❱❱ Ο σπουδαίος συνθέτης Γιάννης Σπανός αποκαλύπτει στην «Espresso» πώς κατάφερε να φτάσει στην κορυφή
❱❱ Το μουσικό ταξίδι στην Ευρώπη, η παραμονή του για 15 χρόνια στη Γαλλία και το πρόβλημα στους μυς και στα νεύρα των χεριών Από την
ΕΛΙΣΣΑΒΕΤ ΚΥΡΙΤΣΗ
Εχει χιούμορ, φρεσκάδα στον λόγο του και αγάπη για το «τώρα». «Αν μιλάω για το παρελθόν, σημαίνει πως είμαι κι εγώ παρελθόν. Ομως, εγώ είμαι εδώ!» δηλώνει στην «Espresso» ο σπουδαίος Γιάννης Σπανός, ο οποίος τη Δευτέρα θα δώσει συναυλία στο Θέατρο Βράχων για να γιορτάσει τα 60 χρόνια του στον χώρο της μουσικής, έχοντας δίπλα του σημαντικούς ερμηνευτές.
Πώς ήταν τα παιδικά σας χρόνια στο Κιάτο;
Ο,τι λέει ο Λευτέρης Παπαδόπουλος στους στίχους της «Οδού Αριστοτέλους» ήταν ακριβώς η απεικόνιση της παιδικής ηλικίας όχι μόνο της δικής μου, αλλά χιλιάδων παιδιών εκείνης της εποχής.
Πότε καθίσατε πρώτη φορά στο πιάνο;
Τέλη Δημοτικού, αρχές Γυμνασίου. Επαιζε η αδερφή μου και έτσι «ξύπνησε» το αυτί μου. Μετά έπαιζα τα πάντα «με το αυτί». Πήγα στο ωδείο, αλλά δεν είχα την απαραίτητη υπομονή. Δεν έκανα τις ασκήσεις που χρειάζονταν, «πήδαγα» τάξεις.
Αντιμετωπίσατε και ένα θέμα με τα χέρια σας.
Λόγω ανωριμότητας! Κανονικά, έπρεπε να προχωράω αργά, να δυναμώνω, να έχω υπομονή μέχρι να φτάσω να παίζω δύσκολα πράγματα. Ενα μεσημέρι, ενώ ήμουν στη μέση τάξη του ωδείου, προσπαθούσα να παίξω κοντσέρτο του Τσαϊκόφσκι από παρτιτούρα. Ημουν πολύ ατίθασος, αλλά δεν το μετανιώνω κιόλας. Θα ήθελα, βέβαια, να συνεχίσω, να γίνω πιανίστας κλασικός.
Αλλού σας πήγε, όμως!
Ο πατέρας μου, ως οδοντίατρος, περίμενε κάτι από μένα. Ομως, ήθελα να του αποδείξω, προτού ακόμη τελειώσω το Γυμνάσιο, ότι μπορούσα να βγάλω λεφτά από το πιάνο. Βρήκα μια θέση, έπαιζα με τις ώρες στη σχολή χορού της Ηρώς Σισμάνη -ακόμη τη θυμάμαι αυτή την κυρία- για να χορεύουν οι μέλλουσες μπαλαρίνες. Αυτό ήταν «αντιπιανιστικό»! Τα χέρια μου ήταν ανώριμα και εμφανίστηκε πρόβλημα στους μυς και στα νεύρα. Ο γιατρός είπε πως, αν δεν σταματούσα, θα πάθαινα αγκύλωση. Είναι κάποια λάθη που έχω κάνει και τα μετανιώνω τώρα, αλλά να σου πω κάτι, έγινε!
Αρχίσατε να γράφετε όταν πήγατε στο Παρίσι;
Τελειώνοντας το Γυμνάσιο και βλέποντας ο πατέρας μου ότι είχα την τάση να συνθέτω, του είπα πάω να δω τι γίνεται στην Ευρώπη, από μουσικής άποψης. Αλλωστε, δεν μπορούσα να παίξω πιάνο για δύο χρόνια, οπότε δεν θα μπορούσα να γίνω κλασικός πιανίστας. Ταξίδεψα λοιπόν στην Ιταλία, στην Αγγλία και κατέληξα στο Παρίσι. Μόλις έφτασα εκεί ήταν coup de foudre, που λένε, κεραυνοβόλος έρωτας!
Μήπως ήσασταν Γάλλος στην προηγούμενη ζωή σας;
Σίγουρα (γέλια), γιατί προσαρμόστηκα αμέσως. Επαιζα πιάνο σε μπουάτ ως ακομπανιατέρ, και μάλιστα τότε το γαλλικό τραγούδι, το ποιητικό και ποιοτικό, ήταν δύσκολο!
Επειτα αποκτήσατε και άδεια εργασίας;
Ναι, πράγμα αρκετά δύσκολο. Η κυρία που είχε την μπουάτ όπου δούλευα δήλωσε στην αστυνομία ότι με θεωρούσε απαραίτητο για τη γαλλική κουλτούρα. Ετσι, μου δώσανε ειδική άδεια διαμονής και εργασίας.
Πόσων χρόνων πήγατε στο Παρίσι;
Ημουν 24 και έμεινα 15 χρόνια, αλλά ερχόμουν τα καλοκαίρια στην Ελλάδα. Η Γαλλία για μένα είναι ένα κεφάλαιο τεράστιο, που δύσκολα εξηγείται.
Πώς ξεκίνησε η καριέρα σας στην Ελλάδα;
Ο Γιώργος Πατσιφάς στη Lyra έψαχνε κάτι καινούργιο. Εγώ ήμουν νέος, με ιδέες, όμως δεν ήξερα ακόμα τι μουσική να κάνω, γιατί υπήρχαν ήδη μεγάλα ονόματα και σουξέ. Εκανα, λοιπόν ό,τι μου ’ρχοτανε και σιγά σιγά ξεκίνησε αυτό που λέμε Νέο Κύμα. Συνεργάστηκα με τον Παπαστεφάνου, τον Κωτούλα, τον Γεωργουσόπουλο, έκανα ανθολογίες με Ελληνες ποιητές, όλα στη Lyra.
Με την πρώτη σας δουλειά, το τραγούδι «Μια αγάπη για το καλοκαίρι», βάλατε τη σφραγίδα σας.
Και από τότε, το 1963, ακούγεται μέχρι σήμερα και το τραγουδάνε όλοι! Τότε δεν σκεφτόμουν αν θα «πήγαινε» κάτι στον κόσμο, έκανα αυτό που αισθανόμουν, γι’ αυτό και τα νέα παιδιά πρέπει να κάνουν ό,τι νιώθουν, με καινούργια μηχανήματα, να ακούνε ξένη μουσική, αλλά να μην τη μιμούνται και να ασχοληθούν περισσότερο με τον ελληνικό στίχο παρά με τον αγγλικό. Γιατί όλα αυτά τα παιδιά από τα ριάλιτι δεν θα πάνε στο Broadway.
Ησασταν από τους πρώτους ανθρώπους της τέχνης που είχε πει το «ναι» σε ριάλιτι.
Μα, ακόμα βλέπω ριάλιτι. Αγωνιώ μαζί με τα παιδιά, λυπάμαι που κάποια δεν τα καταφέρνουν, είναι μερικά που είναι καταπληκτικά, αλλά δυστυχώς θα πάνε… στον βρόντο.
Εχουμε δημιουργούς σήμερα;
Βεβαίως, ο Γιώργος Ανδρέου, ο Κώστας Λιβαδάς, ο Παναγιώτης Καλαντζόπουλος, ο Λεωνίδας Μπαλάφας, ο Αλκίνοος Ιωαννίδης, ο Φοίβος Δεληβοριάς είναι καταπληκτικός – καλά, για τον Κραουνάκη δεν το συζητάμε. Ακόμη κι ο Γιώργος Θεοφάνους, αν και είναι εμπορικός κι έχει αυτό το αφ’ υψηλού ύφος, έχει πολύ ταλέντο. Ακόμη και ο Φοίβος έχει ταλέντο, αν θέλει.
Θα θέλατε να ακούσετε να τραγουδούν συνθέσεις σας, ας πούμε, η Ελεωνόρα Ζουγανέλη, η Νατάσσα Μποφίλιου;
Ψοφάω! Επίσης, η Γιώτα Νέγκα!
Από τους άνδρες, ο Κωστής Μαραβέγιας, για παράδειγμα;
Ναι, ο οποίος είναι ο καινούργιος Κηλαηδόνης για μένα! Γιατί έχει αυτό το «εύκολο», το ανέμελο, αλλά με νόημα, τραγούδι.
Εχετε γράψει το «Ρίξε στο κορμί μου σπίρτο», που τραγούδησε η Κατερίνα Κούκα…
Κανείς δεν το πίστευε! Εχω γράψει πολλά λαϊκά, ζεϊμπέκικα, ακουστικά, το «Μια Κυριακή», την «Αλάνα», τον «Μπαγλαμά». Αντιμετωπίζω το λαϊκό τραγούδι με την ίδια σοβαρότητα με το ποιητικό και με το τσιφτετέλι. Τα λατρεύω τα τσιφτετέλια!
Αν σας καλούσαν ξανά σε ριάλιτι, θα πηγαίνατε;
Οχι, το έκανα κάνα δυο φορές λόγω του Ψινάκη, επειδή ήμασταν φίλοι και μ’ έκανε και γέλαγα πολύ. Δεν αντέχω, μωρέ, τώρα να βλέπω τα παιδιά να δεινοπαθούν και εγώ να κάθομαι μαζί με τους υπέροχους κριτές, όπως θα είμαι κι εγώ, υποτίθεται.
Υπάρχει μια τάση σήμερα από μπάντες να κάνουν διασκευές παλιών κομματιών. Σας αρέσουν τα αποτελέσματα;
Ναι, αλλά δεν είναι όλα πετυχημένα. Μερικά μάλιστα τα αλλοιώνουν τόσο πολύ, που είναι κάτι άλλο. Ακόμη και τα αποτυχημένα είναι… επιτυχημένα! Μάλιστα, έχω ενημερώσει την ΑΕΠΙ όποτε ζητάνε τραγούδια μου για διασκευές να δίνουν την άδειά μου.
Εχετε προσωπική ζωή; Φίλους; Βγαίνετε;
Τίποτα δεν μου λείπει! Αν θέλω να βγω, βγαίνω. Αν θέλω να μείνω μόνος μου, το κάνω, αν και δεν με αφήνουν και ποτέ μόνο μου!
Δεν σκεφτήκατε τη δημιουργία οικογένειας;
Αν είχα οικογένεια, δεν θα έκανα μουσική! Δεν μπορώ να παίζω πιάνο και να μ’ ακούει κάποιος άλλος.