Ο Παναγιώτης Καρμάτης, έδωσε μια συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης στην εκπομπή «Πάμε Δανάη».
Ο γνωστός ηθοποιός μίλησε μέσα σε όλα για την εποχή που έπαιζε στα «Μαύρα Μεσάνυχτα», για την «καζούρα» που του έκαναν λόγω των παραπάνω κιλών αλλά και για τις συνεργασίες του με την ελίτ του θεάματος.
«Τα Μαύρα Μεσάνυχτα είναι μία από τις πιο όμορφες στιγμές που έχω ζήσει. Ήμουν 22 χρονών τότε και μόλις είχα τελειώσει από τη δραματική σχολή. Η αρχή μου έγινε μέσα από αυτή τη σειρά και αυτό ήταν πολύ ωραίο. Με μεγάλη μου χαρά είχα πει το ναι για το ρόλο, ασχέτως αν έπρεπε να πάρω κάποια κιλά. Είχα πάρει 25 κιλά για τις ανάγκες του ρόλου.
Ήταν πολλά άλλα θεωρώ ότι άξιζε τον κόπο. Υπήρχε μία καζούρα και μία πλάκα από τους ανθρώπους όταν με συναντούσαν στο δρόμο. Κάποιοι μπορεί να την παρεξηγούσαν, εγώ όχι. Όταν βλέπεις ένα παιδί που έχει κάποια παραπάνω κιλά και συνεχεία είναι μπουκωμένο στη σειρά, μπορεί να γίνει κάποιο κακοπροαίρετο σχόλιο. Είχε τύχει να πάω στο περίπτερο ενός γνωστού μου και την ώρα που έφευγα, δυο παιδιά γύρισαν και του είπαν κάτι υβριστικό για έμενα, άλλα πάνω στην πλάκα. Αυτοί οι άνθρωποι έβλεπαν τη σειρά και με χαρακτήρισαν όπως ήμουν στο ρόλο μου.
Ο Πάνος Κοκκινόπουλος είναι ένας άνθρωπος πραγματικά υπέροχος. Όταν ήθελε να σου πει κάτι ποτέ δεν το έκανε μπροστά σε όλους και ποτέ δεν σου φώναζε. Σε έπαιρνε στην άκρη και σου έλεγε αυτό που ήθελε. Ο Στέλιος Μάινας και η Μπέσυ Μάλφα δεν ήρθαν ποτέ να μου υποδείξουν πώς να παίξω τον ρόλο μου.
Αν δεν έκανα κάτι καλά, εκείνοι με βοηθούσαν με τον τρόπο τους και το έκαναν χωρίς να με προσβάλλουν. Αυτό είναι και το πιο βασικό. Ήξεραν ότι είμαι ένα παιδί που μόλις είχε τελειώσει τη δραματική σχολή. Πρόσφατα είδα την Μπέσυ Μάλφα σε μία πρεμιέρα παράστασης και αρχίσαμε να λέμε ο ένας στον άλλον: “μαμά, παιδί μου”. Ήταν και η κόρη της δίπλα και της είπα: “η αδερφή μου”.
Η Γιούλικα Σκαφιδά είναι ένα υπέροχο πλάσμα και ήμασταν πολύ δεμένοι τότε. Είναι ένας πολύ κάλος και δοτικός άνθρωπος. Η πιο αστεία σκηνή που είχα γυρίσει ήταν όταν ο Γεράσιμος Σκιαδαρέσης έπεφτε στην πισίνα και ήταν βαμμένος. Καθώς έβγαινε από την πισίνα του έλεγα “θείε, ξεβάφεις” και κάθε φορά ο Γεράσιμος με κοίταζε, γελάγαμε μαζί και έτσι γυρίσαμε τη σκηνή πολλές φορές».