Από την Κύπρο στην Ελλάδα, από το τραγούδι στη συγγραφή, από τις μεγάλες πίστες στα βιβλιοπωλεία. Ο ταλαντούχος Γιώργος Δούκας μάς ταξιδεύει στον χρόνο μέσα από τις εξομολογήσεις για τη ζωή του στη σημερινή «Espresso».
- Από τον Ηλία Μαραβέγια
Τον συναντήσαμε στην παρουσίαση του νέου του βιβλίου «Με το παράξενο όνομα Κοραμά», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Παπαζήση, και μας μίλησε εφ’ όλης της ύλης.
Γεννήθηκες στη Λάρνακα εν μέσω της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο. Τι σου έχουν πει οι δικοί σου για εκείνη την ημέρα;
Η γέννησή μου στην Ορμήδεια της Λάρνακας συνέπεσε με τη ρίψη της πρώτης βόμβας που σηματοδότησε το ξεκίνημα της δεύτερης εισβολής, στις 14 Αυγούστου 1974. Οι πρώτες ώρες της ζωής μου, δυστυχώς, δεν πανηγυρίστηκαν, διότι ο πατέρας μου ήταν καταζητούμενος ως αγωνιστής της ΕΟΚΑ και η μητέρα μου έπρεπε να κρύψει εμένα και τα άλλα τρία παιδιά της. Οι πρώτες μου εικόνες ως παιδί ήταν λίγο δύσκολες, αφού όλοι οι άνθρωποι που ξεριζώθηκαν από το βόρειο κομμάτι του νησιού φιλοξενούνταν πλέον στην ελεύθερη Κύπρο. Εξω από τα σπίτια μας, στις αυλές μας, στα περιβόλια τριγύρω, παντού υπήρχαν σκηνές όπου έμεναν αυτοί οι άνθρωποι, οι οποίοι είχαν χάσει τους δικούς τους ή τους έψαχναν, έπρεπε να φάνε, να κοιμηθούν…
Πώς ένιωσες βλέποντας αυτήν την εποχή να αναβιώνει μέσα από το σίριαλ του Αντρέα Γεωργίου «Famagusta»;
Είδα μόνο τη σκηνή με τη Δέσποινα Μπεμπεδέλη που με καθήλωσε. Δεν μπόρεσα να δω παραπάνω… Αυτός ο πόνος δεν περιγράφεται, κάθε Κύπριος φέρει μέσα του αυτό το τραύμα, όπως και κάθε Ελλαδίτης που ήρθε διωγμένος από τη Μικρά Ασία. Είναι πληγές που δεν κλείνουν ποτέ αυτές. Αντίθετα, τις φέρουν και οι επόμενες γενιές.
Πότε μπήκε στη ζωή σου το τραγούδι;
Υπήρχε στη ζωή μου από την ημέρα που γεννήθηκα. Ολοι τραγουδούσαν στην οικογένειά μου, απλά εκείνα τα χρόνια θεωρούνταν απαγορευτικό κοινωνικά να βγει στο τραγούδι το παιδί ενός πλούσιου οικογενειάρχη στην Κύπρο. Ο πατέρας μου ήταν από τους πιο άκαρδους ανθρώπους που γνώρισα. Μην μπορώντας να αποδεχτεί την καλλιτεχνική μου φύση, με έδιωξε από το σπίτι στα 15 μου. Εμεινα μόνος μου μέχρι που ενηλικιώθηκα και τα Σαββατοκύριακα τραγουδούσα σε νυχτερινά μαγαζιά στη Λάρνακα για να μπορώ να συντηρώ τον εαυτό μου. Οι σχέσεις μου με τον πατέρα μου δεν αποκαταστάθηκαν ποτέ. Δεν είμαι από τους ανθρώπους που συγχωρούν στα λόγια. Αν δεν συγχωρέσει η καρδιά μου, δεν μπορεί να το πει το στόμα μου. Στα 18 μου μετακόμισα στην Ελλάδα για ν’ ακολουθήσω το όνειρό μου, αρχικά να τραγουδήσω κι έπειτα να γράψω.
Στην Αθήνα τα βρήκες εύκολα;
Πριν φύγω έτυχε να γνωρίσω τους τότε μουσικούς της Αννας Βίσση σε μια συναυλία της στη Λάρνακα. Γίναμε φίλοι και μου έδωσαν τα τηλέφωνά τους. Οταν ήρθα στην Αθήνα επικοινώνησα και χάρη σε αυτούς έκλεισα την πρώτη μου δουλειά εδώ, στο κλαμπ Lycabettus, το 1992. Φτάνοντας στην Ελλάδα είχα δύο στόχους: να κάνω δίσκο και να τραγουδήσω με τον Γιάννη Πάριο. Τους πέτυχα και τους δυο. Με τον Πάριο, μάλιστα, αξιώθηκα να δουλέψω στο ξεκίνημά μου. Θεωρώ πως ήμουν πολύ τυχερός, γιατί όταν άρχισα να κυνηγάω το όνειρό μου στην Ελλάδα βρέθηκα περιτριγυρισμένος από ανθρώπους που με προστάτευαν και με συμβούλευαν. Πηγαίνοντας από τη μία δουλειά στην άλλη, γνώρισα ανθρώπους που στάθηκαν δίπλα μου, όπως ο Κώστας Χαριτοδιπλωμένος, η Αλέξια, ο Γιάννης Πάριος, η Μαίρη Λίντα.
Εμφανίστηκες και στις θρυλικές Χάντρες στο Θησείο, σωστά;
Ναι, ήμουν μέρος αυτής της τεράστιας επιτυχίας. Από εκεί ξεκινήσαμε οι Αντ. Ρέμος, Ν. Θεοδωρίδου, Λ. Λιβιεράτος, Τριαντάφυλλος, Π. Καναράκης κι εγώ. Εκείνο που θυμάμαι έντονα από τις βραδιές στις Χάντρες είναι η διαδικασία που χρειαζόταν για να μπούμε στο μαγαζί και να δουλέψουμε. Η ουρά του κόσμου έφτανε μέχρι την Ερμού κι εμείς έπρεπε να δείχνουμε το μικρόφωνό μας για να πιστέψουν ότι τραγουδούσαμε εκεί και να μπορέσουμε να μπούμε μέσα.
Ποιες άλλες συνεργασίες σου θυμάσαι με αγάπη;
Τη συνεργασία μου με Πάριο, Αλέξια, Κορκολή και την τεράστια Μαίρη Λίντα. Ηταν η δουλειά που μου έδωσε τη δύναμη να πω μέσα μου ότι «Ok, θα τα αντέξω όλα, γιατί αυτό θέλω να κάνω!» Επειτα, τη συνεργασία μου με την καθηλωτική Αλέκα Κανελλίδου στη Θεσσαλονίκη, όπου εκεί κατάλαβα τι σημαίνει ερμηνεία. Και μετά την πρώτη μου δουλειά ως δισκογραφημένος πλέον καλλιτέχνης με σουξέ, στο τότε καινούργιο Romeo.
Αντιμετώπισες ακραίες συμπεριφορές στον καλλιτεχνικό χώρο;
Πολλές φορές, αλλά είχα απίστευτο θάρρος και θράσος ως νέος καλλιτέχνης, όπως επίσης άγνοια κινδύνου. Το μόνο που με έσωσε εκείνα τα χρόνια είναι ότι ήμουν πολύ εργατικός, παρά την έπαρση που έβγαινε από μέσα μου λόγω της κατάκτησης του ονείρου μου τόσο νωρίς. Σκέψου ότι έκανα την πρώτη μου δισκογραφική επιτυχία στα 22 μου χρόνια. Βέβαια, λέω δόξα τω Θεώ που μου συνέβη τότε και όχι στα 32 μου, γιατί έτσι πέρασα το στάδιο του… καλαμιού πολύ μικρός. Αν δεν παραδεχτείς τα λάθη σου, πάντα θα σου φταίνε οι άλλοι. Αυτό έκανα για χρόνια, μέχρι που γύρισα το δάχτυλο σε εμένα κι εκεί κέρδισα το στοίχημα της ζωής μου. Εκεί κατάλαβα πως είχε έρθει η ώρα να γίνουν αλλαγές.
Γιατί αποφάσισες να βάλεις στην άκρη το τραγούδι;
Λόγω της αλλαγής που έγινε στη νύχτα και των πολλών τηλεπαιχνιδιών που έφτιαχναν… σταρ των 15 λεπτών. Αυτό έφερε έναν κορεσμό στη διασκέδαση. Δημιουργούσαν νέους χώρους για να φιλοξενηθούν αυτά τα παιδιά, που όμως δεν είχαν την εμπειρία να διασκεδάσουν τον κόσμο, ούτε και να τον κρατήσουν, φυσικά. Αυτό έβαλε σε δεύτερη μοίρα εμάς τους παλιότερους, κάτι που προσωπικά δεν δέχτηκα ποτέ. Πήγαινα τότε σε μικρότερους χώρους για να κάνω αυτό που ήξερα να κάνω καλά. Δεν μπορούσα να ξεκινήσω ξαφνικά να τραγουδάω ραπ, ούτε να βάζω αλυσίδες και να χτυπιέμαι κάνοντας τον μοντέρνο ενώ υπηρετούσα το ελαφρολαϊκό τραγούδι. Είχα, όμως, πάντοτε γνώμονα τον μελλοντικό Γιώργο Δούκα με τους γκρίζους κροτάφους που ονειρευόταν να γράψει. Αυτό με έσωσε από τα ανεπανόρθωτα λάθη.
Για χρόνια έκανες στενή παρέα με τη Σοφία Αλιμπέρτη, σε σημείο που λεγόταν πως κάτι… έπαιζε μεταξύ σας. Πώς είναι η σχέση σας σήμερα;
Εχουμε μια αμοιβαία σχέση φιλίας και κατανόησης με τη Σοφία. Εκείνη ζούσε μέχρι πρότινος μόνιμα στην Πάρο, έχει άλλα ενδιαφέροντα, είναι άλλοι οι χρόνοι της, άλλες οι ανάγκες της. Εγώ αποσύρθηκα από τη νύχτα, οι ώρες που γράφω είναι πολλές, χρειάζομαι απομόνωση… Χάνονται οι άνθρωποι. Δεν θα πάψει, όμως, ποτέ να είναι μεγάλο κεφάλαιο στη ζωή μου. Η δισκογραφική εταιρία μου είχε εκμεταλλευτεί τότε τον χωρισμό της Σοφίας από τον Πάριο. Είχε πει και η Σοφία μια ατάκα, ότι «με τον Γιώργο Δούκα περνάμε καλά»… Ε, και την επόμενη ημέρα «βαφτίστηκα» σύντροφός της.
Ποια έχεις καταγράψει ως τη χειρότερη στιγμή στη ζωή σου;
Η χειρότερη στιγμή στη ζωή μου ήταν το 2007, όταν είδα τον αδελφό μου, τον Ευριπίδη, να μπαίνει μέσα στο χώμα. Εκεί άλλαξε όλος μου ο κόσμος. Κατάλαβα πως η ζωή είναι πολύ σύντομη για να την ξοδεύεις σε επιφανειακά πράγματα. Ο αδελφός μου πυροβολήθηκε και το έγκλημα αυτό δεν εξιχνιάστηκε ποτέ…
Εχεις κάνει ψυχοθεραπεία;
Εχω τους φίλους μου. Υπήρξα τυχερός σε αυτό. Εχω πραγματικούς φίλους που είναι κοντά μου σε χαρά και λύπη! Αυτοί είναι η καλύτερη ψυχοθεραπεία!
Κεφάλαιο συγγραφή. Πώς άρχισες να γράφεις;
Πάντα έγραφα, από μικρός έγραφα ποιηματάκια και σκετσάκια για το σχολείο. Υπήρξα ενεργό μέλος σε όλες τις σχολικές καλλιτεχνικές εκδηλώσεις, στις παρελάσεις, είτε σαν τραγουδιστής είτε σαν τυμπανιστής. Απαιτούσα με το θράσος που είχα πάντα τα σόλο μέρη στις χορωδίες, και μου τα έδιναν.
«Με το παράξενο όνομα Κοραμά» λέγεται το νέο σου βιβλίο. Πότε γεννήθηκε η ιστορία στο μυαλό σου;
Οταν διάβασα τον μύθο ενός από τους αγίους της ορθόδοξης Εκκλησίας μας. Ετσι γεννήθηκε μέσα μου η αρχική ιστορία, την οποία άφησα να ωριμάσει και ψάχνοντας τους κατάλληλους ανθρώπους να την «παίξουν» (γιατί όλοι οι ήρωες «παίζουν» μέσα στο μυαλό μου) δημιουργήθηκε ο κορμός του έργου. Εχτισα γύρω από την Κοραμά όλες τις ιστορίες και ανακάλυψα ότι αυτό το πράγμα είχε και συνέχεια καλλιτεχνικά. Μου πήρε συνολικά οκτώ χρόνια μέχρι να φτάσω στο σημείο να πω πως η Κοραμά πρέπει να πει την ιστορία της. Η υπόθεση αφορά τέσσερις ανθρώπους που απάγονται και κρατούνται αιχμάλωτοι από κάποιον ψυχασθενή άντρα. Εκείνος τους ζητάει να βρουν τι κοινό έχουν μεταξύ τους για να μην τους σκοτώσει κι ενώ εκείνοι είναι φαινομενικά άγνωστοι μεταξύ τους, ανακαλύπτουν σταδιακά τον κοινό τους παρονομαστή.
Κάνατε και δύο ωραίες παρουσιάσεις σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.
Ναι, και θα ακολουθήσουν κι άλλες. Πρώτα θα πάμε στην Πάτρα κι έπειτα θα βρεθώ στην Κύπρο για μια ολόκληρη εβδομάδα. Εκεί το βιβλίο μου θα παρουσιαστεί στη Λευκωσία, όπου μου έγινε η μεγάλη τιμή να μου παραχωρηθεί η Αίθουσα Αρχείου του ΡΙΚ, και στη Στέγη Γραμμάτων και Τέχνης, στη Λάρνακα, ενώ κουβεντιάζουμε τώρα και για τη Λεμεσό, ώστε να γίνει και εκεί μια παρουσίαση.