Ο Θοδωρής Κατσικαλούδης έχει χαράξει τη δική του πορεία στο θέατρο και στον κινηματογράφο παίζοντας δίπλα σε σπουδαία ονόματα της υποκριτικής.
- Από τον Βαγγέλη Καράλη
Αποτελούσε καρδιακό φίλο του Θανάση Βέγγου και του Χάρρυ Κλυνν, εξιστορώντας στην «Εspresso» ανέκδοτες ιστορίες από τους αείμνηστους ηθοποιούς. Επίσης, μιλάει για τη συγγένειά του με τον Απόστολο Τότσικα αλλά και για τον Φώτη Μεταξόπουλο, χαρακτηρίζοντάς τον «σκληρό και αγέλαστο» άνθρωπο.
Πώς αποφασίσατε να ασχοληθείτε με την υποκριτική;
Οταν ήμουν 14 ετών, ο θείος μου ο Γιάννης Τότσικας μου είχε πει ότι στην ΕΡΤ1 στο σίριαλ όπου πρωταγωνιστούσε ο Μίμης Φωτόπουλος, «Ο θείος μας ο Μίμης», ήθελαν έναν μικρό για δύο επεισόδια, όπου θα έκανε έναν μικρό ρόλο, και θα πληρωνόμουν κιόλας. Εγώ τότε, για να πω την αλήθεια, πήγα για τα χρήματα. Αλλά μόλις πήγα και είδα το μεγαλείο του γυρίσματος -φώτα, κάμερες-, αλλά και τον Μίμη Φωτόπουλο μαγεύτηκα. Και έτσι, ύστερα από δύο χρόνια αποφάσισα, στα 16 μου χρόνια, να δώσω εξετάσεις στα εξαιρετικά ταλέντα, διότι πήγαινα και λύκειο συγχρόνως. Πέρασα, και μετά ο θείος μου μού σύστησε τη Δραματική Σχολή Αθηνών, όπου ένας από τους δασκάλους μου ήταν ο Ντίνος Ηλιόπουλος.
Αποφοιτήσατε από τη Δραματική Σχολή Αθηνών με δάσκαλο τον Ντίνο Ηλιόπουλο. Τι αποκομίσατε από τον αείμνηστο ηθοποιό;
Καταρχάς, ότι σε αυτή τη δουλειά μπορείς να είσαι και καλός άνθρωπος. Εάν έχεις ταλέντο, δεν σε ενδιαφέρουν ούτε οι κλίκες ούτε το «ξέρεις ποιος είμαι εγώ;». Εμένα αυτό που μου έλεγε ο Ηλιόπουλος ήταν ότι όσο πιο απλός είσαι πάνω στη σκηνή τόσο πιο πολύ θα αρέσεις στο κοινό. Και επίσης αυτό που μου έχει μείνει από αυτόν τον άνθρωπο είναι το καθημερινό του χαμόγελο, όταν έμπαινε στην τάξη και μας έλεγε με ένα τεράστιο, αληθινό χαμόγελο «Γεια σας, παιδιά μου».
Από τις πρώτες συνεργασίες ήταν με τον Χάρρυ Κλυνν. Τι θυμάστε από αυτόν;
Τελειώνοντας από τη Δραματική Σχολή και με το άγχος «Ωχ, πού θα βρω δουλειά τώρα;», ο Θεός μού προσέφερε απλόχερα τη βοήθειά του. Μαθαίνω ότι ο Χάρρυ Κλυνν κάνει οντισιόν για τη νέα του επιθεώρηση «Σε όλο τον κόσμο είναι ίδια, μα στην Ελλάδα σπάει καρύδια». Πάω εγώ ψαρωμένος στο θέατρο «Ορφέας» του Ηλία Μαροσούλη. Εκεί πρωτοσυνάντησα τον μέχρι και τώρα φίλο μου Γιώργο Πολυχρονίδη, που τον είχε βάλει ο Χάρρυ υπεύθυνο για την οντισιόν των δεύτερων ηθοποιών. Με το που με είδε μου είπε ο Γιώργος «ψηλέ, είσαι μέσα!». Μόλις πήγα στην πρώτη μου πρόβα στο θέατρο θαμπώθηκα από τα μεγαθήρια του ελληνικού θεάτρου (τους Θανάση Βέγγο, Μπέτυ Βαλάση, Ηλία Λογοθέτη, τον αγαπημένο Κώστα Τσάκωνα και βέβαια τον Χάρρυ Κλυνν). Αυτοί οι άνθρωποι έλαμπαν πάνω στη σκηνή και κάθε βράδυ, σε ένα κατάμεστο θέατρο, έβλεπες την αγάπη του κόσμου και πώς τους θαύμαζαν, κάτι που δεν υπάρχει τώρα. Θυμάμαι ότι στην πρεμιέρα είχαν έρθει ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο Ανδρέας Παπανδρέου. Τους άρεσε που τους «πείραζε» ο Χάρρυ Κλυνν. Τώρα, πείτε μου έναν πολιτικό που πάει στο θέατρο… Τους ηθοποιούς τούς έχουν μόνο για τα ψηφοδέλτια, μπας και μαζέψουν καμιά ψήφο.
Μεγάλο κεφάλαιο στη ζωή σας αποτελεί η συνεργασία και η φιλία σας με τον Θανάση Βέγγο. Τι αναμνήσεις έχετε; Τι ιστορίες θα μπορούσατε να μοιραστείτε μαζί μας;
Ο καλός μας άνθρωπος με Α κεφαλαίο ήταν και στη ζωή του έτσι. Από το 1986 και για πολλά χρόνια έπαιζα μαζί του. Ενα σχολείο μόνος του, μου δίδαξε την ηθική, το ήθος που πρέπει να έχουμε στη σκηνή και στη ζωή, αλλά και το πόσο ταπεινοί πρέπει να είμαστε. Αυτό που θυμάμαι με νοσταλγία με τον Θανάση είναι όταν με έπαιρνε βόλτα στο Μοναστηράκι -του άρεσε να βλέπει τα παλιά- και μετά με πήγαινε για κεμπάπ στου Θανάση. Το 2003 παίζαμε στην Ορεστιάδα. Υστερα από ένα κουραστικό και μεγάλο ταξίδι φτάνουμε στο ξενοδοχείο και μας δίνουν τα δωμάτια. Του Βέγγου τού έδωσαν το 327. Του λέω «Κύριε Θανάση, να σας βοηθήσω με τα πράγματά σας γιατί είναι πολλά» και ανεβήκαμε στα δωμάτια ο Θανάσης, η κυρία Μίνα, η γυναίκα του, και εγώ. Από την κούρασή μας, αντί να πάμε στο 327 πήγαμε στο 227. Ανοίγουμε την πόρτα και βλέπουμε ένα ζευγαράκι να κάνει έρωτα! Κάγκελο εμείς, κάγκελο κι αυτοί πάνω στο κρεβάτι. (Ξέρεις τι είναι να κάνεις έρωτα σε ξενοδοχείο στην Ορεστιάδα και να δεις μπροστά σου τον Θανάση Βέγγο; Θα το έλεγαν σε φίλους τους και δεν θα το πίστευαν.) Και η επική ατάκα του Θανάση: «Σκεπαστείτε να μην κρυώσετε!» Και φύγαμε τρέχοντας. Αυτός ήταν ο Θανάσης της καρδιάς μας – αυθόρμητος.
Εκτός από καλές αναμνήσεις υπήρχαν άνθρωποι που έβαλαν «τρικλοποδιές» στην καριέρα σας;
Δεν θα έλεγα τρικλοποδιές, αλλά υποτιμούσαν το έργο των δεύτερων ηθοποιών. Θα ήθελα εδώ να τονίσω ότι ειδικά στην επιθεώρηση, εάν δεν είχε ο πρωταγωνιστής σωστό ατακαδόρο, καιγόταν όλο του το νούμερο. Ενας άνθρωπος που είχε την τύχη να σκηνοθετεί τις μεγαλύτερες επιθεωρήσεις της Αθήνας, όπως ο Φώτης Μεταξόπουλος, αρκετά σκληρός και αγέλαστος κατά τη δική μου άποψη αλλά και πολλών συναδέλφων, δεν συμπάθησε ποτέ τους δεύτερους ηθοποιούς, δεν μας υπολόγιζε καν. Και για να μην πείτε ότι μιλώ στο αέρα, θα σας πω ότι στις παραστάσεις όπου έπαιζα εγώ με σκηνοθέτη τον εν λόγω κύριο, όταν τις τραβούσε ένα κανάλι και το έδειχνε η τηλεόραση ποτέ δεν έγραφε τα ονόματα τον δεύτερων ηθοποιών. Οποιες παραστάσεις έχω παίξει με σκηνοθέτη τον Μεταξόπουλο σε καμία δεν γράφει το όνομά μου. Και για να μην πει κανένας τίποτα, εγώ είχα μιλήσει τότε στον ΑΝΤ1, στον σκηνοθέτη κ. Φίλλη, και του λέω «Γιώργο, γιατί δεν μπήκαν τα ονόματά μας;». «Είναι εντολή σκηνοθέτη» μου είπε. Αγαπητέ Φώτη, ύστερα από πολλά χρόνια θα ήθελα να σε ενημερώσω ότι, εάν δεν ήμασταν εμείς οι δεύτεροι, «αντιπαθητικοί» ηθοποιοί, να δούμε τι παράσταση θα έκανες… Πάντως, σου εύχομαι να έχεις πάντα υγεία και να είσαι καλά!
Επίσης, θα ήθελα να αναφερθούμε στη συγγένεια που έχετε με τον Απόστολο Τότσικα. Εχετε επαφές και επικοινωνία; Πώς τον σχολιάζετε ως άνθρωπο και ως ηθοποιό;
Ο πατέρας του Απόστολου, ο αείμνηστος Γιάννης Τότσικας, γνωστός ηθοποιός κι αυτός, ήταν αδελφός της γιαγιάς μου. Τον Αποστόλη δεν τον ξέρω, γιατί, όταν τον έφερνε, συνήθως Κυριακές, στο σπίτι ο θείος Γιάννης, ήταν ακόμη στο καρότσι. Να πω την αλήθεια, χαίρομαι που δύο από το σόι μας είναι ηθοποιοί. Γιατί, όπως είναι γνωστό, στο θέατρο έχω βγάλει το όνομα του καλού παιδιού – αντίστοιχα και για τον Απόστολο έχω ακούσει τα καλύτερα. Αρα, το σόι μας είναι από καλή πάστα ανθρώπων.
Για να πάμε στο σήμερα, την ελληνική τηλεόραση πώς την κρίνετε;
Δεν βλέπω καθόλου, εκτός από ταινίες ξένες και παλιές ελληνικές. Βλέπεις την «Ελιά», τον «Σασμό», το ένα και το άλλο, και βλέπεις κάποιες φάτσες ηθοποιών που είναι όλες ίδιες. Μαύρο μαλλί, μουστάκι, καβουράκι και μπόλικους κομπάρσους με ρόλους. Γιατί οι εταιρίες παραγωγής αρμενίζουν ελεύθερα, αφού δεν υπάρχει κανένα σοβαρό σωματείο να τους κόψει τα πόδια που παίρνουν με ρόλους κομπάρσους με 25 ευρώ και όχι να δώσουν 100 στους ηθοποιούς. Για αυτόν τον λόγο δεν θα βρείτε βιογραφικό μου σε καμιά κινηματογραφική εταιρία στην Ελλάδα. Προτιμώ να το στείλω στη Ζιμπάμπουε.
Τι διαφορές έχει η νέα γενιά ηθοποιών από τους παλαιότερους;
Είναι μονότονοι, μονόχνοτοι και, παρακαλώ, ρίξτε λίγο τα ντεσιμπέλ σας, δεν είμαστε και τίποτα σπουδαίο – μια δουλειά κάνουμε!
Κλείνοντας, μιλήστε μας για την παράστασή σας, «Ενας Μάγος θα μας σώσει».
Είχα πολλά χρόνια να ακούσω μια ενδιαφέρουσα πρόταση. Ετσι, ένα πρωινό χτυπά το τηλέφωνο και ήταν ο φίλος μου, ο μεγάλος θεατρικός συγγραφέας εν ζωή που μας απομένει, ο Κώστας Παπαπέτρου. Μου λέει «Ψηλέ, σε θέλω να κάνουμε επιθεώρηση». Αμέσως του είπα «όχι», αλλά μόλις μου είπε ότι την παραγωγή θα κάνει ο Λουιντσέλο άλλαξα αμέσως και είπα «ναι». Και βέβαια, μετά τις σκηνοθετικές οδηγίες του καταπληκτικού Βασίλη Πλατάκη και τη μουσική επιμέλεια του Ηλία Πολίτη, βγήκε ένα άρτιο αποτέλεσμα. Μια επιθεώρηση που μας θυμίζει τις πολύ καλές παλιές επιθεωρήσεις, με πολύ γέλιο, πολλή σάτιρα, με φαντασμαγορικά κοστούμια και 12 καταπληκτικούς συναδέλφους.