Πολύ… βάθος φαίνεται ότι έχει η δράση του υπαλλήλου του Βρετανικού Μουσείου Πίτερ Χικς που έκλεβε εκθέματα ή τα κατέστρεφε στην προσπάθειά του να τα αρπάξει.
- Απο τον Ιάσονα – Δημήτριο Τσέτσο
Το εύρος της δράσης του επιμελητή για τις αρχαιοελληνικές συλλογές ακόμα δεν έχει προσδιοριστεί, με τη βρετανική εφημερίδα «The Telegraph» να εκτιμά πως περισσότεροι από 1.500 θησαυροί, αξίας εκατομμυρίων λιρών, εκλάπησαν ή καταστράφηκαν σε διάστημα αρκετών ετών.
Δικαίως οι Ελληνες διερωτώνται πόσα αντικείμενα της πολιτιστικής τους «προίκας» που φιλοξενούσε στο κατά τα άλλα… ασφαλές μουσείο πέρασαν μέσω του υπαλλήλου στα χέρια αρχαιοκαπήλων, «ξάσπρισαν» και θα καταλήξουν κάποια στιγμή σε οίκους δημοπρασιών και κατόπιν σε ιδιωτικές συλλογές.
Η «Espresso» ζήτησε την εκτίμηση για το τεράστιο θέμα του μετρ του εθνικού αγώνα ενάντια στην αρχαιοκαπηλία Γιώργου Τσούκαλη, ο οποίος αναφέρει πως βρίσκονται και άλλα πρόσωπα στο colpo grosso.
«Από πληροφορίες που έχουμε, εκτός από τον επιμελητή, ο οποίος βρίσκεται υπό έρευνα, υπάρχουν και άλλοι συνεργάτες που ερευνώνται. Θεωρούν αδύνατο να ενήργησε μόνος του χωρίς τη συνδρομή κάποιων. Επίσης, εάν εμπλέκεται και σε άλλες υποθέσεις αρχαιοκαπηλίας, είτε αφορούν ελληνικές αρχαιότητες είτε όχι» αναφέρει αρχικά και προσθέτει: «Παράλληλα με το ποιοι μπορεί να ήταν οι συνεργάτες του εντός του μουσείου, γιατί εκτός σίγουρα υπήρχαν κάποιοι που τον έφεραν σε επαφή με διαδικτυακές πλατφόρμες μέσω των οποίων πουλούσε νομίσματα. Επίσης ερευνάται εάν έγινε αλλοίωση των εγγράφων. Υπάρχει μία λίστα με αρχαιότητες, οι οποίες είναι στα υπόγεια. Εάν κάποιος είναι χρόνια εκεί μέσα και έχει κάποιους συνεργάτες στο μουσείο, μπορεί και να έχει αλλοιώσει και τα έγγραφα, και να έχουν φύγει και άλλες αρχαιότητες».
Το κόλπο με τα καλούπια
Μάλιστα, ο πολύπειρος ερευνητής μάς αποκαλύπτει ότι τα κλεμμένα αρχαία μεγαλύτερου μεγέθους μπορεί να χρησιμοποιήθηκαν ως καλούπια για να «παράξουν» αντίγραφα, με αποτέλεσμα να υποστούν ανεπανόρθωτες ζημιές: «Αυτό αφορά ως επί το πλείστον μεγαλύτερα αντικείμενα, όπως αγάλματα, αγγεία, αμφορείς, επιτύμβιες πλάκες κ.λπ. Εάν συνέβη κάτι τέτοιο στο Βρετανικό Μουσείο και έκαναν αντίγραφα, με γύψους πάνω σε αυτά τα κομψοτεχνήματα, αυτό θα ήταν εγκληματικό. Γιατί το να προσπαθείς να βγάλεις αντίγραφο από κάτι σημαίνει ότι προκαλείς ανεπανόρθωτες φθορές. Πρόκειται για πιστά αντίγραφα, τα οποία δύσκολα μπορεί να διακρίνει κάποιος, παρά μόνο ένας ειδικός, ένας αρχαιολόγος ή ένας ειδήμων που είναι σε διεθνή οίκο δημοπρασιών και έχει εμπειρία. Επομένως, είναι κι αυτό ένα θέμα το οποίο ερευνάται από τη Scotland Yard».
Το σοκαριστικό είναι ότι η αποκάλυψη για τη δράση του επιμελητή των ελληνικών αρχαιοτήτων δεν ξάφνιασε τους γνωρίζοντες… «Από έγκυρες πληροφορίες από το Λονδίνο μαθαίνουμε ότι και στο παρελθόν υπήρξαν υπόνοιες και ψίθυροι για κάποιους υπαλλήλους ή ανθρώπους του Βρετανικού Μουσείου, που έχουν φτάσει και στη βρετανική αστυνομία».
Στην ερώτησή μας εάν «εξαφανίζονται» με προορισμό την παράνομη πώληση πολιτιστικοί θησαυροί μέσα από μουσεία -κάτι αδιανόητο-, ο Γιώργος Τσούκαλης, με τα 32 χρόνια που έχει στην πλάτη του μέσα στις διαδρομές της αρχαιοκαπηλίας, μας είπε αφοπλιστικά: «Καταρχάς, να πούμε ότι έχουν γίνει καταγγελίες και στο παρελθόν για το συγκεκριμένο μουσείο. Είθισται, πολλές φορές, όταν γίνονται κλοπές στα μουσεία να μην ενημερώνουν ούτε την Αστυνομία, επειδή δεν θέλουν να χαλάσουν το… brand name του μουσείου. Και προσπαθούν να βρουν μια λύση μόνοι τους, κάτι που φυσικά είναι αδύνατο. Ετσι τηρείται ο νόμος της σιωπής».
Δεδομένης αυτής της πρόσφατης υπόθεσης, η Ελλάδα θα μπορούσε να προσφύγει στο Διεθνές Δικαστήριο, χρησιμοποιώντας το λογικό επιχείρημα ότι οι ελληνικές αρχαιότητες δεν είναι ασφαλείς στο Βρετανικό Μουσείο, είναι ένα εύλογο ερώτημα μετά τη συγκλονιστική αποκάλυψη.
«Η Ελλάδα διαθέτει ένα ισχυρό χαρτί πλέον για να προσφύγει στο Διεθνές Δικαστήριο. Διότι στη συγκεκριμένη περίπτωση, εκτός από τα άλλα, γίνεται αρχαιοκαπηλία εκεί μέσα. Καλώς ή κακώς, είτε τους αρέσει είτε όχι, διεπράχθη μία πράξη που ονομάζεται αρχαιοκαπηλία. Επομένως, η Ελλάδα μπορεί να “πατήσει” εκεί πάνω και να έχει ένα ενισχυτικό επιχείρημα, διότι χρόνια τώρα το Βρετανικό Μουσείο ισχυρίζεται ότι δεν υπάρχει χώρος ασφαλούς φύλαξης στην Ελλάδα, κάτι το οποίο δεν ισχύει. Αρχαιοκαπηλία γίνεται παντού» απαντά ο κ. Τσούκαλης.
Η διαδικασία
Πίσω από την κλοπή ενός αρχαίου αντικειμένου έως την πώλησή του σε δημοπρασίες νόμιμα κρύβεται μια δαιδαλώδης διαδικασία που οι γνωρίζοντες και οι αρχαιοκάπηλοι αποκαλούν «άσπρισμα». Ο έμπειρος ερευνητής μάς εξηγεί: «Το “άσπρισμα”, στην αργκό των αρχαιοκαπήλων, γίνεται με αριστοτεχνικό τρόπο. Παίρνουν κάποιες αρχαιότητες από λαθρανασκαφές ή συναλλαγές στην παράνομη αγορά, τις πουλάνε σε μία offshore εταιρία, η offshore εταιρία τα πουλάει σε μια δεύτερη, σε τρίτη, σε τέταρτη κ.ο.κ. Στο τέλος, από τις offshore αυτές εταιρίες, που συνήθως είναι κάποιου δικού του ανθρώπου ή “μπροστινού”, αγοράζει τα αρχαία ο ίδιος, ώστε να γίνει νόμιμος κάτοχος. Είναι μια πολύπλοκη διαδικασία που δεν μπορεί εύκολα να χαρτογραφηθεί, καθώς οι διαδρομές των αρχαιοτήτων “σβήνουν” σταδιακά μέσω συναλλαγών σε διεθνές επίπεδο. Τελικά καταλήγουν έτσι σε συλλογές ιδιωτών.
Οι ίδιοι οι “συλλέκτες” μπορεί να διαθέσουν στη συνέχεια αντικείμενα προς πώληση σε μεγάλους οίκους, οι οποίοι δεν μπορούν επίσης να διαπιστώσουν αν κάτι είναι προϊόν αρχαιοκαπηλίας. Ομως τα μουσειακά κλεμμένα αντικείμενα δύσκολα καταλήγουν σε οίκους, γιατί είναι καταγεγραμμένα. Τα ανασκαφικά ευρήματα, όταν τα “ασπρίσουν” με τον τρόπο που ανέφερα, προσπαθούν να τα νομιμοποιήσουν με τέτοιο τρόπο που να μην μπορεί, π.χ., το ελληνικό κράτος να αποδείξει ότι είναι κλεμμένα. Τα “ασπρίζουν”, λοιπόν, μέσω offshore, τα ξαναπαίρνουν στην κατοχή τους και τα διοχετεύουν στην πορεία σε διεθνείς οίκους, όπου αγοράζονται σε δημοπρασίες “νόμιμα” ή τα διοχετεύουν απευθείας σε ιδιωτικά μουσεία και ιδιωτικές συλλογές ανά τον κόσμο» και καταλήγει: «Πρόκειται για μια “βαριά βιομηχανία”, μην ξεχνάμε ότι ο τζίρος της αρχαιοκαπηλίας παγκοσμίως ανταγωνίζεται τον τζίρο των ναρκωτικών και των όπλων».
Η κάμερα του BBC, η μαρίνα Αλίμου, ο λογιστής με τα 1.800 «κομμάτια» και οι χειροπέδες
Ο Γιώργος Τσούκαλης με τους συνεργάτες του μετρά 32 χρόνια στις επάλξεις εναντίον των αρχαιοκαπήλων. Εως σήμερα έχει παραδώσει 16.610 αρχαία αντικείμενα στην Πολιτεία. Ο ίδιος δεν θεωρεί ότι η μεγαλύτερη υπόθεση είναι το ότι εντόπισε τα αρχαία της Κορίνθου, όταν ένα ολόκληρο μουσείο, εν μια νυκτί, εξαφανίστηκε και μεταφέρθηκε στο Μαϊάμι.
«Για εμένα η μεγαλύτερη ήταν όταν μπροστά στην κάμερα του BBC, στη μαρίνα του Αλίμου, συνελήφθη ο λογιστής, ο οποίος είχε 1.800 αρχαία Νεολιθικής Εποχής, τα οποία προόριζε να τα μεταφέρει με ταχύπλοο σκάφος στο εξωτερικό. Για εμένα οι αρχαιότητες δεν έχουν τιμή, δεν μπορούν να πουληθούν. Ανήκουν στον φυσικό τους χώρο, στον λαό και στο έθνος που ανήκουν, και δεν μπορούμε να πούμε ότι έχουν τιμή. Οπως λέει ο Γιάννης Μαρωνίτης της UNESCO, η Ελλάδα δεν είναι υπερδύναμη ούτε στα όπλα ούτε στις τράπεζες ή στη βιομηχανία. Στον πολιτισμό όμως είναι, και αυτό αποδεικνύεται από την απόφαση της UNESCO να κάνει λογότυπο τον Παρθενώνα.
Οταν πάρθηκε αυτή η απόφαση, υπήρχαν πάρα πολλές προτάσεις. Η συντριπτική πλειοψηφία αποφάσισε να μπει ως λογότυπο ο Παρθενώνας και αυτό λέει πάρα πολλά. Γι’ αυτό και παγκοσμίως το 50%-60% της αρχαιοκαπηλίας αφορά την Ελλάδα. Δεν υπάρχει μουσείο, δεν υπάρχει ιδιωτική συλλογή, δεν υπάρχει συλλέκτης που να θεωρεί ότι έχει κάτι σημαντικό και να έχει κύρος στον χώρο του πολιτισμού και των συλλογών κάθε είδους, που να μην έχει ελληνική αρχαιότητα. Είτε το θέλουμε είτε όχι, είναι ξεχωριστός ο πολιτισμός μας» καταλήγει ο ερευνητής, ο οποίος έχει αφιερώσει αφιλοκερδώς τη ζωή του σε αυτή την εθνική προσπάθεια.