Τύψεις, αλλά και φόβο για την ίδια του τη ζωή ένιωθε μετά τη διπλή δολοφονία στη Ζάκυνθο το «βαθύ λαρύγγι», η καθοριστική μαρτυρία του οποίου οδήγησε στην εξιχνίαση των εκτελέσεων της 37χρονης Χριστίνας Κλουτσινιώτη τον Ιούνιο του 2020 και του συζύγου της Ντίμη Κορφιάτη σχεδόν έναν χρόνο μετά. Με την κατάθεσή του ο μάρτυρας αποκάλυψε τις κινήσεις των μελών της φονικής ομάδας και των συσχετισμών μεταξύ τους.
Στη δικογραφία με τις περισσότερες από 2.000 σελίδες που έχουν παραλάβει οι δικαστές που χειρίζονται την υπόθεση κατηγορούνται επτά άτομα, μεταξύ των οποίων ο εφοπλιστής Μάρκος Λαιμός, για τον οποίο από το βράδυ της Τρίτης έχει εκδοθεί ένταλμα σύλληψης, ο σωματοφύλακάς του και ως ηθικός αυτουργός ένας απότακτος υπαστυνόμος, που μάλιστα υπήρξε υποδιοικητής στην Ασφάλεια Ζακύνθου!
Ο μάρτυρας περιέγραψε με λεπτομέρειες πώς ξεκίνησαν όλοι μαζί να φύγουν από την Αθήνα για να μεταβούν αρχικά στην Ηλεία, απ’ όπου παρέλαβαν το σκάφος του άφαντου εφοπλιστή Μάρκου Λαιμού, με το οποίο πέρασαν στη Ζάκυνθο. Σημειώνεται ότι ο εφοπλιστής είχε κληθεί πέρυσι να εξηγήσει στους αστυνομικούς πώς βρέθηκε το σκάφος στην Κυλλήνη. Τότε είχε ισχυριστεί ότι το είχε πάει για να το δει ενδιαφερόμενος αγοραστής, όμως οι αστυνομικοί διαπίστωσαν πως το επίμαχο διάστημα το κινητό του εξέπεμπε από την περιοχή του Χαλανδρίου, ενώ ο «αγοραστής» όχι μόνο δεν είχε τη σχετική οικονομική επιφάνεια, αλλά λίγους μήνες αργότερα φυλακίστηκε για διακίνηση ναρκωτικών!
Το «βαθύ λαρύγγι» ξετύλιξε και το κουβάρι της γνωριμίας του με τον bodyguard του εφοπλιστή:
«Το 2019 δούλευα ως φύλακας σε μια έκθεση αυτοκινήτων στην Κηφισιά του (σ.σ.: αναφέρεται όνομα). […[ Κάποια στιγμή, κάπου τον Σεπτέμβρη του 2019 νομίζω, είχε έρθει στην έκθεση ένας άνθρωπος που ήθελε να αγοράσει ένα θωρακισμένο αυτοκίνητο. […] Του είπα ότι έψαχνα δουλειά και σπίτι να μείνω, γιατί έπρεπε να φύγω απ’ το σπίτι όπου έμενα τότε. Τότε μου είπε ότι θα μου έβρισκε αυτός δουλειά γιατί ήταν στην προσωπική ασφάλεια του επιχειρηματία (σ.σ.: αναφέρεται το όνομα του εφοπλιστή) και είχε και μια ναυτιλιακή εταιρία μαζί με τον Λαιμό. […]».
Μετά τη φονική ενέδρα, που στοίχισε τη ζωή της Χριστίνας Κλουτσινιώτη και τον σοβαρό τραυματισμό του Ντίμη Κορφιάτη, σύμφωνα πάντα με τον μάρτυρα, «ο (σ.σ.: αναφέρεται όνομα) μου είπε “δες πού πάμε και έλα να μας πάρεις”. Εγώ του είπα “θα χαθώ” γιατί δεν ήξερα τον δρόμο αλλά εκείνος μου είπε να πάω να τους βρω. […]. Εψαξα και είδα να βγαίνουν οι δύο από ένα ύψωμα μπροστά από μια παραλία. Δεν ξέρω πού είναι αυτό το σημείο γιατί είχα χαθεί τελείως και τυχαία τους πέτυχα. Εκεί λοιπόν σταμάτησα να τους πάρω. Είδα ότι είχαν βρεγμένα ρούχα. Ο (σ.σ.: αναφέρεται όνομα) φορούσε μια σκούρα φόρμα παντελόνι από κάτω και από πάνω ένα σκούρο κοντομάνικο μπλουζάκι. Ο (σ.σ.: αναφέρεται όνομα) φορούσε και αυτός σκούρο παντελόνι φόρμα από κάτω, σκούρο κοντομάνικο από πάνω. Τα ίδια ρούχα, νομίζω, φορούσαν και την προηγούμενη μέρα, όταν κατεβήκαμε από την Αθήνα και πήγαμε στο λιμανάκι για να φύγουν με σκάφος».
Ο μάρτυρας περιέγραψε και τον διάλογο που ακολούθησε μεταξύ των δύο εκτελεστών:
«Φεύγοντας από εκεί, οδήγησα εγώ, ο (σ.σ.: αναφέρεται όνομα) έκατσε συνοδηγός και ο άλλος πίσω. Ο (σ.σ.: αναφέρεται όνομα) πήρε το δικό μου κινητό και έβαλε αμέσως κάποιο βίντεο στο ίντερνετ που έλεγε για μια δολοφονία που είχε γίνει πριν λίγη ώρα στη Ζάκυνθο».
«Ο (σ.σ.: αναφέρεται όνομα) φώναζε και έβριζε και έλεγε στον (σ.σ.: αναφέρεται όνομα) ότι δεν πέθανε ο Ντίμης και ότι “μόνο την π@@@@” είχε σκοτώσει. Αυτό το έλεγε ο (σ.σ.: αναφέρεται όνομα) στον (σ.σ.: αναφέρεται όνομα), δηλαδή “Μόνο την π@@@@ σκότωσες”. Ο (σ.σ.: αναφέρεται όνομα) του απάντησε “Ναι, μ@λ@κα, ας μην έπεφτες εσύ με τη μηχανή και θα τον βρίσκαμε μόνο του”. Ο (σ.σ.: αναφέρεται όνομα) πάλι του είπε μετά: “Εχεις ιδέα από 45άρι πώς τρυπάει; Επειδή έχεις, μη μιλάς. Τον πέτυχα σίγουρα, δεν θα γλιτώσει”. Ο (σ.σ.: αναφέρεται όνομα) του έλεγε πως μετά πρέπει να πάνε στο νοσοκομείο που θα τον πήγαιναν για να το τελειώσουν αν είναι ακόμα ζωντανός. Ο (σ.σ.: αναφέρεται όνομα) του έλεγε ότι σίγουρα θα πεθάνει και ότι τον είχαν πετύχει. Ο (σ.σ.: αναφέρεται όνομα) μετά του είπε: “Στον π@@@ τον μπάτσο τον (σ.σ.: αναφέρεται όνομα) να δω τι θα πούμε. Εγώ θα πω ότι έφταιγες εσύ”. Αυτόν τον (σ.σ.: αναφέρεται το όνομα του αστυνομικού) τον έχω ξανακούσει σε κουβέντες που έκανε ο (σ.σ.: αναφέρεται όνομα) και θυμάμαι ότι είχε πει ότι είχε εμπλοκή σε ένα δικαστήριο για μια ληστεία που είχε γίνει στη Ζάκυνθο. Δυστυχώς δεν ξέρω να σας πω κάτι άλλο για αυτόν. Τότε κατάλαβα από όλες αυτές τις κουβέντες ότι οι δύο είχαν πυροβολήσει και σκοτώσει μια γυναίκα και είχαν προσπαθήσει να σκοτώσουν και τον άντρα της».
Ολοκληρώνοντας την κατάθεσή του ο μάρτυρας σημείωσε: «Σας είπα όλα όσα ήθελα να πω. Θέλω να με πιστέψετε ότι εγώ δεν είχα καμία σχέση με αυτό που έγινε πέρυσι στη Ζάκυνθο. Δεν ήξερα τι θα γίνει και δεν μπορούσα να κάνω κάτι να το αποφύγω. Εγώ δεν έχω ούτε δουλειά ούτε σπίτι ούτε καν πράγματα δικά μου αυτή τη στιγμή που μιλάμε. Εδώ και αρκετό καιρό με φιλοξενούν διάφοροι οικογενειακοί μου φίλοι και με βοηθούν να αντεπεξέλθω στις δυσκολίες που περνάω…»