«Στενοχωρήθηκα που “έφυγε” η Νίτσα. Ηταν σωστή επαγγελματίας, χαριτωμένο πλάσμα, γεμάτο αγάπη και στοργή για όλους τους συναδέλφους. Τελευταία φορά την είδα σε μια παράστασή μου πριν από χρόνια. Είχε έρθει μαζί με τη συμπεθέρα της, τη μάνα του Βαγγέλη Μεϊμαράκη.
Από τον Νίκο Νικόλιζα
Έπεσε στην αγκαλιά μου συγκινημένη που ξαναβρεθήκαμε». Με τις αναμνήσεις να τρέχουν σαν νερό από τα χρόνια της αθωότητας της χρυσής εποχής του ελληνικού κινηματογράφου, ο Νίκος Τσούκας, ο θρυλικός Παναγής από την ταινία «Η αρχόντισσα και ο αλήτης», γυρίζει τον χρόνο πίσω πάνω από μισό αιώνα και αποχαιρετάει αποκλειστικά μέσα από την «Espresso» την αγαπημένη του Νίτσα Μαρούδα. Αν και αποφεύγει και ο ίδιος κάθε είδους δημοσιότητα τα τελευταία χρόνια θεώρησε χρέος του να θυμίσει στο κοινό μερικές από τις μοναδικές στιγμές που έζησε με τη συνάδελφο και φίλη του.
Οι δυο τους έπαιξαν σε τρεις ταινίες. Ωστόσο, όλοι τους θυμούνται από τη θρυλική σκηνή στην ταινία του Ντίνου Δημόπουλου «Η αρχόντισσα και ο αλήτης» με πρωταγωνιστές την Αλίκη Βουγιουκλάκη και τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ.
Σύμφωνα με το σενάριο του Λάκη Μιχαηλίδη, η Αλίκη Βουγιουκλάκη ως Πίπης, αφού έφτασε στην Ηγουμενίτσα με πλοίο, μαζί με τον Λευτέρη, τον οποίο υποδυόταν ο Δημήτρης Παπαμιχαήλ, πηγαίνουν στα Γιάννενα με λεωφορείο, το οποίο έμεινε από λάστιχο. Εκεί ξαφνικά εμφανίζεται η αστυνομία και ο Πίπης πηγαίνει προς το δάσος για να κρυφτεί, με τον Λευτέρη να τον ψάχνει παντού, χάνοντας το λεωφορείο. Ευτυχώς γι’ αυτούς, ένας πλανόδιος πωλητής, ο Θανάσης, τον οποίο υποδυόταν ο Νίκος Ρίζος, σταματά και τους παίρνει μαζί του πηγαίνοντας σε ένα πανηγύρι.
Σε μια ταβέρνα στο πανηγύρι ο Πίπης φλερτάρει με μια άγνωστη κοπέλα -την οποία υποδύεται μοναδικά η Νίτσα Μαρούδα- ενός μάγκα, του Παναγή (Νίκος Τσούκας) και ξεσπάει άγριος καβγάς.
Σε αυτό το σημείο παρεμβαίνει ο Νίκος Τσούκας, ο οποίος γυρίζει τον χρόνο πίσω. «Αυτή η σκηνή θεωρώ πως είναι από τις πιο γνωστές του ελληνικού κινηματογράφου. Δεν νομίζω να υπάρχει μικρός ή μεγάλος σε ηλικία που να μην την έχει δει.
Ακόμα και σήμερα μου μιλάνε για τη φράση “Ρε τον Παναγή, ρε”» θυμάται ο σπουδαίος ηθοποιός της χρυσής εποχής του ελληνικού κινηματογράφου και συνεχίζει: «Σε αυτή τη σκηνή συνετέλεσε μοναδικά και το ταλαντούχο πλάσμα που λέγεται Νίτσα Μαρούδα. Αξιολάτρευτη. Πάντα γελούσε, πάντα έκανε αστεία και δεν ήξερες πότε μιλάει σοβαρά και πότε αστεία. Η Νίτσα δεν είχε κακίες ούτε έχθρες με κανέναν συνάδελφο. Ολοι την αγαπούσαμε. Απλά το επάγγελμά μας είναι περίεργο και κάποια στιγμή χάνεται ο ένας με τον άλλον. Είχαμε και την ίδια ηλικία με τη Νίτσα.
Αυτό που θυμάμαι εγώ στη σκηνή με τον Πίπη είναι ότι είχαμε χάσει τα αβγά και τα πασχάλια. Πετάγονταν καρέκλες, τραπέζια, της τρελής. Δεν ήξερες από πού θα σου έρθει. Και η Νίτσα στον ρόλο της ήταν απίθανη».
Στην ερώτηση πότε την είδε τελευταία φορά, προσπαθεί να θυμηθεί. «Πάνε πολλά χρόνια. Είχε έρθει σε μια από τις τελευταίες παραστάσεις μου μαζί με τη συμπεθέρα της και μάνα του Βαγγέλη Μεϊμαράκη. Με αγκάλιασε και άρχισε να θυμάται τα χρόνια που παίξαμε μαζί στον Πίπη. Θέλω να της πω “καλό και φωτεινό ταξίδι”» λέει συγκινημένος ο αξιαγάπητος ηθοποιός.