Ψήνει καφέδες για να ζήσει ο πολυαγαπημένος εγγονός του Μίκη Θεοδωράκη, Αγγελος Θεοδωράκης – Παπαγγελίδης, ο οποίος στο τελευταίο «αντίο» του μεγάλου Ελληνα έστεκε σαν ακοίμητος φρουρός πάνω από το φέρετρό του!
Μπορεί ως είδηση να φαίνεται απίστευτη, λόγω του «ογκόλιθου» που κουβαλάει ως επίθετο και της μεγάλης μουσικής κληρονομιάς του, ωστόσο ο γιος της Μαργαρίτας, που ήταν η μεγάλη λατρεία του κορυφαίου μας μουσικοσυνθέτη, αποφάσισε να ακολουθήσει και άλλο επάγγελμα προκειμένου να σταθεί στα πόδια του οικονομικά, έχοντας ήδη αποκτήσει τη δική του οικογένεια ως πατέρας δύο παιδιών! Και ας είναι σπουδαίος μουσικός, με τον παππού του Μίκη, όσο ζούσε, να εξυμνούσε το ταλέντο του.
Εκείνος εδώ και μερικούς μήνες αποφάσισε να πιάσει δουλειά και σε γνωστό take away coffee shop στο κέντρο της Αθήνας, μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας που μέχρι πρότινος έπεφταν πάνω του σε συναυλίες-αφιερώματα όπου τραγουδούσε τα μεγάλα τραγούδια του διάσημου παππού του. Ο ίδιος, ως παράδειγμα προς μίμηση για πολλούς νέους της εποχής μας, δεν δίστασε να αλλάξει επάγγελμα για την καθημερινή επιβίωση του ίδιου και της οικογένειάς του, και το βαριάς κληρονομιάς επίθετό του να μην μπει τροχοπέδη για το μέλλον του.
Στα βήματα του παππού του
Ο φωτογραφικός φακός της «Espresso» κατέγραψε καρέ καρέ τις εικόνες που αποδεικνύουν ότι ο Αγγελος Θεοδωράκης – Παπαγγελίδης μπορεί να τα καταφέρει με αξιοπρέπεια και εκτός της μουσικής. Αλλωστε, έχει μάθει από πολύ νωρίς ότι η επιβίωση σε όποιο επάγγελμα και αν κάνεις δεν είναι ντροπή αλλά ευλογία.
Ας συλλέξουμε όμως τα κομμάτια της ιστορίας από την αρχή. Ο Αγγελος Θεοδωράκης – Παπαγγελίδης είναι και το πιο γνωστό από τα τέσσερα παιδιά της κόρης του κορυφαίου μας μουσικοσυνθέτη Μαργαρίτας Θεοδωράκη, που απέκτησε με τον σπουδαίο κιθαρίστα και ενορχηστρωτή Δημήτρη Παπαγγελίδη. Ο νεαρός μουσικός από πολύ μικρός βρισκόταν στα βήματα του διάσημου παππού του. Και αυτό γιατί ο ίδιος ήταν λάτρης του παππού του, της μουσικής του, αλλά και της ιστορίας του. Τα τελευταία χρόνια μάλιστα ως μουσικός διέπρεψε, καθώς κυκλοφόρησε το 2021 τον δίσκο «Angelo’s Bookstore», παρουσιάζοντας δώδεκα μουσικά κομμάτια: μια οργανική σύνθεση, δέκα αγγλόφωνα τραγούδια αλλά και ένα ελληνόφωνο, και το «Σπασμένο ρόδι», με τη συμμετοχή στην ερμηνεία του Βασίλη Παπακωνσταντίνου.
Ακόμη, παρουσίασε τις δικές του μελοποιήσεις πάνω σε ποίηση Κάλβου, Σολωμού και Λόρδου Βύρωνα με τη φωνή του Βασίλη Γισδάκη, ενώ συμμετέχει ως τραγουδιστής στις συναυλίες της Λαϊκής Ορχήστρας «Μίκης Θεοδωράκης». Με λίγα λόγια είναι μουσική φυσιογνωμία, ακολουθώντας επάξια τα βήματα του παππού του. Πριν από μερικά χρόνια ο ίδιος σε μια κατάθεση ψυχής, μιλώντας δημόσια, είχε αναφερθεί στη μουσική του παιδεία:
«Πέντε χρόνων νομίζω πήγα για πρώτη φορά στο ωδείο και ξεκίνησα σολφέζ. Ωστόσο δεν τα κατάφερα ποτέ στη θεωρία της μουσικής. Σπούδασα το τεχνικό κομμάτι, έφθασα να μπορώ να παίζω τα πιο δύσκολα κομμάτια της κλασικής κιθάρας. Αλλά δεν το πήρα ποτέ στα σοβαρά, δεν περίμενα να γίνω σολίστας. Πάντα όμως με ενδιέφερε η δημιουργία. Πρέπει να ήμουν οκτώ ετών, στο εξοχικό μας, στο Βραχάτι, όταν πήρα την κιθάρα του μπαμπά. Χωρίς να γνωρίζω να παίζω, έβγαλα κάποιες μικρές μελωδίες. Αλλά ποτέ δεν το έβλεπα επαγγελματικά. Δηλαδή έγραφα πράγματα πάντα, τα ηχογραφούσα από εδώ και από εκεί, σε κινητά που είτε έσπασαν είτε χάλασαν. Δεν είχα δηλαδή καμιά έγνοια να τα φυλάξω, γιατί ακριβώς δεν σκεπτόμουν να τα κάνω κάτι».
Συναυλίες ανά την Ελλάδα
Από το 2021 ο Αγγελος βρέθηκε να είναι ένας από τους επίσημους τραγουδιστές των συναυλιών και του μουσικού έργου του παππού του, κάνοντας πολλούς από το κοινό στις συναυλίες ανά την Ελλάδα και τον κόσμο να συγκινούνται στο άκουσμα του ονόματός του. «Η μουσική του παππού πάντα υπήρχε. Είμαστε γεννημένοι μέσα σε αυτή. Είναι το φυσικό μας περιβάλλον. Μάλιστα, όσο και αν ντρέπομαι για αυτό, ακριβώς επειδή για εμένα είναι βίωμα, σε πολλά τραγούδια δεν έχω μπει στη διαδικασία να συνειδητοποιήσω τι λέει ο στίχος ακριβώς. Ισως ευθύνεται ότι είναι ένας βαρύς ποιητικός λόγος. Γιατί αυτό έκανε ο παππούς: πήρε τον λόγο των ποιητών και τον έδωσε στον λαό.
Υπάρχουν, λοιπόν, στιγμές που ο στίχος μπορεί να είναι τρεις λέξεις και στο δικό μου κεφάλι να γίνεται μία. Επειδή ξέρω αυτά τα τραγούδια από παιδάκι σαν νερό, χωρίς να ψάχνω τότε το πώς και το γιατί. Από αυτό το καλοκαίρι που ξεκίνησα να τραγουδώ με τη Λαϊκή Ορχήστρα “Μίκης Θεοδωράκης” άρχισα να ψάχνω τον στίχο. Δεν είχα κάτσει ποτέ να δω τα τραγούδια πιο προσεκτικά, ούτε έχω κάτσει να διαβάσω τα βιβλία του παππού και τις βιογραφίες του. Εχω ακούσει αυτές τις ιστορίες απευθείας από εκείνον. Μια ζωή αφηγούνταν ιστορίες. Ηταν έντονη προσωπικότητα. Αφοσιωμένος στο έργο του, στη δημιουργία, στην πολιτική δράση. Ηταν αφοσιωμένος εγωκεντρικά σε αυτό, θα έλεγα. Ο παππούς ζούσε πολύ με τον εαυτό του. Είχε μια μοναχική πορεία, στην οποία βρέθηκαν άνθρωποι να τον αγκαλιάσουν» αναφέρει ο ίδιος, αποφεύγοντας κάθε άλλη μορφή δημοσιότητας, καθώς, όπως συνηθίζει να λέει, «το έργο μετράει και όχι όσα θα πεις εσύ».
Και ενώ η Λαϊκή Ορχήστρα «Μίκης Θεοδωράκης» μέχρι και πέρυσι είχε το όνομά του, ξαφνικά ο ίδιος με μια ανάρτησή του πριν από λίγες εβδομάδες στα social media ανέτρεψε τα πάντα: «Τέλος βάρδιας» γράφει και βρίσκεται πίσω από τον πάγκο γνωστής αλυσίδας καφέ, με την «Espresso» να ψάχνει να τον βρει στο κέντρο της Αθήνας! Πράγματι, λίγα εικοσιτετράωρα μετά ο φωτογραφικός φακός της εφημερίδας βρίσκεται εκεί όπου ο διάσημος εγγονός του Μίκη κάνει με αξιοπρέπεια και αυτή τη δουλειά για να ζήσει. Αλλωστε, έχει μάθει από τον διάσημο παππού του να είναι τολμηρός, αξιοπρεπής και παράλληλα να σέβεται το ψωμί που βγάζει. Στο μόνο που διαφέρει στην όψη από εκείνο το παλικάρι που ο Μίκης λάτρευε τα χρόνια που του έλεγε ιστορίες και του έπαιζε πιάνο είναι ο κότσος που έχει πιάσει τα μακριά μαλλιά του και δύο μικρά σκουλαρίκια στη μύτη και στα φρύδια.
Όσα έλεγε για το επίθετο με το τεράστιο παγκόσμιο βάρος & μέγεθος
Ο ίδιος, μιλώντας στο πρόσφατο παρελθόν για το τεράστιο βάρος του επιθέτου Θεοδωράκης, είχε πει: «Δεν βλέπω αρνητικά το όνομά μου. Αλλά ναι, στον κύκλο τον μουσικό ίσως δυσκολεύει τα πράγματα. Κάποιος μπορεί επίσης να μην έρθει με αγνές προθέσεις. Να έρθει στο σπίτι μου γιατί είμαι ο εγγονός του Θεοδωράκη και να θέλει να τραγουδήσουμε μαζί σε ένα live μόνο για αυτόν τον λόγο. Aυτά είναι προχειρότητες. Εγώ δεν μπορώ να το κάνω. Εγώ θέλω να επικοινωνήσω με τον άλλον, να συνδεθούμε, να κάνουμε μουσική παρέα και να γουστάρουμε. Δεν μπορώ να τραγουδήσω με τον οποιονδήποτε. Τι να το κάνω δηλαδή να κλείσουμε μια μεγάλη μουσική σκηνή και να είναι μια προχειροκατάσταση και να γίνουμε ρεζίλι; Προτιμώ να μείνω μόνος μου».