«Της κουμπάρας μου δεν της άξιζε τέτοιο τέλος. Είχε καεί σε διάφορα σημεία του σώματός της. Πήγαινα και την έβλεπα στο νοσοκομείο συνεχώς.
Με κοίταζε στα μάτια, γεμάτη καλοσύνη και υπομονή. Ήταν καλός και σπουδαίος άνθρωπος η Ρένα. Ντόμπρος χαρακτήρας, κιμπάρισσα για όλους και με όλους».
Από τον Νίκο Νικόλιζα
Με αυτά τα λόγια και με λυγμούς, η τραγουδίστρια Ελένη Ροδά ανοίγει την καρδιά της στην «Εspresso» και μιλάει για τη δική της «ιέρεια του Νέου Κύματος», τη Ρένα Κουμιώτη, η οποία έφυγε από τη ζωή τα ξημερώματα της Κυριακής σε ηλικία 81 ετών.
Δύο ολόκληρους μήνες η μεγάλη ερμηνεύτρια, που σφράγισε το ελληνικό πεντάγραμμο με μερικές από τις μεγαλύτερες επιτυχίες όλων των εποχών, πάλευε. Πάλευε με τον χρόνο, πάλευε με το σκοτάδι, πάλευε με τις αναμνήσεις ενός ένδοξου παρελθόντος, γεμάτου μουσική. Στο δωμάτιο δημόσιου νοσοκομείου ελάχιστοι άνθρωποι επιτρεπόταν να εισέλθουν. Ο πολυαγαπημένος της γιος Αλέξης, η κουμπάρα της και επιστήθια φίλη της Ελένη Ροδά, και κάνα δυο άλλοι.
«Τι να σου πρωτοπώ για τη Ρένα μου… Από το 1968 μαζί. Εκείνη δεν είχε καθιερωθεί ακόμα στο τραγούδι. Θυμάμαι, ερχόταν και με έβλεπε στα νυχτερινά κέντρα. Και εκεί δέσαμε. Φίλες. Κολλητές και κουμπάρες» λέει συγκινημένη η Ελένη Ροδά, η οποία μας δείχνει φωτογραφία από την κοινή τους πορεία. Το άλμπουμ από το παρελθόν, γεμάτο εικόνες και αναμνήσεις 55 χρόνων. «Θυμάμαι, τότε ερχόταν μαζί μας στις εξόδους και ο Σουρμελίδης της Finos Film. Ο άνθρωπος αυτός τη βοήθησε πολύ να μπει και στις ελληνικές ταινίες, και το όνομά της να πετάξει στα ουράνια. Της άξιζε, δηλαδή, γιατί εγώ πιστεύω πως, μετά την Τζένη Βάνου, η Ρένα Κουμιώτη είναι η καλύτερη φωνή που είχαμε στην Ελλάδα» μονολογεί συγκινημένη.
Τη ρωτάμε αν τα έλεγαν ως φίλες και κουμπάρες. «Τα παιδικά χρόνια της Ρένας ήταν δύσκολα, πέτρινα, γεμάτα αντιξοότητες. Η ίδια δεν ήθελε να τα θυμάται. Η μάνα της πέθανε όταν η Ρένα ήταν πάρα πολύ μικρή. Φτώχεια, πείνα και μια ζωή γεμάτη πόνο. Αργότερα πέθανε και ο πατέρας της από φυματίωση. Εμεινε μόνη στον κόσμο, στην πιο κρίσιμη ηλικία. Ουσιαστικά μεγάλωσε με τη γιαγιά της.
Σκεφτείτε ότι σε ηλικία 13 ετών ξεκίνησε να εργάζεται στου Παπαστράτου τα τσιγάρα για να επιβιώσει η οικογένεια» θυμάται η τραγουδίστρια και κουμπάρα της και συνεχίζει: «Αν η Ρένα δεν πήγαινε για εννέα ολόκληρα χρόνια στον Καναδά, η πορεία της στην Ελλάδα θα ήταν πενταπλάσια. Την παρακαλούσαν όλοι οι συνθέτες να γυρίσει πίσω και να της δώσουν τραγούδια. Εκείνη έμεινε εκεί, παντρεύτηκε εκεί, αγόρασε ένα μαγαζί με τον σύζυγό της, αλλά η πορεία της στο τραγούδι στην Ελλάδα έμεινε πίσω» αναφέρει, ενώ εξηγεί ότι η ίδια ήταν ένας από τους ελάχιστους ανθρώπους που την επισκέπτονταν στο νοσοκομείο τους τελευταίους μήνες.
«Η Ρένα τα τελευταία χρόνια της ζωής της είχε απομονωθεί. Ήταν πολύ περήφανος χαρακτήρας. Δεν παρακαλούσε για δουλειά, δεν ήταν του συστήματος, ήταν μακριά από τα κυκλώματα της νύχτας. Ηταν πολύ ελεύθερος χαρακτήρας. Για αυτό και εμφανιζόταν σπάνια σε κέντρα, σε συναυλίες και κυρίως δεν ήταν “δήθεν”» αναφέρει κομπιάζοντας, ενώ μας επισημαίνει και τις τελευταίες φορές που την επισκέφτηκε στο νοσοκομείο, όπου νοσηλεύονταν σε κρίσιμη κατάσταση με εγκαύματα στο σώμα της.
«Είχε εγκαύματα στο στήθος, στο χεράκι της, στο πρόσωπο. Πήγαινα στο νοσοκομείο και προσπαθούσα να συγκρατήσω τα δάκρυά μου. Οι πληγές είχαν αρχίσει να επουλώνονται τελευταία. Δεν θα ξεχάσω τις στιγμές όταν πήγαινα και την έβλεπα στο νοσοκομείο. Μόλις με έβλεπε μου χαμογελούσε. Της έλεγα: “Ρένα μου, η Ελένη η κουμπάρα σου είμαι”. Κάτι προσπαθούσε να ψελλίσει. Με κοιτούσε μέσα στα μάτια και το βλέμμα της έλαμπε. Ηταν χαρά και συγκίνηση μαζί. Πιστεύω ότι τα καταλάβαινε όλα».