Η Κατερίνα Παπουτσάκη παραχώρησε μια συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης στην εκπομπή της Δανάης Μπάρκα «Πάμε Δανάη».
Μεταξύ άλλων μίλησε για την οικογένειά της, για την υγεία του πατέρα της, για την εμπειρία της με τους παπαράτσι και την δημοσιότητα και για την ψυχοθεραπεία.
Αναλυτικότερα, για την οικογένειά της δήλωσε «Λείπω πολλές ώρες από το σπίτι, το ίδιο και ο Παναγιώτης, ο οποίος λείπει πολλά βράδια από το σπίτι, πρακτικά αυτό μοιάζει με σπαζοκεφαλιά. Συναισθηματικά δημιουργείται μία απόσταση για την οποία πρέπει να ξαναβρίσκεσαι με τον άλλο και να το ξαναδουλεύεις. Τα παιδιά είναι διαρκής αγώνας. Θέλω να είμαι συνεχώς παρούσα, οι μαμάδες έχουμε και ενοχικό σύνδρομο, εγώ προσωπικά είμαι φουλ ενοχική. Ο Μάξιμος και ο Κίμωνας είναι γλυκά, καταπληκτικά παιδιά, είμαι υπερήφανη γι’ αυτά, είναι πολύ αγαπημένοι μεταξύ τους. Είναι ερωτευμένα με τη μαμά, είμαστε πολύ δεμένοι, τους έχω θηλάσει και μεγάλο διάστημα, ένα χρόνο τον Μάξιμο και σχεδόν δυο χρόνια τον Κίμωνα».
Όσον αφορά τον πατέρα της είπε πως «Ο χειμώνας που μας πέρασε ήταν χάλια, πέρασα δύσκολα, συνέβησαν πολλά και με την υγεία του πάτερα μου και σε προσωπικό επίπεδο. Με το θέμα της υγείας του πατέρα μου, κλείνουμε ένα χρόνο που μας ζορίζει, είχαμε μία έξαρση τον Ιανουάριο.»
Για την ψυχοθεραπεία αναφέρει «Έχω κάνει σπαστά ψυχοθεραπεία, ξεκίνησα 25 χρονών, είχα μέσα μου κάτι έντονο που έπρεπε να διαχειριστώ, να θέσω όρια. Πνίγομαι και αδυνατώ να βάλω τα όρια μου αποστομωτικά, λειτουργικά και πρακτικά, σε πολλές φάσεις τα θέλω των άλλων ήταν πάνω από τα δικά μου. Ο χωρισμός των γονιών μου, όταν ήμουν μικρή, είναι κάτι που κουβαλάω ακόμη, κάποιες στιγμές ήταν τραυματικές».
Τέλος, μίλησε και για την εμπειρία της με τους φωτογράφους και την δημοσιότητα και ανέφερε «Σήμερα είμαι cool με τη δημοσιότητα, άλλα για ένα διάστημα μου έκαναν τη ζωή πολύ δύσκολη. Στον γάμο μας στη Δονούσα μπήκε στην εκκλησία φωτογράφος και νομίζαμε πως ήταν φίλος που τραβούσε. Μου την έστηναν έξω από το σπίτι, έκαναν φωτομοντάζ, έβαζαν αλλού κάδους, άλλου δέντρα, για να βάλουν ότι βγήκα με τον τάδε από το σπίτι.
Έπαιρναν έμενα, έπαιρναν τον τάδε και μας κολλούσαν μαζί, έλεγα “δεν είναι δυνατόν αφού εγώ δε βγήκα από το σπίτι, γιατί άλλαξε θέση ο κάδος και το δέντρο”. Με κυνηγούσαν μέσα στα σκοτάδια ένας από μπροστά ένας από πίσω και ένας από το πλάι με μικρόφωνο και κάμερα, αυτά όλα ήταν για καταγγελία με το metoo. Φοβερή παραβίαση, φώναζαν άνθρωποι “αφήστε την κοπέλα”, εγώ έκλαιγα κι αυτοί μου έλεγαν “σ’ αρέσει τώρα, σ’ αρέσει;”.
Σε εξώφυλλα έβαζαν απαράδεκτους τίτλους πράγματα που δεν είχα πει ποτέ, με παρουσίαζαν ως άνθρωπο με τον οποίο δεν θα ήθελα ποτέ να έχω σχέση. Είχα πληγωθεί πάρα πολύ από όλο αυτό, ήμουν σε φάση που έλεγα “για ποιά ακριβώς μιλάνε; Ποιά είναι αυτή η κοπέλα;”, αλλοίωναν πλήρως τα λεγόμενα μου. Πολύ τραυματικά πράγματα, χτυπιόμουν, έκλαιγα, έλεγα δεν θέλω άλλα δεν μπορούσα να μη δίνω συνεντεύξεις, ήμουν σε μία σειρά και έπρεπε να μιλήσω».