Η Μαίρη Χρονοπούλου έκλεισε τα μάτια της για πάντα βυθίζοντας στο πένθος τον καλλιτεχνικό κόσμο και αφήνοντας πίσω της μια σπουδαία καριέρα. Γεννήθηκε στις 16 Ιουλίου 1933 στην Αθήνα όπου και μεγάλωσε.
Από τη Βάσω Λιόκαυτου
Αποφοίτησε από τη σχολή του Εθνικού Θεάτρου, στο οποίο εμφανίστηκε στις ομάδες του χορού, σε αρχαία δράματα. Το 1957 άρχισε να συνεργάζεται με το ελεύθερο θέατρο, κάνοντας εμφανίσεις στο Ακροπόλ στα έργα των Αλέκου Σακελλάριου-Χρήστου Γιαννακόπουλου «Η Κυρία» και «Ρομάντζο μιας Καμαριέρας».
Διαβάστε επίσης: Μαίρη Χρονοπούλου: Η αδημοσίευτη συνέντευξή της τρεις ημέρες πριν το ατύχημα
Στον κινηματογράφο πρωτοεμφανίστηκε σαν κομπάρσος στο Χαρούμενο ξεκίνημα του Ντίνου Δημόπουλου, παραγωγής Φίνος Φιλμ το 1954, όταν ήταν ακόμη φοιτήτρια.
Το 1958 πήρε ένα μικρό ρόλο στο Τελευταίο ψέμα του Μιχάλη Κακογιάννη, πάλι στη Φίνος Φιλμ.
Από το 1963 και μετά πρωταγωνιστεί σε πλειάδα δραματικών ταινιών της Φίνος Φιλμ, και όχι μόνο, σε ρόλους ντάμας και μοιραίας γυναίκας, δίπλα σε όλους τους άντρες πρωταγωνιστές της εποχής, όπως οι Νίκος Κούρκουλος, Φαίδων Γεωργίτσης, Δημήτρης Παπαμιχαήλ, Γιώργος Φούντας και Αλέκος Αλεξανδράκης.
Διαβάστε επίσης: Όταν η Μαίρη Χρονοπούλου αποθεωνόταν ως «Μάνα είναι μόνο μία»
Ξεχωρίζουν οι ερμηνείες της στην ταινία Τα κόκκινα φανάρια (1963) του Βασίλη Γεωργιάδη, υποψήφια για το Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας στην 36η απονομή των βραβείων το 1964 σε παραγωγή της Δαμασκηνός – Μιχαηλίδης, Χωρίς ταυτότητα, (1963, Φίνος Φιλμ)
https://www.youtube.com/watch?v=hEEAtUiJWdo
Το χώμα βάφτηκε κόκκινο, δραματική ταινία του 1966 σε σκηνοθεσία του Βασίλη Γεωργιάδη και σενάριο Νίκου Φώσκολου, υποψήφια για το Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας στην 38η απονομή των βραβείων το 1966,
Πολύ αργά για δάκρυα του Γιάννη Δαλιανίδη (1968, Φίνος Φιλμ), Όταν η πόλις πεθαίνει σε σενάριο Νίκου Φώσκολου και σκηνοθεσία Γιάννη Δαλιανίδη (1969, Φίνος Φιλμ),
Οι αδίστακτοι του Ντίνου Κατσουρίδη (1965, Σάβας Φιλμ), Κοινωνία ώρα μηδέν του Ντίνου Δημόπουλου (1966, Φίνος Φιλμ), Η λεωφόρος του μίσους (1968, Φίνος Φιλμ) και Ορατότης μηδέν του Νίκου Φώσκολου (1970, Φίνος Φιλμ).
Ανάμεσα σε αυτές τις κοινωνικές και δραματικές ταινίες εμφανίστηκε σε τρία μιούζικαλ του Γιάννη Δαλιανίδη, παραγωγής Φίνος Φιλμ, στα οποία θα κάνει θραύση: Οι θαλασσιές οι χάντρες, Μια κυρία στα μπουζούκια και Γοργόνες και μάγκες.
Ιδιαίτερα στο Μια κυρία στα μπουζούκια σαγήνευσε το κοινό με το ακαταμάχητο στυλ και ταμπεραμέντο της τόσο υποκριτικά όσο και ερμηνεύοντας δύο από τις μυθικές επιτυχίες των τραγουδιών του ελληνικού κινηματογράφου, το «Είμαι γυναίκα του γλεντιού» και το «Του αγοριού απέναντι».
Την περίοδο 1967-68 υπήρξε η καλύτερη πρωταγωνίστρια του κινηματογράφου και κέρδισε το βραβείο της ενώσεως κριτικών.
Στη θεατρική της καριέρα, συνεργάστηκε με όλους τους μεγάλους θιάσους της Αθήνας και έπαιξε με την ίδια ερμηνευτική ικανότητα σε όλα τα είδη θεάτρου. Το 1972 συγκρότησε τον δικό της θίασο με τον οποίο ανέβασε τα έργα: «Τι ώρα θα γυρίσεις, Πηνελόπη» του Σόμερσετ Μομ και «Ένα καυτό κορίτσι» του Ιάκωβου Καμπανέλη.
Έχει στο ενεργητικό της σημαντικές ερμηνείες και στον νέο ελληνικό κινηματογράφο, όπως στις εξαίρετες ταινίες του Θόδωρου Αγγελόπουλου Οι κυνηγοί και Ταξίδι στα Κύθηρα, ενώ κέρδισε βραβείο Α’ γυναικείου ρόλου στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης με την ταινία Τα παιδιά της χελιδόνας του Κώστα Βρεττάκου, το 1987.
Τον Αύγουστο του 1975 παντρεύτηκε τον πρώην δήμαρχο Σπάτων και πρώην βουλευτή Δήμο Μπότσαρη και χώρισαν μετά από λίγο καιρό.
Υπήρξε αρραβωνιασμένη για τρία χρόνια με τον ηθοποιό Ανδρέα Μπάρκουλη. Έχει βαφτίσει τον γιο του Νίκου Κούρκουλου, Άλκη Κούρκουλο. Πολύχρονη ήταν η σχέση της με τον νεαρό τότε ηθοποιό Νίκο Σταγόπουλο που είχε σχολιαστεί αρκετά.
«Ένας και μοναδικός έρωτας που είχα στη ζωή μου είχε εξουσία, όχι όμως καλλιτεχνική. Έχουν περάσει 30 και χρόνια από τότε που έχουμε χωρίσει, όμως εγώ ακόμα τον θυμάμαι. Δεν έγινε ποτέ γνωστό. Ήταν παντρεμένος! Είχε όλες τις αξίες του θαυμασμού. Ήταν πολύ σπουδαίος. Ήταν καλός και στο ερωτικό κομμάτι. Ήταν παντρεμένος και εκτιμούσα πολύ τη γυναίκα του. Δεν σκέφτηκα ποτέ να τον χωρίσω. Μία δύο φορές μου αρκούσε που τον έβλεπα», έχει πει σε συνέντευξή της.
Σε άλλη της συνέντευξη είχε δηλώσει: «Ήμουν ένα παιδί καταπιεσμένο από τη φαμίλια, από τη Γερμανίδα νταντά από μία μαμά πολύ αυστηρή. Αυτή τη στάση που έχουν τα πόδια μου, έφαγα πολύ ξύλο για να την μάθω. Μία κοσμοθεωρία φρικτή. Έκανα την επανάστασή μου όταν απέκτησα οικονομική αυτοτέλεια, ήμουν 28 χρονών και μπορούσα να νοικιάσω ένα σπίτι, πήρα αυτοκίνητο δικό μου και μπόρεσα να φύγω από το σπίτι, από τη μαμά μου. Απερίγραπτο συναίσθημα να ανοίγεις την πόρτα του δικού σου σπιτιού, αλλά και μοναχικό συναίσθημα.
Ήμουν πάντα ο άντρας της ζωής μου. Εγώ τα φρόντιζα όλα, εγώ τα αποκτούσα όλα. Αλλά είναι ωραίο να μην εξαρτάσαι από άλλους. Η ανεξαρτησία, η αυτοτέλεια, η αυτονομία είναι ωραίο πράγμα είναι μαγεία. Ειδικά όταν έχεις στερηθεί τόσο πολύ».
Ένας φίλος ζωής και κουμπάρος υπήρξε ο Νίκος Κούρκουλος.
«Δεν ήμασταν όλοι φίλοι στο θέατρο, είχα δύο τρεις λατρεμένους σαν τα αδέλφια και τον πατέρα που δεν είχα. Ο Νίκος Κούρκουλος ήταν ένας από αυτούς και κλείναμε 52 χρόνια φιλίας, όταν πέθανε. Λατρεμένος πατέρας κι αδερφός που δεν είχα και λατρεμένη αδερφή που δεν είχε. Γνωριστήκαμε όταν ήταν πρωτοετής στην σχολή κι εγώ στην σχολή Αρχαίου Δράματος, ήμασταν αδέρφια.
Μου παρείχε προστασία, σκοτωνόταν για εμένα και το είχα ανάγκη αυτό. Δεν είχα αδέρφια και πατέρα, που με είχε εγκαταλείψει και ο Νίκος ήταν τα πάντα για εμένα. Ήταν τα πάντα για μένα. Δεν τον ερωτεύτηκα ποτέ, ήταν σαν αδερφός μου. Έπαιζε ξύλο με τους συντρόφους μου, όταν με καταπίεζαν κι ήταν το τέλειο παιδί».
Τον Αύγουστο του 1999 υπέστη ένα σοβαρό ατύχημα με το αυτοκίνητό της, που την έχει αναγκάσει να βρίσκεται μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας.
Επανήλθε όμως και με θέληση για ζωή σιγά σιγά απέκτησε κοινωνική ζωή μέχρι που ένα ατύχημα την 1η Οκτωβρίου την έστειλε στο νοσοκομείο σοβαρά τραυματισμένη. Αν και έδωσε μάχη να κρατηθεί στη ζωή τελικά δεν τα κατάφερε.