Η Αννέτα Παπαθανασίου έχει χαράξει τη δική της πορεία ως ηθοποιός στο θέατρο και στην τηλεόραση. Μιλώντας στην «Espresso» αποκαλύπτει τις εφιαλτικές στιγμές που έζησε στο Aφγανιστάν με τους Ταλιμπάν, όταν σκηνοθετούσε ντοκιμαντέρ στη χώρα της Ασίας, και με συγκίνηση μιλάει για την καλή της φίλη Χρύσα Σπηλιώτη, η οποία έφυγε τόσο άδικα από τη ζωή στις φωτιές στο Μάτι.
- Από τον Βαγγέλη Καράλη
Αξίζει να αναφέρουμε ότι η ηθοποιός πρωταγωνιστεί αυτήν την περίοδο στις παραστάσεις «Αθώος ή ένοχος» και «Τα 39 σκαλοπάτια» στο θέατρο Eliart.
Είστε απόφοιτος της Νομικής Σχολής και της Δραματικής Σχολής «Ευγενία Xατζίκου». Πώς αποφασίσατε να ασχοληθείτε με την υποκριτική;
Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, ήθελα να γίνω ηθοποιός. Το έγραψα, μάλιστα, στην έκθεση, όταν ήμουνα στη δ’ δημοτικού, «Τι θέλω να γίνω όταν μεγαλώσω». Απάντησα ότι θέλω να γίνω ηθοποιός ή χορεύτρια για να διασκεδάζω τον κόσμο. Και πράγματι αυτό ήθελα να κάνω.
Σπουδάσατε θέατρο στη Νέα Υόρκη. Πώς θυμάστε τα χρόνια που ζήσατε στην Αμερική;
Στην Αμερική προσπάθησα να πάρω ό,τι μπορούσα από σπουδές και από τη ζωή εκεί. Ζούσα στον Μανχάταν, στην καρδιά της Νέας Υόρκης, και πήγαινα στο HB Studio, όπου έκανα μαθήματα υποκριτικής και τεχνικής. Εκανα χορό, κλακέτες και jazz στη σχολή Steps και ιδιαίτερο τραγούδι με τραγουδίστρια των μιούζικαλ. Hταν πολύ έντονα χρόνια. Ταυτόχρονα πήγαινα στο New York University, όπου σπούδασα Θεατρικό Παιχνίδι, Θέατρο στην Εκπαίδευση και Παιδικό Θέατρο – όλα αυτά με ενδιέφεραν γιατί ήδη είχα βγάλει ένα βιβλίο πάνω στο θεατρικό παιχνίδι «Φώτα, παρακαλώ!» από τις εκδόσεις Κέδρος.
Στην τηλεόραση έχετε συμμετάσχει σε διάφορες σειρές, όπως οι «Ταύρος με Τοξότη», «Εσύ αποφασίζεις», «Το χρήμα στον λαιμό σου», «Νιρβάνα», «Η κατάλληλη στιγμή», «Αγνώστου διαμονής» κ.ά. Ποια ξεχωρίζετε και γιατί;
Δεν μπορώ εύκολα να ξεχωρίσω καμία, αλλά βέβαια αυτές στις οποίες έχω συνεργαστεί στη συγγραφή τις ξεχωρίζω, όπως οι «Αγνώστου διαμονής» και «Το χρήμα στο λαιμό σου». Γνωρίζω τη σειρά πιο καλά και ανταποκρίνομαι στον ρόλο με περισσότερο βάθος. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι δεν με ενδιαφέρει και ένας ρόλος σε άλλη σειρά. Με ενδιαφέρει να εξερευνώ καινούργιους κόσμους, άγνωστους σε εμένα. Π.χ. στο «Αγνώστου διαμονής» έπαιζα μια άστεγη που ζούσε στον Εθνικό Κήπο. Κάθε πρωί ήμασταν και στήναμε σκηνικό γύρω από ένα παγκάκι. Θα μου άρεσε να παίξω σε μια τηλεοπτική σειρά εποχής ώστε να μελετήσω την εποχή και να γυρίσω τον χρόνο πίσω και να ανακαλύψω αυτόν τον άγνωστο κόσμο.
Ο λόγος που δεν σας βλέπουμε σε τηλεοπτικές σειρές αποτελεί δική σας επιλογή;
Οχι, απλά έτυχε. Με ενδιαφέρει πολύ να συμμετάσχω σε μια καλή σειρά, απλά τα τελευταία χρόνια ασχολήθηκα περισσότερο με το θέατρο. Με χαρά, όμως, θα συμμετείχα αν μου γινόταν κάποια καλή πρόταση.
Θα ήθελα να αναφερθούμε στο ντοκιμαντέρ που σκηνοθετήσατε «Παίζοντας με τη φωτιά», το οποίο αφορά τις γυναίκες ηθοποιούς στο Αφγανιστάν. Πείτε μας λίγα λόγια για την εμπειρία σας αυτή.
Από μια παράξενη τύχη βρέθηκα να σκηνοθετώ ντοκιμαντέρ και με το ενδιαφέρον που έχω ως άνθρωπος αλλά και ως ηθοποιός να εξερευνώ και να χώνομαι μέσα στις ζωές άλλων, αλλά και να γνωρίζω περιοχές που είναι δύσκολο να πάει κανείς, βρέθηκα στο Αφγανιστάν. Και τι πιο ενδιαφέρον από το να μάθει κανείς τι γίνεται με τις γυναίκες ηθοποιούς στο Αφγανιστάν, στη χώρα που τώρα πια απαγορεύεται οι γυναίκες να πηγαίνουν στο πανεπιστήμιο. Για να τις γνωρίσω από κοντά και να γνωρίσω τον κόσμο του θεάτρου στο Αφγανιστάν, πήγα και δίδαξα, έκανα σεμινάριο αρχαίου θεάτρου στο πανεπιστήμιο της Καμπούλ. Κάναμε την «Αντιγόνη» του Σοφοκλή το 2012. Τότε τα πράγματα ήταν λίγο πιο ελεύθερα, αλλά και πάλι οι γυναίκες που ασχολούνταν με την υποκριτική θεωρούνταν εύκολες ή πόρνες και η οικογένειά τους ήταν πάρα πολύ αρνητική στο να κάνουν θέατρο. Οι γείτονες ή οι συγγενείς ή κάποιοι φονταμενταλιστές τις απειλούσαν, τις κυνηγούσαν, τις πετροβολούσαν, μπορεί ακόμα και να τις σκότωναν. Ηταν ηρωίδες οι γυναίκες αυτές. Τώρα, βέβαια, δεν υπάρχει πια καθόλου τέχνη στο Αφγανιστάν μετά την επέλαση των Ταλιμπάν.
Μάλιστα, βιώσατε μια δύσκολη περιπέτεια με την αστυνομία του Αφγανιστάν και με τους Ταλιμπάν. Τι ακριβώς συνέβη;
Είχα διάφορες εμπειρίες. Οταν πηγαίνει κανείς σε τέτοια μέρη, είναι προετοιμασμένος για οτιδήποτε μπορεί να συμβεί. Στο Αφγανιστάν είχα πάει και το 2007, κάνοντας μια άλλη ταινία που λεγόταν «Qadir, ένας Αφγανός Οδυσσέας», Επειδή κάναμε γύρισμα δυο τρεις φορές στο ίδιο σημείο, κάποιοι θεώρησαν ότι είμαστε πράκτορες και κατάσκοποι και φώναξαν την αστυνομία. Χρειάστηκε μια ολόκληρη μέρα και τη βοήθεια του υπουργού Πολιτισμού του Αφγανιστάν, που γνώριζε ελληνικά (γιατί είχε σπουδάσει στην Ελλάδα), για να πειστούν ότι είμαστε απλώς ένα συνεργείο που γυρνούσε ένα ντοκιμαντέρ. Σε ένα άλλο ντοκιμαντέρ που έκανα στο Πακιστάν πράγματι οι Ταλιμπάν συνέλαβαν τον δάσκαλο Λερούνη, συνεργάτη μας στα γυρίσματα. Εκεί κατάλαβα ότι είναι τρομακτικοί και ότι πρέπει κανείς να προσέχει πολύ. Ευτυχώς απελευθερώθηκε και έτσι δεν είχαμε κάποια τραγική κατάληξη. Ομως, όλα αυτά με έκαναν να προσπαθήσω πραγματικά να σώσω έναν κωμικό ηθοποιό από το Αφγανιστάν όταν το 2021 μπήκαν οι Ταλιμπάν στην Καμπούλ. Με τη βοήθεια του υπουργείου Εξωτερικών ήρθε στην Ελλάδα, ύστερα από απίστευτες περιπέτειες, μαζί με τη γυναίκα του και τη μικρούλα κόρη του.
Αλλάζοντας κλίμα, θα ήθελα να αναφερθούμε στην καλή σας φίλη Χρύσα Σπηλιώτη, η οποία έφυγε τόσο άδικα από τη ζωή. Τι θυμάστε από την αγαπημένη ηθοποιό;
Για τη Χρύσα δεν μπορώ να μιλήσω πολύ, ίσως είναι ακόμα νωπή η ανάμνηση. Τη σκέφτομαι πολύ συχνά και ειδικά τα Χριστούγεννα, που ήταν και η γιορτή της. Τουλάχιστον καταφέραμε και θα δίνεται το κρατικό βραβείο των Νέων Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων με το όνομα «Χρύσα Σπηλιώτη». Θα διατηρηθεί έτσι η μνήμη της μέσα από ένα βραβείο που της άξιζε.
Κλείνοντας, πείτε μας λίγα λόγια για την παράσταση στην οποία πρωταγωνιστείτε, «Αθώος ή ένοχος», στο θέατρο Eliart και για την παράσταση την οποία σκηνοθετήσατε και παίζεται Δευτέρα και Τρίτη στο ίδιο θέατρο, «Τα 39 σκαλοπάτια».
«Αθώος ή ένοχος» είναι ένα δικαστικό έργο με πολύ ενδιαφέρον, γιατί παρακολουθούμε τη δίκη ενός ανθρώπου που κατηγορείται ότι δολοφόνησε τη γυναίκα του. Εγώ είμαι μια φαρμακοποιός μάρτυρας και με τη μαρτυρία μου τον ενοχοποιώ. Αλλά το ενδιαφέρον είναι ότι σε κάθε σημείο του έργου ανατρέπεται η ιδέα αν είναι ή όχι ένοχος ο κατηγορούμενος, που τον παίζει εξαιρετικά ο Αντώνης Ραμπαούνης. Ετσι, με τις εναλλαγές και με το σασπένς, που ξέρει πολύ καλά να το χειρίζεται ο σκηνοθέτης μας Γιώργος Φρατζεσκάκης, το κοινό αλλάζει γνώμη από σκηνή σε σκηνή. Ομως, επειδή οι θεατές μας είναι και οι ένορκοι του δικαστηρίου, θα πρέπει να αποφασίσουν στο τέλος αν είναι αθώος ή ένοχος ο κατηγορούμενος. Η δικαστής (Νόνη Ιωαννίδου) παίρνει από την πρόεδρο των ενόρκων το αποτέλεσμα και κάθε βράδυ παρουσιάζουμε το τέλος της παράστασης, το οποίο είναι διαφορετικό ανάλογα με το κοινό. «Τα 39 σκαλοπάτια» είναι ένα έργο παρωδία, θα έλεγα μια κατασκοπική κωμωδία. Στηρίζεται πάνω στην κλασική ταινία του Χίτσκοκ, η οποία γυρίστηκε το 1935 και βασιζόταν στο βιβλίο του Τζον Μπιούκαν. Το διασκεύασε σε θεατρικό έργο το 2005 ο Μπάρλοου και δημιούργησε μια κωμωδία, όπου πρωτεύοντα ρόλο παίζει η ικανότητα των ηθοποιών να μεταμορφώνονται, να αυτοσχεδιάζουν και να παίζουν 100 διαφορετικούς ρόλους. Αυτή η σωματική έκφραση των ηθοποιών και το να δημιουργήσουμε τοπία διαφορετικά με κινηματογραφικές εναλλαγές στον μικρό χώρο του θεάτρου με ερέθισε και με ενέπνευσε για να θελήσω να σκηνοθετήσω αυτήν την παράσταση.
Ετοιμάζετε κάτι άλλο επαγγελματικά;
Ναι, έχω μόλις τελειώσει την καινούργια μου ταινία ντοκιμαντέρ, που λέγεται «Γελώντας στο Αφγανιστάν». Βλέπετε, έχω εμμονή με το θέμα. Σε αυτήν την ταινία ήρωας είναι ένας νεαρός κωμικός ηθοποιός, ο οποίος έγινε γνωστός στο Αφγανιστάν ως ο Αφγανός Τσάρλι Τσάπλιν. Οταν μπήκαν οι Ταλιμπάν στην Καμπούλ, δέχτηκε απειλητικό μήνυμα θανάτου. Παρακολουθούμε τη ζωή του και τα όνειρά του, τα οποία είναι να αλλάξει τον κόσμο με το γέλιο. Η ταινία παίζει με το θέμα «γέλιο και πόνο» μαζί.