«Ο καλλιτέχνης πρέπει πάντα να έχει όνειρα και να βάζει στόχους» δηλώνει στην «Espresso» ο Γιώργος Δασκουλίδης.
- Από τον Ηλία Μαραβέγια
«Οσα χρόνια κι αν περάσουν, ό,τι κι αν έχει κάνει στην πορεία του, οφείλει να προχωράει μπροστά και να σκέφτεται ότι μπορεί να κάνει ακόμη περισσότερα, ο καλλιτέχνης πρέπει να εξελίσσεται» συμπληρώνει ο δημοφιλής λαϊκός τραγουδιστής, ο οποίος μετράει 30 χρόνια μουσικής πορείας και κυκλοφόρησε φέτος σε επανεκτέλεση το σπουδαίο τραγούδι του Σταύρου Κουγιουμτζή «Κάπου νυχτώνει», που ερμήνευσε πρώτος ο Γιώργος Νταλάρας το 1970. Υπόσχεται, μάλιστα, κι άλλες τέτοιες εκπλήξεις στο ρεπερτόριό του από εδώ και στο εξής.
Τα παιδικά σου χρόνια είχαν αρκετές μετακινήσεις: Θεσσαλονίκη, Γερμανία, Ρόδος… Από ποιο μέρος έχεις τις πιο όμορφες αναμνήσεις;
Ομορφες αναμνήσεις έχω κι από τα τρία μέρη. Οι πιο έντονες βέβαια είναι από τη Ρόδο, όπου μετακόμισα στα εφηβικά μου χρόνια. Εκεί μεγάλωσα ουσιαστικά. Θεωρώ πως ήμουν τυχερός σαν παιδί, γιατί δεν θυμάμαι ιδιαίτερες δυσκολίες. Γεννήθηκα στη Θεσσαλονίκη, έμεινα μερικά χρόνια με τον παππού και τη γιαγιά, αφού οι γονείς μου έλειπαν για δουλειά στη Γερμανία, όπου πήγα κι εγώ αργότερα. Κι εκεί ωραία ήταν. Μπορεί για τους μετανάστες να θεωρούνται γενικά δύσκολα τα πράγματα στην ξενιτιά, για τα παιδιά ωστόσο είναι καλύτερα, ενσωματώνονται πιο εύκολα σε μια ξένη χώρα.
Δεν ήσουν δηλαδή το «ξένο» παιδί στη Γερμανία;
Δεν είχα ιδιαίτερο πρόβλημα, όχι. Συνήθισα γρήγορα, έμαθα εύκολα τη γλώσσα, οπότε εντάχθηκα και σε παρέες. Βέβαια αυτό το bullying στους ξένους που αναφέρεις υπάρχει παντού. Και στην Ελλάδα, όταν γυρίσαμε και μείναμε στη Ρόδο, ήμουν «ο Γερμανός» τον πρώτο καιρό. Όταν όμως έχεις γερές οικογενειακές βάσεις και είσαι επικοινωνιακός, θεωρώ πως όλα αυτά ξεπερνιούνται ανώδυνα.
Εκανες άλλες δουλειές προτού ασχοληθείς με το τραγούδι;
Από μικρό παιδί ήμουν δοσμένος στον αθλητισμό, στον στίβο. Αυτό σπούδασα κιόλας, στα ΤΕΦΑΑ. Οι γονείς μου, από την άλλη μεριά, είχαν ένα μικρό μαγαζί στη Ρόδο, με καφέδες και σάντουιτς, οπότε τους βοηθούσα από πιτσιρικάς. Ναι μεν λοιπόν μπήκα στη δουλειά μικρός, αλλά το τραγούδι ήταν που μου απέφερε τελικά το πρώτο μου πραγματικό εισόδημα ως ενήλικος.
Πώς έγινε το ξεκίνημά σου στο τραγούδι;
Τυχαία, αν και το τραγούδι μου άρεσε πάντα. Μάθαινα διάφορα κομμάτια στην κιθάρα και όλοι ήξεραν πως είχα τρέλα να τραγουδώ! Ενα βράδυ, σε μια έξοδο με την παρέα μου στη Ρόδο, στο τότε καλύτερο νυχτερινό κέντρο του νησιού, το Melody, με παρότρυναν οι φίλοι μου να πάρω το μικρόφωνο. Με το που με ακούει ο επιχειρηματίας, ο Βασίλης Παπανικόλας, έρχεται και μου λέει: «Θέλω να έρθεις για δουλειά!». Εγώ βέβαια γελούσα, γιατί δεν είχα σκοπό να γίνω τραγουδιστής τότε, αλλά με έπεισε.
Το λαϊκό τραγούδι σού άρεσε από τότε;
Ναι! Μάλιστα ο αγαπημένος μου καλλιτέχνης ήταν και παραμένει ο Γιώργος Νταλάρας. Γι’ αυτό άλλωστε έκανα φέτος μια επανεκτέλεση ενός τραγουδιού του Σταύρου Κουγιουμτζή που είπε πρώτος εκείνος, το «Κάπου νυχτώνει», το οποίο ήταν από τότε ένα από τα αγαπημένα μου τραγούδια.
Είναι αλήθεια πως στη Ρόδο σε «ανακάλυψε» η Αντζυ Σαμίου;
Ναι, η Αντζυ είχε έρθει στο Melody για μια εμφάνιση και συνεργαστήκαμε. Επιστρέφοντας στην Αθήνα είπε στον επιχειρηματία Αργύρη Παπαργυρόπουλο: «Υπάρχει ένα ταλέντο εκεί, στη Ρόδο, να πας να τον δεις». Πράγματι, ήρθε εκείνος, με άκουσε, του άρεσα και μου πρότεινε κατευθείαν δουλειά στην Αθήνα. Ετσι έφυγα από τη Ρόδο, λόγω αυτής της συγκυρίας με την Αντζυ. Κάπως έτσι μπήκα και στη δισκογραφία, με άκουσε ένας φίλος του παραγωγού Ακη Γκολφίδη, του το είπε, με άκουσε έπειτα κι εκείνος και κάναμε το πρώτο μου άλμπουμ.
Τα βρήκες εύκολα ερχόμενος στην Αθήνα;
Ναι, γιατί ο Αργύρης Παπαργυρόπουλος με στήριξε πολύ με το που ήρθα. Θυμάμαι στο σχήμα που δούλευα είχε πει μπροστά σε όλους: «Εφερα το παιδί από τη Ρόδο και σας έχει βάλει τα γυαλιά»! Με κράτησε και την επόμενη σεζόν στο μαγαζί του, ενώ δουλέψαμε μαζί και στ’ Αστέρια με την Αννα Βίσση. Εχουμε άψογες σχέσεις με τον Αργύρη, τον θεωρώ από τους πιο σπουδαίους επιχειρηματίες της νύχτας.
Με τον Στηβ Κακέτση, που «έφυγε» πρόσφατα, είχες συνεργαστεί;
Είχα δουλέψει σε μαγαζί του μια περίοδο που το είχε υπενοικιάσει σε άλλους. Τον γνώριζα ωστόσο πολύ καλά τον Στηβ σε προσωπικό επίπεδο, είχαμε σχέσεις και εκτός δουλειάς. Λυπήθηκα πολύ για τον χαμό του. Τελευταία φορά είχαμε βρεθεί στο σπίτι του, πριν από τέσσερα χρόνια, όταν πια είχε χάσει το μαγαζί του. Σίγουρα ήταν μεγάλο πλήγμα αυτό για τον Στηβ, γιατί ήταν γεννημένος γι’ αυτή τη δουλειά, την αγαπούσε. Το μόνο του στήριγμα ήταν ο γιος του, τον αγαπούσε πάρα πολύ και πάντα μιλούσε με θαυμασμό για εκείνον.
Σταθμός στην πορεία σου υπήρξε, μεταξύ άλλων, η πολύχρονη συνεργασία σου με τον Σπύρο Σπυράκο.
Ναι, από τους μεγαλύτερους σταθμούς, με πολλά χρόνια δουλειάς, πολλές επιτυχίες μαζί. Δεν ήταν τυχαίο, εγώ το επιδίωξα. Δούλευα στο Romeo και έψαχνα έναν καλλιτέχνη που να μπορούμε να συνυπάρξουμε, για να «δυναμώσουμε» το μαγαζί. Από το 1997 που ξεκινήσαμε να δουλεύουμε μαζί με τον Σπύρο έως το 2001 που μείναμε στο Romeo έγινε… πόλεμος, που λένε, δεν έπεφτε καρφίτσα. Μετά συνεχίσαμε μαζί στο Εμπατή για ακόμη 5-6 χρόνια. Ηταν μια δεκαετία γεμάτη η συνεργασία με τον Σπυράκο. Θυμάμαι μάλιστα όταν κλείσαμε τη συμφωνία με το κέντρο Εμπατή, την επόμενη μέρα φύγαμε με τον Σπύρο διακοπές στη Ρόδο. Φτάνοντας εκεί διαβάζω στην «Espresso» πως το Εμπατή πήρε φωτιά και κάηκε ολοσχερώς. Αμέσως επικοινώνησα με τον επιχειρηματία, ο οποίος μου το επιβεβαίωσε. Κάποιο βραχυκύκλωμα είχε γίνει λόγω των εργασιών ανακαίνισης. Τελικά το κέντρο φτιάχτηκε από την αρχή και ξεκινήσαμε εμφανίσεις με τον Σπύρο. Οι «διόσκουροι» του ελληνικού τραγουδιού, έτσι μας λέγανε, αυτός ήταν και ο τίτλος πάντα στα περιοδικά. Δουλέψαμε μετά κι άλλες φορές με τον Σπύρο, αλλά όχι και αποκλειστικά, γιατί θέλαμε να κάνουμε πράγματα και μόνοι μας. Οι σχέσεις μας παραμένουν φυσικά οικογενειακές, όχι απλά φιλικές.
Ποια τραγούδια σου θεωρείς ότι υπήρξαν πιο επιδραστικά στο κοινό;
Αρκετά τραγούδια, ακόμη και ορισμένα που δεν συμφωνούσα να πω, όπως το «Χάπι». Το συγκεκριμένο επέμεινε πάρα πολύ να το πω ο σπουδαίος συνθέτης και δημιουργός μεγάλων επιτυχιών Γιάννης Καραλής. Μου λέει: «Με αυτό το τραγούδι θα σε γνωρίσει ο κόσμος!». Και είχε δίκιο, το «Χάπι» με έκανε γνωστό στο ευρύ κοινό. Οπως και το «Θράσος», επίσης κομμάτι του Καραλή. Ωστόσο, τα τραγούδια που με έχουν χαρακτηρίσει πιστεύω πως είναι το «Φταις» του Παναγιώτη Στεργίου και το «Ολα μου τα πήρες» του Ανδρέα Μπονάτσου. Πρέπει να σου πω ότι έχω απορρίψει και κομμάτια που τα είπαν άλλοι και έκαναν επιτυχία. Εχει συμβεί κι αυτό, αλλά δεν το μετανιώνω όταν κάνω μια επιλογή.
Τον Δεκέμβριο του 2022 έγινες πατέρας για δεύτερη φορά. Η σύντροφός σου Εύη σού χάρισε μια κορούλα, τη Νιόβη. Πώς σε έκανε να νιώσεις ο ερχομός της;
Αλλος άνθρωπος ένιωσα, είκοσι χρόνια νεότερος και πολύ ευτυχισμένος. Είναι απίστευτη η χαρά να έχουμε ένα τόσο μικρό μέλος στην οικογένειά μας αυτή τη στιγμή. Αισθάνομαι ευλογημένος που μπόρεσα να το ζήσω.
Εχεις δηλώσει πως μπορεί μαζί με τα βαφτίσια της Νιόβης να ντυθείς γαμπρός στο πλευρό της Εύης. Ισχύει;
Πρέπει να συμβεί κι αυτό, δεν γίνεται να μη συμβεί! (γέλια) Τυχαίνουν συνέχεια διάφορα που το αναβάλλουν, ελπίζω του χρόνου να μη συμβεί άλλη αναβολή και να γίνει διπλό μυστήριο.
Εχεις κι έναν γιο, τον 20χρονο Κωνσταντίνο. Πώς είναι η σχέση σας;
Ο Κωνσταντίνος είναι παιδί καρδιάς, τον αγαπώ το ίδιο με τη Νιόβη εννοείται, απλώς είναι μεγάλος πια, ζει και στην Αγγλία. Τον περιμένω να έρθει αυτές τις μέρες, να δει και την αδελφή του. Είναι πολύ καλές οι σχέσεις μας…
Για τους τραγουδιστές, όπως και για τους ηθοποιούς, ισχύει το «γέλα, παλιάτσο». Δηλαδή, ακόμη κι αν βρίσκεται στο νοσοκομείο κάποιος δικός τους, πρέπει να βρουν τη δύναμη να διασκεδάσουν τον κόσμο. Σου έχει συμβεί κάτι τέτοιο;
Πολλές φορές και δεν μιλάω μόνο για μεγάλα γεγονότα, που μου έχουν τύχει κι αυτά, όπως, π.χ., πριν από περίπου δύο χρόνια όταν έχασα τον πατέρα μου, που ήταν τεράστια απώλεια για μένα, και έπρεπε να δουλεύω, αλλά και για πιο απλά πράγματα, κάποιες καθημερινές στιγμές που μπορεί λόγου χάρη να έχεις τις κακές σου ή να είσαι άρρωστος… Ο κόσμος δεν φταίει σε τίποτα να νιώσει τα δικά σου τα προβλήματα. Ερχεται να ξεχάσει τα δικά του κι εσύ ως επαγγελματίας είσαι υποχρεωμένος να τον κάνεις να διασκεδάσει χωρίς να καταλάβει τίποτα.
Πού μπορεί να σε ακούσει κάποιος live αυτή την εποχή;
Είμαστε στο Ten-Ten με τον Σώτη Βολάνη, όπου θα παραμείνουμε περίπου για ακόμη έναν μήνα. Μετά θα κάνω live εμφανίσεις ανά την Ελλάδα.