Μπορεί να έπαιξε σε 40 ταινίες με μεγάλη επιτυχία, καθώς και σε πλήθος θεατρικών έργων, όμως μόνο ένας ρόλος είναι αυτός που άντεξε στη μνήμη όλων των Ελλήνων και ακόμα τη φωνάζουν στον δρόμο: αυτός της Φιφίκας στον θρυλικό «Μπακαλόγατο».
- Από τον Νίκο Νικόλιζα
Η συνάντησή μου με τη Νέλλη Παππά έγινε στην περιοχή όπου μένει, κοντά στο Παγκράτι. Σικάτη, μπριόζα, τσαχπίνα, παρά τα χρόνια της, η γυναίκα που είχε καταφέρει να «τρελάνει» τον θρυλικό Ζήκο στην ταινία του 1963 «Της κακομοίρας» παραμένει σχεδόν ίδια. Της αρέσει να λέει ιστορίες από εκείνη τη χρυσή εποχή του ελληνικού κινηματογράφου, να θυμάται παρασκήνια και να νιώθει χορτάτη για όλα όσα πέρασε. Μαζί καθίσαμε πάνω από δύο ώρες. Και μπορεί να έχει δώσει κι άλλες συνεντεύξεις στην πολύχρονη καριέρα της, ωστόσο σήμερα για πρώτη φορά μιλάει για τη νεανική πρόταση γάμου που της είχε κάνει ο Τόλης Βοσκόπουλος, για τον έρωτα του Κώστα Χατζηχρήστου με τη Μάρθα Καραγιάννη, αλλά και για τα παρασκήνια από τον θρυλικό «Μπακαλόγατο». Μια ταινία που έχει σημαδέψει γενιές και γενιές και ήρθε η ώρα των αποκαλύψεων…
Τελικά, η Νέλλη Παππά δεν είναι μόνο το ερωτικό κορίτσι στον «Μπακαλόγατο», έχει και μεγάλη ιστορία. Πού γεννηθήκατε, αλήθεια…
Οι γονείς μου ήταν Μικρασιάτες. Με τη Μικρασιατική Καταστροφή ήρθαν στην Ελλάδα, γνωρίστηκαν εδώ και παντρεύτηκαν. Εκαναν τρία παιδιά, αλλά μετά χώρισαν.
Στην Αθήνα πού μεγαλώσατε;
Στον Βύρωνα. Είχαν δώσει τότε σε όλους τους Μικρασιάτες σπίτια για να μείνουν και κάπως έτσι μεγαλώσαμε μέσα στις αλάνες και σε ένα πολύ όμορφο περιβάλλον, όμως είχε πολλή φτώχεια εκείνη η εποχή. Οταν μεγάλωσα και τελείωσα το σχολείο, άρχισα να ψάχνω για δουλειά. Μην ξεχνάς πως ο πατέρας μας είχε φύγει από το σπίτι!
Τον συγχωρήσατε;
Ναι, τον συγχώρησα, αν και πάντα υπήρχε η έλλειψη του πατέρα μέσα μου. Στα τελευταία του τον κοιτάξαμε όλα τα παιδιά του με αγάπη. Πάντως, σε όσες σχολές αποφάσισα να πάω, η μάνα μου και η γιαγιά μου ήταν υποστηρικτές μου.
Είχατε σκεφτεί να γίνετε από μικρή ηθοποιός ή προέκυψε στην πορεία…
Νομίζω ότι το είχα μέσα μου αυτό το είδος. Στην πρώτη θεατρική παράσταση όπου πήγα μαγεύτηκα. Από τότε άρχισα να βάζω άτι κομπινεζόν μπροστά στον καθρέφτη και να κάνω διάφορα σκετς. Πού να τολμήσω να πω της μάνας μου για όλα αυτά και τι σκεφτόμουν. Συμπτωματικά, την εποχή εκείνη συνάντησα στο Παγκράτι έναν ξάδερφο της μάνας μου, που είχε σχολή χορού και έκανε μπαλέτο. Μου λέει: «Δεν έρχεσαι στη σχολή να κάνεις λίγο χορό;» Του λέω: «Η μάνα μου θα με σκοτώσει. Αναλαμβάνεις εσύ την ευθύνη». Πήγα κρυφά και μετά έφυγα και πήγαινα στη Νέα Σμύρνη να κάνω χορό. Τότε λοιπόν στη σχολή ήρθε ένας σκηνοθέτης για να πάρει κάποιες μεγάλες κοπέλες για ταινίες και για θέατρο. Με βλέπει και μου λέει: «Εσύ τι κάθεσαι εδώ και χορεύεις; Γιατί δεν βγαίνεις στον κινηματογράφο που έχεις τόσο ωραίο πρόσωπο;» Αυτό ήταν. Με στέλνει στον Νίκο Ξεπαπαδάκο, που ήταν μακιγιέρ σε όλες τις ταινίες του κινηματογράφου. Πάω στον Ξεπαπαδάκο και με παίρνει και πηγαίνουμε στο «Μικρό Χόλλυγουντ», στην πλατεία Κάνιγγος. Με συστήνει στους παραγωγούς και εντελώς τυχαία εκείνη την εποχή γυριζόταν η ταινία «Τα ναυάγια της ζωής» με την Τζένη Καρέζη. Με βλέπει η σκηνοθέτρια της ταινίας και λέει ενθουσιασμένη: «Αυτή θα είναι η συμπρωταγωνίστρια της Τζένης στην ταινία». Εκτοτε όλοι οι σκηνοθέτες, όλοι οι παραγωγοί με έβαζαν και γύριζα διαφημίσεις παράλληλα με τις ταινίες. Δεν σου κρύβω ότι ήμουν μια κούκλα.
Η μητέρα σας πότε το έμαθε ότι παίζατε σε ταινίες;
Οταν κάποιος της είπε ότι με είδε στον κινηματογράφο. Μέχρι τότε της έλεγα ότι κάνω διαφημίσεις για να παίρνω χαρτζιλίκι. Οταν έπειτα από καιρό το κατάλαβε, έγινε χαμός στο σπίτι.
Στο θέατρο πότε βγήκατε;
Εδωσα εξετάσεις για να πάρω το δίπλωμα ώστε να μπορώ να εξασκώ και το επάγγελμα. Με κατέβασαν πολύ γρήγορα από τη σκηνή και με κλάματα πάω στα παρασκήνια, γιατί νόμιζα πως δεν είχα περάσει. Ξαφνικά βλέπω μπροστά μου την κυρία Κατερίνα Ανδρεάδη και μου λέει: «Θέλω να παίξεις στο έργο που ανεβάζω, “Φιλουμένα Μαρτουράνο”. Επαιζε και ο Ξανθόπουλος σε αυτό. Μαζί μου έδωσε εξετάσεις τότε και ο Τόλης Βοσκόπουλος. Θυμάμαι την πρώτη μέρα που βγήκαμε από του Καλλέργη το σπίτι όπου κάναμε πρόβες, μου λέει ο Τόλης: «Να φέρω αύριο βέρες;» Αρχισα να γελάω και του λέω: «Δεν είσαι καλά». Ηταν ο πρώτος που μου έκανε πρόταση γάμου!
Να πάμε και στον «Μπακαλόγατο». Πώς σας βρήκε ο Χατζηχρήστος;
Δεν με βρήκε ο Χατζηχρήστος. Εκείνη την εποχή ο Κώστας είχε δεσμό με τη Μάρθα Καραγιάννη. Το έργο είχε ανέβει πρώτα στο θέατρο με τεράστια επιτυχία. Η Μάρθα λοιπόν ήθελε να παίξει τον ρόλο της άλλης κοπέλας, ενώ ο Κώστας τής είχε προτείνει να παίξει τον δικό μου ρόλο. Και εκεί, κουβέντα στην κουβέντα, τσακώθηκαν και η Μάρθα έφυγε από τον θίασο. Φεύγει η Μάρθα, και ο αδελφός του Χατζηχρήστου ανέλαβε να βρει μια κοπέλα τσαχπίνα και όμορφη για τον ρόλο στην ταινία. Με παίρνει τηλέφωνο ο αδελφός του Χατζηχρήστου και μου λέει: «Νέλλη μου, θέλω να παίξεις στην ταινία “Ο μπακαλόγατος”».
Αρα ο τσακωμός της Μάρθας με τον Χατζηχρήστο ήταν η αφορμή να μείνετε εσείς στην ιστορία ως Φιφίκα;
Ακριβώς. Λόγω αυτής της διαφωνίας μάλιστα χώρισαν οριστικά και η Μάρθα με τον Κώστα.
Τη βλέπετε ακόμα την ταινία;
Τρελαίνομαι να τη βλέπω. Πέφτω κάτω από τα γέλια. Μετά τον «Μπακαλόγατο», με τον Κώστα πήγαμε και στη Θεσσαλονίκη. Γυρίσαμε άλλη μια ταινία, παίξαμε και στο θέατρο μαζί.
Πώς ήταν ως άνθρωπος ο Χατζηχρήστος;
Γλυκύτερο άνθρωπο δεν έχω συναντήσει στη ζωή μου. Με είχε σαν κόρη του εμένα. Ποτέ δεν με είδε με ερωτική ματιά. Οι γυναίκες τον κυνηγούσαν για να είναι μαζί του, γιατί ήταν τζέντλεμαν. Συμπεριφερόταν υπέροχα στις γυναίκες. Ο Κώστας είχε ποιότητα ως άνθρωπος!
Μέσα σε πόσο διάστημα γυρίστηκε ο «Μπακαλόγατος»;
Νομίζω μέσα σε έναν μήνα τη γυρίσαμε!
Ήταν το ίδιο καλός και πάνω στη σκηνή;
Χατζηχρήστος δεν ξαναβγαίνει. Στον «Μπακαλόγατο», δε, ήταν μοναδικός. Ο Κώστας είχε πολύ καλό θυμητικό. Τις σκηνές του τις έβγαζε μία κι έξω όλες. Θυμάμαι είχε πάρει τη δεκαετία του ’60 ένα θέατρο στη λεωφόρο Αλεξάνδρας. Είχε φέρει λοιπόν από τη Γαλλία ένα μπαλέτο πανάκριβο. Το καλύτερο που υπήρχε στην Ευρώπη. Στην επιθεώρηση αυτή έπαιζα κι εγώ. Κάποια στιγμή ακούω τον Κώστα πάνω στη σκηνή να λέει ασυνάρτητα πράγματα. Φωνάζω τον υπόλοιπο θίασο κι εκεί αντιληφθήκαμε ότι είχε πάθει εγκεφαλικό. Σταματήσαμε την παράσταση και τον πήγαμε στο νοσοκομείο. Δεν θα ξεχάσω που με είχε πιάσει πριν από την παράσταση και μου έλεγε: «Νέλλη μου, είμαι φορτωμένος με χρέη». Τι γινόταν: Αν και το θέατρο γέμιζε και είχαμε τεράστια επιτυχία, ήταν τόσο ακριβή η παράσταση, που ό,τι και να έκανε, πάλι μέσα θα έμπαινε. Από εκεί άρχισε και ο κατήφορος του Κώστα στα οικονομικά.
Πότε τον είδατε τελευταία φορά;
Τον είδα στο ξενοδοχείο «Παρκ». Καθόμουν απέναντι από μια σκάλα. Κατεβαίνει ο Κώστας καταβεβλημένος και, μόλις με αντικρίζει, πέφτει πάνω μου και μου λέει: «Νελλάκι μου, γλυκό μου πλάσμα». Οταν πέθανε, έκλαψα πολύ για εκείνον, γιατί είχε πολύ καλή ψυχή για όλο τον κόσμο.
Ο «Μπακαλόγατος» για εσάς ήταν ευχή ή κατάρα λόγω της ταύτισή σας με τη Φιφίκα;
Ο «Μπακαλόγατος» μου άνοιξε πολλές πόρτες, αναμφισβήτητα. Τότε δεν είχε την επιτυχία που βλέπουμε να έχει τα επόμενα χρόνια. Τώρα με αναγνωρίζουν στον δρόμο και μου φωνάζουν «Γεια σου, Φιφικάρα»!
Ο «Μπακαλόγατος» από το ’63 μέχρι σήμερα έχει ανέβει πολλές φορές στο θέατρο. Σας καλούν να τιμήσετε την παράσταση; Πηγαίνετε;
Δεν μπορώ να πάω να δω πράγματα τα οποία δεν θα μου αρέσουν. Παλιότερα τον είχε παίξει ο Φιλιππίδης. Τώρα τον παίζει ο Ζουγανέλης. Είναι δυνατόν να δεχτώ να δω άλλον ηθοποιό να παίζει τον «Μπακαλόγατο» εκτός από τον ίδιο τον Χατζηχρήστο; Για όνομα του Θεού, δεν το δέχομαι! Ο Χατζηχρήστος είναι μορφή για το θέατρο και τον κινηματογράφο. Τελεία και παύλα!
Δεν παντρευτήκατε ποτέ. Γιατί έτσι;
Από επιλογή. Είχα μια αρραβώνα με έναν ποινικολόγο πέντε χρόνια. Ως εκεί όμως!
Τώρα που πέρασαν τα χρόνια, σας λείπει ένα παιδί;
Οχι, γιατί εγώ μεγάλωσα τα παιδιά της αδερφής μου, τα οποία είναι σαν δικά μου παιδιά.