«Η σημερινή πραγματικότητα που ζούμε οι άνθρωποι σε παγκόσμιο επίπεδο δεν είναι αυτό που έπλασε ο Θεός, η φύση. Αντί να γινόμαστε περισσότερο άνθρωποι όσο μορφωνόμαστε, τόσο περισσότερο γινόμαστε κτήνη».
- Από τον Νίκο Νικόλιζα
Με φράσεις συγκλονιστικές και παρά τα 98 χρόνια του, ο ακούραστος εργάτης του θεάτρου και του κινηματογράφου Γιάννης Βογιατζής βραβεύτηκε τη Δευτέρα το βράδυ από τον Σύνδεσμο Αιγυπτιωτών Ελλήνων.
Μέσα στην κατάμεστη αίθουσα του συνδέσμου στην οδό Αχαρνών, πλημμυρισμένος από παλιούς συναδέλφους του και απλό κόσμο, ο πάλαι ποτέ Μικές των ελληνικών ταινιών, ο άνθρωπος που λάτρεψαν γενιές και γενιές, ακόμα μία φορά δίδαξε σεμνότητα, ήθος αλλά και ζωντάνια. Ολοι ήθελαν μια φωτογραφία μαζί του, νιώθοντας δέος για τον μεγαλύτερο ενεργό ηθοποιό της ελληνικής επικράτειας.
«Απολογισμό ζωής; Οχι ακόμα. Εχουμε χρόνια μπροστά μας» λέει στους παρευρισκομένους, δείχνοντας πως έχει και θέληση και δύναμη ψυχής για περαιτέρω πράγματα στην υποκριτική τέχνη. Από τους πρώτους που βρέθηκαν κοντά στον μεγάλο ηθοποιό, ο διοργανωτής της εκδήλωσης Πάνος Κατέρης, ο παλαίμαχος ηθοποιός Γιώργος Γεωργίου αλλά και ο Μάκης Κωστίνης. Ολοι είχαν μια καλή κουβέντα να πουν για έναν από τους πιο σεμνούς εργάτες της έβδομης τέχνης. Ο ίδιος, υπομονετικά καθισμένος και με χαμηλωμένο το κεφάλι, δεχόταν τα συγχαρητήρια του κόσμου.
Λειτούργημα
«Δεν έκανα τίποτα σπουδαίο στη ζωή μου, παρά μόνο το λειτούργημα του ηθοποιού. Γιατί για μένα είναι λειτούργημα και όχι επάγγελμα. Πλέον γεμίσαμε επαγγελματίες ηθοποιούς» λέει στην «Espresso», δείχνοντας πως έχει θέληση να θυμηθεί ιστορίες του παρελθόντος. Λίγο μετά τις 6 το απόγευμα φτάνει στην εκδήλωση και ο πρόεδρος των ηθοποιών Σπύρος Μπιμπίλας.
«Πάντα ήμουν θαυμαστής του Γιάννη. Είναι ένας άνθρωπος που σου εμπνέει τον σεβασμό, την ταπεινότητα και την ειλικρίνεια. Είναι η ζωντανή ιστορία της υποκριτικής τέχνης» μας λέει συγκινημένος και τον αγκαλιάζει, με τον μεγάλο ηθοποιό να βουρκώνει για την αγάπη που δέχεται από τους συναδέλφους του.
Λίγο πριν αρχίσει η εκδήλωση φτάνει στην αίθουσα και η πρόεδρος του «Σπιτιού του Ηθοποιού» Αννα Φόνσου μαζί με την επιστήθια φίλη της Τζένη Ζαχαροπούλου. «Τι να πω για τον Γιάννη… Εχουμε φιλία 50 ολόκληρα χρόνια. Αυτά που γνωρίζει ο Γιάννης για μένα δεν τα γνωρίζει άλλο άτομο. Κάποτε ήμασταν σαν μια οικογένεια. Είναι μοναδικός και σαν φίλος και σαν καλλιτέχνης» λέει η Αννα Φόνσου, με τον Γιάννη Βογιατζή να σκουπίζει τα δάκρυά του.
Ανάμεσα στο κοινό και ακόμα μία παλιά, καλή του φίλη, η Γωγώ Ατζολετάκη. Πέφτει πάνω του συγκινημένη. Ο ίδιος δεν μπορεί να αρθρώσει λέξη. «Τι μου κάνατε σήμερα… Μου ξυπνήσατε μνήμες μιας άλλης εποχής. Πόση δουλειά κάνατε γι’ αυτό το αφιέρωμα! Σας ευχαριστώ. Σας ευχαριστώ όλους».
Λίγο μετά το τέλος της εκδήλωσης, σε μια γωνιά και με τον κόσμο να περιμένει να του σφίξει έστω το χέρι, ο Γιάννης Βογιατζής δέχεται τις ερωτήσεις μας. «Σήμερα, εκτός από συγκίνηση, νομίζω ότι υπάρχει και μια ικανοποίηση και από μέρους μου αλλά και από το κοινό. Το κοινό που σήμερα είναι εδώ είναι ένα εξειδικευμένο κοινό, που ξέρει καλά και το θέατρο και τον κινηματογράφο. Είναι πολύ σημαντικό να αντιλαμβάνεται το κοινό αυτά που θες να του πεις» λέει στις πρώτες του φράσεις, ενώ όταν τον ρωτάμε αν είναι θεατρικός ή κινηματογραφικός ηθοποιός, μας αποστομώνει. «Είμαι κινηματογραφικός ηθοποιός. Ακόμα και τους θεατρικούς ρόλους τους παίζω σαν να είμαι στον κινηματογράφο.
Δεν παίζω τον ρόλο. Γίνομαι ο ρόλος. Γι’ αυτό κάθε φορά παίζω κάτι εντελώς διαφορετικό» αναφέρει, γεμάτος ικανοποίηση, υπογράφοντας παράλληλα κάποια αυτόγραφα που έχουν φέρει θαυμαστές του ειδικά για τη συγκεκριμένη βραδιά.
Στο πρόσωπό του σχεδόν δεν υπάρχει ούτε μία ρυτίδα. Κι ας οδεύει προς τα 98 του χρόνια. «Από τη ζωή μου είμαι πολύ ευχαριστημένος. Η αχαριστία είναι και μια ένδειξη μη σεβασμού στη ζωή. Δεν νομίζω πως είμαι από κάτι δυσαρεστημένος. Εχω γευτεί πολλά πράγματα στη ζωή μου. Ομως ποτέ δεν μπορείς να πεις ότι είσαι πλήρης, γιατί αυτό μπορεί να σε “σκοτώσει”. Αλίμονο αν ο άνθρωπος ήταν σε όλα γεμάτος, σε όλα επιτυχημένος, σε όλα ικανοποιημένος. Θα επέπλεε ως φελλός. Ο άνθρωπος πρέπει πάντα να ερευνά, να σκέφτεται, να προβληματίζεται, να κοιτάζει μπροστά. Πρέπει να δίνει λύσεις στα ερωτήματά του» λέει γεμάτος σκεπτικισμό για όσα τού έχει προσφέρει η ζωή.
Μάλιστα, δεν διστάζει να μιλήσει και για τη βαρβαρότητα που βλέπει να υπάρχει σε όλη την κοινωνία. «Υπάρχει ένα είδος βαρβαρότητας σε όλη την κοινωνία, σε όλο τον πλανήτη. Η βαρβαρότητα και η αρετή πάνε πακέτο, όλες τις εποχές. Αλλά κάποτε υπερίσχυε η αρετή. Εγώ προσωπικά δεν φοβάμαι τίποτα» αναφέρει, ενώ στην ερώτηση ποια ήταν η πιο ωραία στιγμή της ζωής του, χαμηλώνοντας το κεφάλι του λέει συγκινημένος: «Οταν γεννήθηκε ο γιος μου. Αυτή ήταν η ωραιότερη και ιερότερη στιγμή στη ζωή μου».
Σε κάθε φράση του η σεμνότητα υπερτερεί όλων των άλλων προσόντων του. «Στην καριέρα μου έκανα ακριβώς αυτό που ήθελα. Θα μπορούσα να κάνω και άλλα πράγματα. Προτίμησα αυτά που γέμιζαν την ψυχή μου. Το παν είναι η ψυχική ικανοποίηση και η γαλήνη. Οταν έπαιξα τον πρώτο μου ρόλο στον “Εμπορο της Βενετίας”, είπα “Θεέ μου, ή το κάνω καλά ή τα παρατάω και φεύγω”. Και ποτέ δεν αρνήθηκα ρόλο στη ζωή μου. Γιατί όλοι με έβλεπαν και μετά μου έδιναν τους ρόλους» λέει, ενώ θυμάται και τη φιλία του με την Αλίκη Βουγιουκλάκη.
«Δεν έτρωγε»
«Η Αλίκη ήταν φίλη μου. Εχω παίξει τέσσερα χρόνια μαζί της στο θέατρο Μουσούρη και έναν χρόνο στο ΡΕΞ Κοτοπούλη, όταν έκανα τον μπαμπά της στο έργο “Η κόρη μου η σοσιαλίστρια”. Τότε λοιπόν ο Φίνος ζήτησε να κάνει το έργο ταινία. Τους λέω: “Βρε παιδιά, δεν γίνεται αυτό”. Με την Αλίκη είχαμε περίπου έξι χρόνια διαφορά. Κι έτσι δεν έπαιξα εγώ στην ταινία και τον ρόλο τον έπαιξε ο Λάμπρος Κωνσταντάρας». Οσο για το τι θυμάται πιο έντονα από τη φιλία τους, χαμογελώντας μας λέει: «Θυμάμαι περισσότερο τις μακαρονάδες που μας έφτιαχνε στο σπίτι της και μας έβαζε να τρώμε εμείς, ενώ εκείνη δεν έτρωγε για να μην παχύνει. Η Αλίκη λείπει σε όλο τον ελληνικό λαό, όχι μόνο σε εμένα».
Οπως λέει ο ίδιος μάλιστα, πλέον δεν βλέπει τις ελληνικές ταινίες στις οποίες συμμετείχε. «Τώρα πια τις ταινίες όπου έπαιζα δεν τις βλέπω ποτέ. Γιατί βλέπω τα σφάλματα που έχω κάνει και είναι πολύ αργά για να τα διορθώσω». Τον ίδιο, όπως λέει, τον πειράζει η απάθεια και όλα αυτά που γίνονται στον κόσμο. «Εχουμε γεμίσει γαϊδούρια παντού. Η μόνη τους ευτυχία είναι πώς θα φάνε, πώς θα πιουν, πώς θα δειχτούν. Και τι είναι ευτυχία; Ευτυχία είναι όσο καλλιεργείς περισσότερο τον εαυτό σου τόσο λιγότερα πράγματα θες για όφελος δικό σου. Αυτός είναι και ο μεγάλος μου καημός. Οσο ζω θα κοιτάζω να προσφέρω. Δεν θέλω για τον εαυτό μου τίποτα άλλο. Ολοι πρέπει να αγωνιζόμαστε για τις επόμενες γενιές. Τι θα αφήσουμε πίσω μας».
Τελειώνοντας, δεν δίστασε να διακωμωδήσει χαριτολογώντας και το εβδομαδιαίο πλέον μακάβριο «αστείο» των ΜΜΕ να τον θέλουν… πεθαμένο. «Κάθε εβδομάδα διαβάζω “πέθανε ο Βογιατζής”. Τσιμπιέμαι και βλέπω ότι ζω. Γίνονται αυτά. Δεν με πειράζουν. Τα συγχωρώ. Αρκεί που είμαι καλά» λέει και γελάει δυνατά!