Η παιδεραστία στους κόλπους της Εκκλησίας, η κατάχρηση εξουσίας, τα όρια της πίστης και η ανθρώπινη σχέση με το θείο στοιχείο θίγονται στο βραβευμένο, άκρως αιρετικό έργο του Στέφανου Κακαβούλη «Παιδιά του Πατρός», που ανεβαίνει από αύριο (για μόλις 8 παραστάσεις), σε σκηνοθεσία του ίδιου, στο θέατρο «Μικρό Γκλόρια».
- Από τον Ηλία Μαραβέγια
Σύμφωνα με την υπόθεση, ένας πρώην καθολικός ιερέας που βίαζε ανήλικα στέλνει επιστολή στα θύματά του για να τον συναντήσουν σε έναν εγκαταλειμμένο χώρο, προκειμένου να απολογηθεί για τις πράξεις του. Ομως, μόνο τρία από τα θύματα ανταποκρίνονται στο κάλεσμα, δύο γυναίκες και ένας άντρας. Κάπως έτσι αρχίζει να ξετυλίγεται το κουβάρι των αναμνήσεων και της φρίκης, σε μια παράσταση που είναι ακατάλληλη για ανηλίκους, καθώς περιέχει σκληρές σκηνές βίας και τολμηρή γλώσσα.
Τα «Παιδιά του Πατρός», που αποτέλεσαν και το «κύκνειο άσμα» του αξέχαστου ηθοποιού Σπύρου Φωκά στο θεατρικό σανίδι το 2013, γράφτηκαν από τον Στέφανο Κακαβούλη περίπου ενάμιση χρόνο νωρίτερα, και μάλιστα είχε πρωταγωνιστήσει και ο ίδιος στα πρώτα ανεβάσματα του έργου.
«Λόγω της απομονωμένης εφηβείας που βίωσα εξαιτίας του έντονου τραυλίσματος που με ταλαιπωρούσε επί χρόνια, με αποτέλεσμα να δέχομαι bullying, είχα βρει μικρός μια διέξοδο στην Εκκλησία. Εκεί αισθανόμουν ασφάλεια τότε, σε σημείο που σκεφτόμουν να γίνω ιερέας. Μετά το λύκειο, λοιπόν, πήγα σε μια ιερατική σχολή, αλλά εκεί τα πράγματα δεν ήταν όπως τα περίμενα. Δεν βρήκα δηλαδή κάποια ιδιαίτερη πνευματικότητα. Απεναντίας, βρήκα πολλή φιλοδοξία, ματαιοδοξία, ανθρώπους που ήθελαν να αποκτήσουν εξουσία και χρήματα. Δεν υπήρχε το πνευματικό κομμάτι που εγώ αναζητούσα, και μόλις τρεις μήνες αργότερα αποφάσισα να φύγω και στη συνέχεια να ασχοληθώ με την τέχνη» αναφέρει στην «Espresso» ο Στέφανος Κακαβούλης, μιλώντας γι’ αυτά που τον ώθησαν εξαρχής στη δημιουργία της εν λόγω παράστασης.
«Επειδή το πνευματικό κομμάτι της Εκκλησίας με απασχολούσε και με αφορούσε πάντα, αυτό που βίωσα στην ιερατική σχολή, σε συνδυασμό με κάποιες υποθέσεις και σκάνδαλα παιδεραστίας που μελέτησα μέσα από δημοσιεύματα και ντοκιμαντέρ, με οδήγησαν τελικά στη συγγραφή των “Παιδιών του Πατρός”, που ανεβαίνουν τώρα για τέταρτη φορά» συμπληρώνει.
Οπως αποκαλύπτει, μάλιστα, το κείμενο αφορούσε αρχικά έναν ιερέα της Ορθόδοξης Εκκλησίας, κάτι που άλλαξε έπειτα από επιθυμία του Σπύρου Φωκά, που είχε υποδυθεί τον συγκεκριμένο ρόλο στο πρώτο ανέβασμα του έργου. «Ο Σπύρος Φωκάς, ο οποίος ήταν και κουμπάρος μου, λάτρεψε την παράσταση και ο ρόλος αυτός έμελλε να είναι ο τελευταίος του στο σανίδι. Εκείνος με παρακάλεσε να αλλάξω το κείμενο, αντικαθιστώντας τον ορθόδοξο ιερέα με καθολικό και τοποθετώντας την ιστορία στο εξωτερικό. Είχε φοβηθεί πως θα γινόταν ένας ντόρος που δεν θα βοηθούσε την παράσταση. Τον άκουσα λοιπόν και τοποθέτησα την ιστορία στην Αυστραλία, στο Μπρόκεν Χιλ, έξω από τη Βικτόρια, όπου είχαν υπάρξει περιπτώσεις παιδεραστίας στους κόλπους της Καθολικής Εκκλησίας. Μπορεί να άλλαξα το κείμενο, αλλά είναι γνωστό πως τέτοια πράγματα συμβαίνουν σε όλες τις θρησκείες, όχι μόνο στον χριστιανισμό.
Συμβαίνουν γενικά οπουδήποτε υπάρχει εξουσία, κάτι που έχει φανεί ξεκάθαρα και στο αστυνομικό δελτίο τα τελευταία χρόνια . Οι υποθέσεις παιδεραστίας εντός κι εκτός Εκκλησίας, που έρχονται στο φως της δημοσιότητας, είναι πολλές, κάτι που καθιστά το έργο τρομακτικά επίκαιρο. Και, δυστυχώς, όπου υπάρχει παιδεραστία υπάρχει συχνά και συγκάλυψη» τονίζει. Στο νέο ανέβασμα του έργου, που παρουσιάζεται κάθε Παρασκευή και Κυριακή, στις 21.30, με πρωταγωνιστές τους Αριστέα Μαρμάρου, Σπύρο Παπαγεωργίου, Νίνα Φραντζεσκάκη και Τάσο Χρυσόπουλο, δεν εμφανίζεται επί σκηνής ο ηλικιωμένος ιερέας, αλλά ο… νεαρός εαυτός του.
«Εμφανίζεται όπως τον θυμούνται τα θύματά του. Οι αναμνήσεις του ζωντανεύουν πάνω στη σκηνή, και βλέπουμε τον νέο, τότε, ιερέα, που έκανε ό,τι έκανε, χωρίς ενοχές» σημειώνει ο Στέφανος Κακαβούλης, επισημαίνοντας ότι, πέρα από την παιδεραστία που θίγουν τα «Παιδιά του Πατρός» σε πρώτο επίπεδο, υπάρχει και ένα δεύτερο, που αφορά περισσότερο τον ίδιο ως δημιουργό. «Σε δεύτερο επίπεδο, η παράσταση θίγει την ανθρώπινη σχέση με το θείο στοιχείο. Κι εκεί βγαίνει το δικό μου βιωματικό κομμάτι. Το ότι έχω επιλέξει να είναι τρία τα θύματα που εμφανίζονται είναι συμβολικό. Καθένας εκφράζει και μια διαφορετική σχέση με το θείο στοιχείο, δηλαδή η μια κοπέλα που έχει μεγάλο θυμό μέσα της εκφράζει την αμφισβήτηση, η δεύτερη που έρχεται με άλλη ψυχολογία εκφράζει την αμφιβολία, ότι πρέπει δηλαδή να δει για να πιστέψει, και ο τρίτος από τα θύματα, που φέρνει και την ανατροπή, είναι αυτός που πιστεύει τυφλά» καταλήγει.