Ο Ρομπέρτο Καλκατέρα ήταν, κατά την άποψη των ειδικών, ο καλύτερος ξένος κυνηγός που πέρασε από την Ελλάδα. Και όμως έπαιξε μόνο για ενάμιση χρόνο στον Εθνικό Πειραιώς, όταν η ομάδα μεσουρανούσε στη μεγάλη κατηγορία.
- Από τον Δημήτρη Καπράνο
Ο Ρομπέρτο ξαναγύρισε στην Ελλάδα τον περασμένο Δεκέμβριο για να συμμετάσχει στους εορτασμούς για τα 100 χρόνια του ιστορικού συλλόγου. Ηρθε από την Ουρουγουάη με τη φροντίδα του καπετάν Παναγιώτη και του Νίκου Τσάκου, με έξοδα του Ιδρύματος «Μαρίας Τσάκου» που εδρεύει στο Μοντεβιδέο, έχοντας μαζί του τις δύο κόρες του, Νοέλ και Αλεξάνδρα.
Τις θυμάμαι μικρά κορίτσια, όταν ο Ρομπέρτο είχε έρθει για να δει τον φίλο του και κουμπάρο του Γιώργο Βράιλα. Κοινό χαρακτηριστικό και των δύο είναι ότι σταμάτησαν πολύ νωρίς μια σπουδαία ποδοσφαιρική καριέρα λόγω σοβαρών τραυματισμών και κακών ιατρικών χειρισμών. Αυτά, όμως, είναι μια άλλη ιστορία που έχει ήδη γραφτεί.
Στην εκδήλωση για τα 100 χρόνια του ιστορικού συλλόγου τα βλέμματα όλων δεν έπεσαν μόνο στον άλλοτε παικταρά των γηπέδων, αλλά και στην κούκλα κόρη του τη Νοέλ, η οποία μένει μόνιμα στο Λος Αντζελες των ΗΠΑ κάνοντας καριέρα στην υποκριτική και στο τραγούδι! Και μόνο που σκέφτομαι τα υπέροχα τραγούδια που τραγουδούσαν η μάνα και ο πατέρας της, υπέροχες φωνές και οι δύο, μπορώ να καταλάβω ότι το κορίτσι αυτό έχει το θείο χάρισμα! Γι’ αυτόν τον λόγο διαπρέπει στο τραγούδι. Αν όλα πάνε όπως τα συζητήσαμε, το καλοκαίρι ίσως τη δούμε να δίνει συναυλία στον αγαπημένο της Πειραιά.
Να πώς αφηγείται η Νοέλ το συναπάντημά μας και τον αποχαιρετισμό μας, αφού προηγήθηκε εκείνο το μοναδικό πανηγύρι στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, όπου γιορτάσαμε όλοι μαζί -όλος ο Πειραιάς, όπου ο Εθνικός έχει μόνο φίλους– τα εκατοστά γενέθλια του αγαπημένου μας συλλόγου!
Το κάλεσμα
«Ενα ηλιόλουστο απόγευμα, επιστρέφοντας από μια οντισιόν στο Λος Αντζελες, έλαβα ένα εκπληκτικό μήνυμα από ένα στέλεχος του Εθνικού, τον Δημήτρη Καπράνο. Ο σύλλογος καλούσε τον πατέρα μου, την αδελφή μου και εμένα να γιορτάσουμε την 100ή επέτειο του Εθνικού, μαζί με πρώην συμπαίκτες, μάνατζερ και στενούς φίλους. Αυτή ήταν η αρχή ενός απίστευτου ταξιδιού στη χώρα που μας είδε να μεγαλώνουμε, αναζωπυρώνοντας τη σχέση που όλοι μας είχαμε ήδη με την Ελλάδα και τους ανθρώπους της.
Η επιστροφή στην Αθήνα με τον πατέρα μου και την αδελφή μου μετά από πολλά χρόνια ήταν μια από τις πιο χαρούμενες εμπειρίες. Κατά τη διάρκεια της επίσκεψης μπόρεσα να καταλάβω και να δω τα πράγματα από μια διαφορετική οπτική γωνία. Είδα τη συγκλονιστική αγάπη που εξακολουθούν να έχουν οι Πειραιώτες για τον πατέρα μου ακόμα και σήμερα, τόσο ως παίκτη όσο και ως άνθρωπο. Το να περπατάω στον δρόμο και να τον σταματάει ο κόσμος για φωτογραφίες ή αυτόγραφα δεν ήταν κάτι που είχα φανταστεί.
Ομοίως, το να ακούω τους πρώην συμπαίκτες του να εκφράζουν τη βαθιά τους αγάπη, επαναλαμβάνοντας κάθε πέντε δευτερόλεπτα: “Πρέπει να είσαι πολύ περήφανη για τον πατέρα σου!” ή “Τι σπουδαίος παίκτης!”, άφησαν την αδελφή μου και εμένα άφωνους και τις καρδιές μας να χτυπούν τρελά από συγκίνηση. Για να μην αναφέρω ότι τον άκουγα να μιλάει στα ελληνικά σαν να είχε γεννηθεί εκεί. Μάλιστα, κάποιος μου είπε: “Εχει την προφορά του Πειραιά”! Πάντα τον άκουγα να μιλάει, αλλά δεν ήξερα πόσο άπταιστα μιλούσε, αφού δεν καταλάβαινα λέξη. Γνωρίζοντας ότι πέρασε ένα σύντομο χρονικό διάστημα στην Ελλάδα, είναι απίστευτο ότι το λεξιλόγιό του είναι τόσο εκτεταμένο και ότι ακόμη και σήμερα, χωρίς εξάσκηση, θυμάται ακόμα!
Παράλληλα με τις εορταστικές εκδηλώσεις, μια άλλη σημαντική στιγμή του ταξιδιού ήταν η επίσκεψη στο σπίτι όπου μας κάλεσαν η Ζούλα, ο Γιώργος και ο Πέτρος (η οικογένεια Βράιλα, οι αγαπημένοι του φίλοι), εκείνοι που φρόντισαν τον πατέρα μου όταν είχε το ατύχημα σαν να ήταν μέλος της οικογένειάς τους. Και όχι μόνο αυτόν, φρόντισαν και τη μητέρα μου, προστατεύοντάς την από τα τρομερά πρωτοσέλιδα των εφημερίδων της εποχής, όπως: “Η ζωή του Καλκατέρα βρίσκεται σε κίνδυνο!” ή “Χρειάζονται επειγόντως αιμοδότες για να σωθεί η ζωή του”. Για να προσθέσω ακόμα περισσότερο δράμα στην ιστορία, η μητέρα μου ήταν έγκυος στη μεγαλύτερη αδελφή μου, την Αλεξάνδρα, εκείνη την εποχή.
Γι’ αυτό πάντα λέω ότι έχω αρκετό ελληνικό αίμα! Δεκάδες Ελληνες έδωσαν αίμα για να αναρρώσει ο μπαμπάς. Λίγα χρόνια αργότερα η μαμά ήταν έγκυος σε μένα». Διακόπτω την αφήγησή της και της ζητώ να μιλήσει για… τη Νοέλ! «Γεννήθηκα στο Μοντεβιδέο της Ουρουγουάης και μεγάλωσα σε μια μικρή πόλη της χώρας μου που ονομάζεται Ντολόρες. Αλλά οι πρώτες και πιο όμορφες αναμνήσεις μου συνδέονται με την Ελλάδα: μυρωδιές, μουσική και, φυσικά, το φαγητό. Το σπίτι της παιδικής μας ηλικίας ήταν γεμάτο με ελληνικές αναμνήσεις: από τους εμβληματικούς φρουρούς της πλατείας Συντάγματος ή τα μουσικά κουτιά μέχρι έναν πίνακα στην τραπεζαρία με τον κόλπο της Καστέλας, μια θέα που οι γονείς μου απολάμβαναν από μία από τις κατοικίες στις οποίες ζούσαν. Πάντα ένιωθα μεγάλη οικειότητα και αγάπη γι’ αυτό το μέρος. Στα εφηβικά μου χρόνια στην Ουρουγουάη παρακολουθούσα μαθήματα ελληνικών και όποτε μου δινόταν η ευκαιρία να παρευρεθώ σε μια εκδήλωση που σχετιζόταν με ελληνικό φαγητό ή μουσική, ήμουν εκεί.
Το… μικρόβιο
Από πολύ μικρή ηλικία είχα μια τρυφερή κλίση προς τη μουσική. Η οικογένειά μου είναι ιδιαίτερα δεμένη με τη μουσική, και κάθε πάρτι ή οικογενειακή συγκέντρωση συνοδευόταν πάντα από κιθάρες, πιάνα και πολλούς τραγουδιστές. Εμαθα να εναρμονίζομαι στο κλίμα αυτό σαν να ήταν παιχνίδι, κάνοντας εξάσκηση με την οικογένειά μου. Τόσο ο πατέρας μου όσο και ο θείος μου ήταν σπουδαίοι τραγουδιστές και η ψυχή του πάρτι. Οταν μετακόμισα στο Μοντεβιδέο για να σπουδάσω στο πανεπιστήμιο, ένιωσα την ανάγκη να έρθω σε επαφή με τον καλλιτεχνικό κόσμο (χορός και τραγούδι) και γράφτηκα στη Σχολή Μουσικού Θεάτρου του Μοντεβιδέο, η οποία περιελάμβανε και υποκριτική.
Την πρώτη φορά που ανέβηκα στη σκηνή σε ένα πάρτι στο τέλος της χρονιάς συνειδητοποίησα ότι ήθελα να το κάνω αυτό για το υπόλοιπο της ζωής μου. Μόλις ολοκλήρωσα τις σπουδές μου, ο διευθυντής της ίδιας σχολής ξεκίνησε την παραγωγή του γνωστού μιούζικαλ “Σικάγο” και με επέλεξε για τον πρωταγωνιστικό ρόλο της Ρόξι Χαρτ. Επειτα από αυτό ήρθαν στον δρόμο μου αρκετοί ακόμη πρωταγωνιστικοί ρόλοι: “West Side Story”, “Η Παναγία των Παρισίων” και “Ρομπέν των Δασών”, μεταξύ άλλων διάσημων μιούζικαλ. Αφού συνεργάστηκα με τους σημαντικότερους σκηνοθέτες μουσικού θεάτρου της Ουρουγουάης, ανέβασα με επιτυχία τη δική μου παράσταση, “Brunette”, ένα απάνθισμα από σπουδαία –και αγαπημένα μου– μουσικά νούμερα.
Στη συνέχεια άρχισα να εργάζομαι σε δισκογραφικά πρότζεκτ στην Ουρουγουάη και στο Ηνωμένο Βασίλειο, πριν ξεκινήσω μια νέα και συναρπαστική περιπέτεια: Οντας πολύ περίεργο άτομο και λάτρις των αλλαγών, μετακόμισα στο Λος Αντζελες για να σπουδάσω υποκριτική για τον κινηματογράφο. Επειτα από λίγους μήνες κατάφερα να βρω την πρώτη μου Αμερικανίδα μάνατζερ. Μαζί της τα πρώτα μου βήματα έγιναν στον χώρο του θεάτρου και της διαφήμισης. Συμμετείχα σε διάφορες μουσικές παραστάσεις, όπως το “Black Cat Cabaret” και το “Broadway-LA”. Αρχισα να τραγουδάω με το δημοφιλές τζαζ συγκρότημα Overstreet New Orleans Jazz Band, το οποίο ακολουθεί το στιλ των Andrews Sisters, που είχαν επίσης ελληνικό αίμα (αδελφές Ανδρέου), ένα είδος που πάντα με γοήτευε.
Ωστόσο, η πιο σημαντική ευκαιρία προέκυψε όταν πέρασα από οντισιόν για το Bilingual Foundation of the Arts για να πρωταγωνιστήσω στο “Man of La Mancha” (Δον Κιχώτης), το διάσημο ισπανικό μιούζικαλ που αρχικά ερμήνευσε το είδωλό μου, η Paloma San Basilio. Μάλιστα, διευκόλυνε την απόκτηση των δικαιωμάτων του έργου και, προς μεγάλη μου έκπληξη, παρακολούθησε την πρεμιέρα, δίνοντάς μου την ευκαιρία να τη γνωρίσω από κοντά. Θέλοντας να συνεχίσω να μαθαίνω νέα πράγματα, άρχισα να παρακολουθώ μαθήματα “ουδέτερων ισπανικών” με τους καλύτερους δασκάλους στο Λος Αντζελες και εκεί ανακάλυψα ένα νέο πάθος: επιγλώττιση, μεταγλώττιση και animation.
Εκτός από τη συμμετοχή μου σε διάφορες διαφημιστικές καμπάνιες για γνωστές μάρκες, όπως η Toyota, η McDonald’s, η TJMaxx, η Marriott, η Heinz και η T-Mobile, μεταξύ άλλων, είχα την ευκαιρία να βυθιστώ στον κόσμο της μεταγλώττισης στα ισπανικά για σειρές του Netflix, όπως το “BoJack Horseman” και το “Tuca y Bertie”, εμπειρίες που με εμπλούτισαν. Πέρα από την απόλυτη απόλαυση της δουλειάς μου πίσω από το μικρόφωνο και στα στούντιο, η σκηνή παραμένει το αγαπημένο μου μέρος. Η εμπειρία της εμφάνισης μπροστά σε κοινό είναι ασύγκριτη. Το να νιώθεις την ενέργεια του κοινού, να συνδέεσαι μέσα από τα βλέμματα και να δονείσαι με τους ανθρώπους δημιουργεί μια μοναδική σύνδεση. Γι’ αυτό συνεχίζω να εμφανίζομαι ζωντανά, τραγουδώντας σε μεγάλες πόλεις των Ηνωμένων Πολιτειών, όπως το Λος Αντζελες, η Νέα Υόρκη, το Σαν Φρανσίσκο, το Λας Βέγκας, το Σικάγο και η Ουάσινγκτον.
Σε όλη μου τη ζωή, το σύμπαν έκανε τα όνειρά μου πραγματικότητα, όπως το να αφιερωθώ στον κόσμο της ψυχαγωγίας ή να εργαστώ στο Λος Αντζελες. Σήμερα, αφού έζησα αυτή την όμορφη και συγκινητική εμπειρία στην Ελλάδα, το νέο μου επαγγελματικό όνειρο είναι να εμφανιστώ καλλιτεχνικά εκεί, στη δεύτερη πατρίδα του πατέρα μου, για αυτό το παθιασμένο κοινό. Ποιος ξέρει, μπορεί να γίνει πραγματικότητα σύντομα».