Για τον διεθνούς φήμης φωτογράφο Βαγγέλη Ρασσιά, το όνομα του οποίου έχει ακουστεί από τα κοσμικά events της Αθήνας μέχρι το Φεστιβάλ των Καννών και από τα φιλανθρωπικά γκαλά του παγκόσμιου τζετ σετ έως τις πριβέ συναντήσεις σταρ παγκόσμιου βεληνεκούς, ένα μουντό πρωινό πριν από μερικές δεκαετίες θα αποκτούσε μια λάμψη από τις λίγες που είχε συναντήσει στην επαγγελματική του καριέρα ανάμεσα στα χιλιάδες φιλμ και τα πολαρόιντ.
- Από τον Δημήτρη Λυμπερόπουλο
Περπατώντας με τον φωτογραφικό του εξοπλισμό σε μια από τις πιο αριστοκρατικές συνοικίες της πόλης του φωτός, μια ανάσα από το περίφημο μουσείο του Ορσέ, έφτασε κάτω από ένα κτίριο που έμοιαζε να έχει ξεπηδήσει από μια άλλη εποχή. Εχοντας την οδηγία από τον Χρήστο Ζαμπούνη, που είχε μεσολαβήσει για να κλείσει το ραντεβού, να χτυπήσει το κουδούνι της εισόδου που έγραφε «Μ.Ζ.», ο Βαγγέλης Ρασσιάς έμελλε σε λίγα λεπτά να έχει μια από τις πιο σημαντικές στιγμές της καριέρας του, που θα κοσμούσε για πάντα το πλούσιο πορτφόλιό του.
Ανοίγοντας την πόρτα, ξεπρόβαλε μπροστά του μα αριστοκρατική φιγούρα, που από τη μία δεν έμοιαζε σαν τους γυάλινους γαλαζοαίματους, που δεν έχουν πολλά πολλά με τους κοινούς θνητούς, αλλά από την άλλη με την ευγένειά του και τους τρόπους του άφηνε τον συνομιλητή του σε μια… απόσταση! Αυτό το πρωινό του 1993 ο Ελληνας φωτογράφος είχε απέναντί του τον πρίγκιπα Μιχαήλ, τον πολυταξιδεμένο ιστορικό και λογοτέχνη, που η ζωή του έμελλε να ταυτιστεί με ιστορικά και πολιτιστικά γεγονότα του β’ μισού του 20ού αιώνα.
Ο Μισέλ ντε Γκρες, ο οποίος από το μεσημέρι της Πέμπτης αναπαύεται στο Τατόι, έδινε το προνόμιο στον Βαγγέλη Ρασσιά να είναι ο μοναδικός φωτογράφος που θα έμπαινε στο 300 τετραγωνικών μέτρων παλάτι του, κατόπιν δικής του πρόσκλησης, για να τον φωτογραφίσει! Εκεί, στο διαμέρισμα που έμοιαζε σαν ένα απέραντο μουσείο με τα αμέτρητα έργα τέχνης, τα γλυπτά, τους πίνακες ζωγραφικής και τα έπιπλα, που έμοιαζαν να έχουν ξεπηδήσει από μια αντικερί της εποχής του Λουδοβίκου ΙΔ’, από τον Οίκο των Βουρβόνων, ο Μισέλ ντε Γκρες, με μια φινέτσα που δεν συναντούσε κανείς ούτε στα πιο ξακουστά ανάκτορα του κόσμου, κάθισε για τις ανάγκες της φωτογράφισης ακόμη και στο τεράστιο κρεβάτι με τον ουρανό που συντρόφευε τα βράδια τα όνειρά του!
Εκεί, κάτω από τους πολυελαίους Μουράνο στο τεσσάρων μέτρων ταβάνι του αριστοκρατικού διαμερίσματος, ο Μισέλ ντε Γκρες για χρόνια περνούσε απογεύματα συζητώντας για τέχνη και λογοτεχνία με τεράστιες προσωπικότητες, τσούγκριζε τα πορσελάνινα ποτήρια με τον φίλο του Βαγγέλη Παπαθανασίου, υπό το βλέμμα της συζύγου του Μαρίνας Καρέλλα, με τις κεντημένες στο χέρι γκομπλέν ταπετσαρίες να ερωτοτροπούν με τον φακό του Ελληνα φωτογράφου. Πρότυπο πατέρα, συζύγου και παππού, ταπεινός, αθόρυβος, εργατικός και φιλάνθρωπος, ο Μισέλ ντε Γκρες, ο οποίος «έφυγε» γαλήνιος στην αγκαλιά της συζύγου του, των παιδιών του και των εγγονών του στα 85 του χρόνια, σε νοσοκομείο των Αθηνών, παλεύοντας, σύμφωνα με τις αποκλειστικές πληροφορίες της «Espresso», γενναία και με αξιοπρέπεια, χωρίς να το γνωρίζει κανείς -τους τελευταίους έξι μήνες- με τα αναπνευστικά προβλήματα που του παρουσιάστηκαν ξαφνικά στις αρχές του 2024, μοιράστηκε στιγμές από τη ζωή του μέσα από τον φωτογραφικό φακό.
Καθισμένος στο συλλεκτικό γραφείο του, ανάμεσα στους πίνακες και στα χιλιάδες βιβλία, αναπόλησε την ώρα που πόζαρε με μια «μουχλιασμένη» αλλά αξεπέραστη φινέτσα τον έρωτά του με τη γυναίκα της ζωής του, τη Μαρίνα Καρέλλα, που για χάρη της παραιτήθηκε από τα δικαιώματά του στον ελληνικό θρόνο, τη γέννηση της πριγκίπισσας Αλεξάνδρας και της πριγκίπισσας Ολγας, αγγίζοντας σε μια γωνιά του «παλατιού» του τα βραβεία λογοτεχνίας του.