Θρίλερ για την τύχη του Νικόλα Σταύρου Νιάρχου, καθώς ο γόνος των δύο οικογενειών κροίσων, που απαρνήθηκε τη χλιδή παίζοντας τη ζωή του κορόνα γράμματα στις πιο επικίνδυνες περιοχές του πλανήτη για να αποκαλύψει τη δημοσιογραφική αλήθεια, βρίσκεται εδώ και έξι ημέρες στα χέρια των μυστικών υπηρεσιών του Κονγκό.
Η τελευταία αποστολή του γεννημένου στη Νέα Υόρκη Ελληνοαμερικανού δημοσιογράφου τον οδήγησε στις φυλακές του Κονγκό. Την Τετάρτη, σύμφωνα με πληροφορίες του Γαλλικού Πρακτορείου Ειδήσεων, ο Νικόλας Νιάρχος συνελήφθη στο Κονγκό από τις υπηρεσίες πληροφοριών ANR. Αξιωματούχοι τους υποστήριξαν ότι προσέγγισε ένοπλες οργανώσεις που δρουν στα νοτιοανατολικά της χώρας «ιδίως με τους Μπακάτα Κατάνγκα», χωρίς να έχει ενημερώσει τις Αρχές. Συνελήφθη μαζί με έναν Κονγκολέζο συνάδελφό του στο Λουμπούμπασι, στο νοτιοανατολικό Κονγκό, και οδηγήθηκαν στην πρωτεύουσα Κινσάσα.
Υψηλόβαθμος αξιωματούχος της κυβέρνησης που ζήτησε να τηρηθεί η ανωνυμία του επιβεβαίωσε την Κυριακή στο Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων τη σύλληψη, λέγοντας ότι ο Νιάρχος συνεχιζόταν να κρατείται στην Κινσάσα από την υπηρεσία πληροφοριών ANR. Ισχυρίστηκε, δε, ότι ο 33χρονος ενδέχεται να αφεθεί ελεύθερος σήμερα, Τρίτη, αφού, όπως είπε, οι τοπικές Αρχές «δεν έχουν κανένα συμφέρον να τον κρατούν». Ωστόσο, η πληροφορία δεν επιβεβαιώθηκε από καμία επίσημη κυβερνητική πηγή.
Ο Νιάρχος πήγε στο Κονγκό για να κάνει ρεπορτάζ για την προστασία της φύσης, της οικονομίας και του πολιτισμού, για λογαριασμό του περιοδικού «The Nation», σύμφωνα με την επίσημη διαπίστευσή του. Στις τελευταίες αναρτήσεις του στο Instagram παρουσίαζε φωτογραφικό υλικό από την εξόρυξη πολύτιμων μεταλλευμάτων, μεταξύ των οποίων και σπάνιων ορυκτών για μπαταρίες.
Επισκέφτηκε μικρά ορυχεία στα οποία εργάζονται ντόπιοι, οι οποίοι στη συνέχεια πουλούν πολύ φθηνά τα ορυκτά σε επιχειρηματίες και εκείνοι τα θέτουν προς πώληση στις διεθνείς αγορές σε αστρονομικές τιμές. Κατά καιρούς έχουν υπάρξει καταγγελίες για παιδική εργασία στα υποτυπώδη ορυχεία κοβαλτίου, διαμαντιών και χρυσού, για την κυριαρχία των οποίων έχει ξεσπάσει άγριος πόλεμος ανάμεσα σε τοπικές ένοπλες οργανώσεις.
Ο 33χρονος Ελληνοαμερικανός δημοσιογράφος είναι εγγονός του εφοπλιστή Σταύρου Νιάρχου και ο πρωτότοκος γιος του Σπύρου Νιάρχου και της Δάφνης Γκίνες, κληρονόμου της «αυτοκρατορίας» της διάσημης μπίρας Guinness. Από μικρός αποφάσισε να αφήσει πίσω του τη χλιδάτη ζωή που του εξασφάλιζε η οικογένειά του για να γίνει μάχιμος δημοσιογράφος. Επειτα από σπουδές στην Πολιτική και τη Λογοτεχνία στο αμερικανικό πανεπιστήμιο Γέιλ και ένα μεταπτυχιακό στη Δημοσιογραφία στο πανεπιστήμιο Κολούμπια, εργάστηκε σε κορυφαία βρετανικά και αμερικανικά μέσα ενημέρωσης.
Για λογαριασμό των «Νew York Times», «Huffington Post», «The Guardian», «The Οbserver» «Independent» και του περιοδικού «The New Yorker» ο Νιάρχος, που μιλάει πέντε γλώσσες, πήγε για ρεπορτάζ στις πιο επικίνδυνες περιοχές του πλανήτη, μεταξύ των οποίων οι φλεγόμενες από τον πόλεμο Υεμένη και Μπουρκίνα Φάσο, αλλά και στην Ιαπωνία.
Στη χώρα μας αίσθηση είχε προκαλέσει το οδοιπορικό του στο Άγιον Όρος αλλά και το ρεπορτάζ του από τα hot spots μεταναστών στη Σάμο. Κάθε φορά που του δινόταν η ευκαιρία, ο 33χρονος, που έχει για φίλους τον σχεδιαστή Τομ Φορντ και την Οπρα Γουίνφρεϊ, επισκέπτεται την Ελλάδα, χωρίς φυσικά να το διατυμπανίσει, ενώ από τους αγαπημένους του προορισμούς φέρεται ότι είναι οι Σπέτσες, η Λακωνία, η Σκόπελος και η Σέριφος. Προτού μεταβεί στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό είχε κάνει ρεπορτάζ για τη διάσωση έργων τέχνης στο Λβιβ της Ουκρανίας τον Μάρτιο, όταν η πόλη βομβαρδιζόταν από ρωσικά πυρά.