Με ένα μοναδικό εθιμοτυπικό που θύμιζε άλλες εποχές, έχοντας αγκαλιά το αγαπημένο ακορντεόν του, ανάμεσα στην οικογένειά του και παιδικούς φίλους του, γιόρτασε την ονομαστική εορτή του ο Γιώργος Κοινούσης, στο κτήμα του στο Λαγονήσι.
- Από τον Νίκο Νικόλιζα
Η «Espresso» ήταν εκεί καταγράφοντας μοναδικές στιγμές από τον πάλαι ποτέ σταρ της δεκαετίας του 1970, όταν εκείνος γέμιζε στάδια με τις μεγάλες του επιτυχίες «Τα φιλαράκια τα καλά», «Ανθρωποι είμαστε», «Αχ, ας μπορούσα» και τόσα άλλα.
Ηταν λίγο μετά τις 12 το μεσημέρι, όταν ο ανηφορικός δρόμος προς το κτήμα του στο Λαγονήσι άρχισε να γεμίζει αυτοκίνητα. Οπως κάθε χρόνο, ο ίδιος θέλησε να γιορτάσει την ονομαστική εορτή του στο σπίτι του. Εκεί η πολυαγαπημένη του σύζυγος Φανή, η κόρη του Μαρία, ο γιος του Κώστας, καθώς και τα πολυαγαπημένα εγγόνια του. Στο τραπέζι των περίπου 50 ατόμων βρέθηκαν και φίλοι από τη δεκαετία του 1960, όταν το άστρο του άρχισε να λάμπει στο ελληνικό star system.
Σε αυτό το τραπέζι δεν θα έβλεπες ανθρώπους με λούσα ούτε με καλά ρούχα. Ολοι ήταν ντυμένοι με τα ρούχα της καθημερινότητας. Ενας από αυτούς ήταν ταμίας σε πρακτορείο εισιτηρίων, κάποιος άλλος ναυτικός σε μεγάλη εταιρία, ένας πασίγνωστος αγιογράφος, ένας παλαίμαχος παίκτης μεγάλης ποδοσφαιρικής ομάδας. Ολοι ήταν πιστοί στις παραδόσεις.
Οι εξομολογήσεις του τραγουδιστή
Ο 84χρονος σήμερα τραγουδιστής και μουσικοσυνθέτης μάς υποδέχεται εγκάρδια, και λίγα λεπτά αργότερα έρχεται και κάθεται κοντά μας. Οι ιστορίες που αρχίζει να μας διηγείται μοναδικές. Αλλωστε, ως σπουδαίος ακορντεονίστας δίπλα σε ιερά τέρατα του τραγουδιού, είχε πολλά να μας διηγηθεί.
Η εξομολόγηση για τον Στέλιο Καζαντζίδη και όσα έζησε δίπλα του ως μουσικός, η μουσική σταδιοδρομία του, όταν άρχισε με την Καίτη Γκρέυ στα μεγάλα μαγαζιά της εποχής, ο μοναδικός χαρακτήρας της Γιώτας Λύδια και τα μεγάλα τραγούδια που της έδωσε, η βοήθεια από τον Γαβαλά να τον εντάξει δίπλα του ως τραγουδιστή ήταν μερικές από τις ιστορίες που θυμήθηκε ο Κοινούσης κοντά μας.
Καθώς φτάνει το μεσημέρι και οι προσκεκλημένοι έχουν ήδη καθίσει στις καρέκλες τους, ο εορταζόμενος μας ζητάει να ακολουθήσουμε ένα εθιμοτυπικό, όπως γίνεται κάθε χρόνο τέτοια μέρα: ενός λεπτού σιγή για τους αγαπημένους μας ανθρώπους που έχουν «φύγει», προσευχή και μετά το «Χριστός Ανέστη» από τα χείλη του γιου του! Τα μερικά λεπτά της ώρας που μένουμε όρθιοι για το εθιμοτυπικό δεν ακούγεται ούτε ψίθυρος, ενώ το τραπέζι έχει ήδη στρωθεί.
Λίγη ώρα μετά το τέλος του φαγητού ο σπουδαίος τραγουδιστής και μουσικοσυνθέτης φέρνει το πολυαγαπημένο του μουσικό όργανο, ένα ακορντεόν, και αρχίζει να παίζει και να ερμηνεύει όλες τις μεγάλες του επιτυχίες, με τους παρευρισκομένους να είναι εκστασιασμένοι, καθώς ο ίδιος έχει να το κάνει αυτό πολλά χρόνια. Δίπλα του κάθονται και δύο νέα κορίτσια μουσικοί, οι αδερφές Κιοσκέρογλου, που ο ίδιος είχε παροτρύνει να ακολουθήσουν το επάγγελμα των μουσικών, αλλά «να μη γίνετε σαν τους άλλους. Κρατήστε τις αποστάσεις που πρέπει από αυτό το κύκλωμα», τους είχε πει στην αρχή της καριέρας του.
Και ενώ ο ίδιος άρχισε να παίζει και να τραγουδάει, λέει στους παρευρισκομένους: «Σήμερα που θυμήθηκα όλα τα τραγούδια θα σας παίξω και μερικά λαϊκά από αυτά που αγαπώ», αρχίζοντας με Τσιτσάνη, Παπαϊωάννου και καταλήγοντας με Γαβαλά, Γκρέυ και Λύδια.
Η εκκλησία που είναι αφιερωμένη στην Παναγιά
Η ώρα έχει φτάσει επτά το απόγευμα και το γλέντι έχει σημάνει λήξη. Προτού φύγουμε, επισκεπτόμαστε την πανέμορφη εκκλησία που έφτιαξε ο ίδιος στα μέσα της δεκαετίας του 1990 και είναι αφιερωμένη στην Παναγία την Οδηγήτρια. Ηδη η εκκλησία έχει αρχίσει να αγιογραφείται από έναν πολύ σπουδαίο αγιογράφο της Τήνου, φίλο του Γιώργου Κοινούση. Εκείνος βγαίνει στην πόρτα για να μας αποχαιρετήσει. «Μην χάνεστε. Το σπίτι μου θα είναι πάντα ανοικτό για τους καλούς ανθρώπους και φίλους» μας λέει και μας δίνει ραντεβού για το επόμενο γλέντι.