, θα μας σταματούσαν. Και ήμασταν πολύς κόσμος. Αλλά στην Κόνιτσα, όπου καθίσαμε έναν με ενάμιση μήνα, προστρέχαμε σχεδόν καθημερινά στη βοήθεια του αγίου. Και δυσκολίες υπήρξαν και πειρασμοί υπήρξαν. Δεν ήταν όλα ρόδινα» ήταν τα λόγια του!
Τα προβλήματα, οι προσευχές και η συγκίνηση των παιδιών!
Ο σεναριογράφος όμως μίλησε και για τις δυσκολίες αλλά και τις συγκινητικές στιγμές κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων: «Ήμουν σε όλα τα γυρίσματα και καθημερινά μπορεί να σου βγει οποιοδήποτε πρόβλημα. Από καιρικό μέχρι ό,τι μπορεί να φανταστεί κανείς. Ήταν, λοιπόν, πολλές οι στιγμές που ήταν δύσκολες. Ήταν πολλές οι φορές που λύθηκαν προβλήματα την τελευταία στιγμή και ζητούσαμε τις προσευχές άγιων ανθρώπων για να μπορούμε να προχωρούμε, γινόταν κι αυτό. Και υπήρξαν και στιγμές συγκινητικές, και με τους ηθοποιούς και με το συνεργείο και με άλλους συντελεστές. Ας πούμε, δεν θα ξεχάσω τα παιδάκια που είχαμε, και αυτή ήταν μια πολύ συγκινητική στιγμή, όταν συνειδητοποίησαν ότι κάνουν το τελευταίο τους γύρισμα, αυτά τα παιδιά που έπαιζαν τα αδελφάκια, στο πέμπτο επεισόδιο, και ο καθένας πλέον θα επέστρεφε με τους γονείς του στο σπίτι του, αγκαλιάστηκαν όλα και άρχισαν να κλαίνε! Ήταν πάρα πολύ συγκινητική στιγμή, ακόμα και τώρα που σου το λέω συγκινούμαι και νομίζω έχουν κρατήσει και επαφή μεταξύ τους».