Σεμνός, ήρεμος, με μια μελωδική φωνή απ’ αυτές που σπάνια βγαίνουν στο καλλιτεχνικό στερέωμα, ο Γιάννης Πετρόπουλος ακόμα και σήμερα συνεχίζει να μας εκπλήσσει σε τιμητικές εκδηλώσεις, αν και η νέα γενιά δύσκολα γνωρίζει τη μεγάλη και μακρόχρονη ιστορία του.
- Από τον Νίκο Νικόλιζα
Μια τιμητική εκδήλωση του Γιάννη Τζουανόπουλου στα Μακρίσια της Αρχαίας Ολυμπίας πριν από λίγες ημέρες ήταν η αφορμή για να κάνουμε μια ολοκληρωμένη συζήτηση με τον σπουδαίο τραγουδιστή των περασμένων δεκαετιών, που άφησε εποχή με το τραγούδι του «Παλιό κανόνι» που πήρε το πρώτο βραβείο στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης το 1971. Συνολικά κατάφερε να αποσπάσει 16 βραβεία σε Ελλάδα και εξωτερικό, καθιστώντας τον έναν από τους πιο πολυβραβευμένους στο είδος του.
Τραγούδησε σε πρώτη εκτέλεση Μίμη Πλέσσα, Γιώργο Μουζάκη, Νίκο Ιγνατιάδη, Γιώργο Κριμιζάκη, Γιάννη Πάριο και τόσους άλλους. Μέσα από αυτή την εκτεταμένη κουβέντα μάθαμε πρώτη φορά ότι είναι πρώτα ξαδέρφια με τον μεγάλο κινηματογραφικό και θεατρικό ζεν πρεμιέ της εποχής Ανδρέα Μπάρκουλη, ιστορίες από τα παρασκήνια εκείνης της χρυσής εποχής του ελληνικού κινηματογράφου και της μουσικής, αλλά και για τη συγκλονιστική ιστορία ζωής με μια μικρή Κυπριωτοπούλα, την οποία έσωσαν κατά την εισβολή των Τούρκων στο νησί, η οποία έζησε μαζί τους οκτώ ολόκληρα χρόνια σαν κόρη τους. Και όταν βρήκε τους χαμένους γονείς της, εκείνη δεν ξέχασε τον Γιάννη Πετρόπουλο, αλλά τον περιμένει ακόμα και σήμερα να πάει να τον αγκαλιάσει σαν δεύτερο πατέρα της…
Ηταν μια ευχάριστη νότα να σας δούμε στην τιμητική εκδήλωση στα Μακρίσια της Αρχαίας Ολυμπίας, κύριε Πετρόπουλε…
Τον Γιάννη Τζουανόπουλο που διοργάνωσε αυτή τη βραδιά στην Αρχαία Ολυμπία τον γνωρίζω πολλά χρόνια. Ηταν ένας άνθρωπος της ΕΡΤ που βοήθησε πάρα πολύ τους καλλιτέχνες και τον έχει αγαπήσει πολύ το κοινό, κυρίως ο απόδημος Ελληνισμός. Δεν ήταν δυνατό να μην παρευρεθώ, διότι αυτός ο άνθρωπος στα Μακρίσια έχει φιλοξενήσει όλη την αφρόκρεμα του ελληνικού πολιτισμού.
Πώς αισθανθήκατε όταν σας έδωσαν την τιμητική πλακέτα στα ιερά χώματα της Αρχαίας Ολυμπίας;
Στη 55χρονη πορεία μου έχω, ομολογουμένως, δεχτεί πολλές τιμητικές πλακέτες. Ομως από τον Γιάννη Τζουανόπουλο δεν περίμενα κάτι τέτοιο και γι’ αυτό συγκινήθηκα πάρα πολύ.
Να ξεκινήσουμε από την αρχή. Πού γεννηθήκατε και ποιες ήταν οι συνθήκες εκείνης της εποχής;
Είμαι γέννημα θρέμμα Πειραιώτης. Ζούσαμε στην οδό Πραξιτέλους. Σε ένα σπίτι πολύ όμορφο, όπου μέναμε με το ξαδερφάκι μου και την οικογένειά του, τον Ανδρέα Μπάρκουλη! Η μάνα μου και η μάνα του αδερφές. Μέχρι που έφυγε από το σπίτι ο Ανδρέας για να πάει να γίνει ηθοποιός. Ειλικρινά τον ζήλευα για την τεράστια καριέρα που κατόρθωσε να κάνει. Εκεί λοιπόν στο σπίτι μέναμε με τη μανούλα μου, την Σοφία Πετροπούλου, που ήταν υψίφωνος της Λυρικής. Και όταν κατάλαβε ότι εγώ έχω μια τάση να γίνω τραγουδιστής, πάει και λέει στον πατέρα μου: “Σταύρο, το παιδί έχει ωραία φωνή και πρέπει κάτι να κάνουμε”. Και με στέλνουν φωνητικά στην κυρία Ιππολύτου στην οποία σπούδαζε η μάνα μου. Ετσι άρχισα και το ωδείο και μεταπήδησα στη σχολή του Μενέλαου Θεοφανίδη.
Αρα είστε και ηθοποιός…
Ναι, το έχω σπουδάσει κι αυτό και έχω κάνει μια ταινία με τίτλο «Σε έχω ανάγκη απόψε πολύ». Σε αυτό λέω τραγούδια που μου έχουν γράψει ο Κριμιζάκης και ο Πυθαργόρας! Και ξέρετε πώς πήρα μέρος σε αυτή την ταινία; Ηταν να παίξει ο Τόλης Βοσκόπουλος. Είχε όμως παρεξηγηθεί με τον παραγωγό κι έτσι αποφάσισαν να πάρουν εμένα. Και με τον Νίκο Δαδινόπουλο παίξαμε, κι έκανε τότε και μεγάλη εμπορική επιτυχία η ταινία!
Τι θυμάστε περισσότερο από τα παιδικά σας χρόνια;
Καταρχάς ήμουν καλός μαθητής και με λάτρευαν οι γονείς μου. Επίσης, ό,τι έκανα το χρωστάω σ’ εκείνους. Ο πατέρας μου, ο Σταύρος Πετρόπουλος, μόλις η μάνα μου του είπε ότι έχω καλή φωνή, αμέσως έδωσε εντολή να πάω να σπουδάσω φωνητική. Και σπούδασα πάρα πολλά πράγματα πάνω στη μουσική, παραπάνω απ’ όσα χρειάζεται ένας τραγουδιστής!
Ο ξάδερφός σας ο Ανδρέας Μπάρκουλης πώς ήταν ως παιδί, μια και μεγαλώσατε μαζί;
Τον Ανδρέα εγώ τον έβλεπα ως τον μεγάλο μου αδερφό. Φρόντιζε και λάτρευε πολύ τους γονείς του. Ηταν υπερπροστατευτικός, θα έλεγα. Οι γονείς του ήταν δάσκαλοι. Είχε υπέροχη μόρφωση και παιδεία. Πολύ καλλιεργημένος. Και ξαφνικά έφυγε από το σπίτι και τον είδαμε στις κινηματογραφικές ταινίες να παίζει ως μεγάλος πρωταγωνιστής.
Εσείς πότε αρχίσατε να τραγουδάτε;
Θα σας πάρω τα πράγματα από την αρχή: Εμείς εκείνης της εποχής, για να τραγουδήσουμε και να κάνουμε καριέρα, έπρεπε να ξεκινήσουμε από την ΕΡΤ. Αυτός ήταν ο όρος. Τότε λοιπόν έδωσα εξετάσεις και με ενέκριναν από την επιτροπή ο Μίμης Πλέσσας, ο Κώστας Καπνίσης, ο Κώστας Κλάβας και πολλοί άλλοι κορυφαίοι. Και πέρασα παμψηφεί. Και κάπως έτσι άρχισα να τραγουδάω στα φεστιβάλ όλης της Ελλάδας. Κατάφερα να πάρω 7 βραβεία ερμηνείας στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.
Πήρατε το πρώτο βραβείο στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης το 1971. Δεν υπήρξε θέμα με τη δικτατορία;
Το «Παλιό κανόνι» με το οποίο πήρα το πρώτο βραβείο στο φεστιβάλ ήταν ένα τραγούδι της ειρήνης. Μιλούσε για ειρήνη. Το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης μού έδωσε την ευκαιρία να ζήσω πολύ μεγάλες στιγμές, μοναδικές. Να σκεφτείς, όταν ξαναπήγα στη Θεσσαλονίκη έπειτα από χρόνια, όταν κατέβηκα από το αεροπλάνο, έσκυψα και φίλησα τα χώματα μπροστά από το αεροπλάνο. Τόσο μεγάλη αγάπη έχω για αυτή την πόλη.
Πριν από μερικά χρόνια είχατε αναρτήσει μια φωτογραφία με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή και είχε σχολιαστεί πολύ έντονα. Ήταν θαυμαστής σας;
Μεγάλος. Με αγαπούσε όλη η οικογένεια Καραμανλή και τους λάτρευα. Τον καμάρωνα. Τέτοιος άνθρωπος δεν ξαναβρέθηκε και ούτε στο μέλλον θα βρεθεί για να κάνει αυτά που έκανε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής. Οσο ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ζούσε, ένιωθα ασφάλεια για την πατρίδα μου και για μένα. Από τότε που «έφυγε», νιώθω ανασφαλής!
Εσείς ήσασταν στην επιτροπή που βγάζατε τις τιμητικές συντάξεις των καλλιτεχνών…
Είχα διοριστεί από το υπουργείο Πολιτισμού για αυτόν τον σκοπό για οκτώ χρόνια. Κάναμε σπουδαία δουλειά σε αυτόν τον τομέα. Οταν ήταν πρόεδρος ο μεγάλος Ιάκωβος Καμπανέλλης, μιλούσαν στην αρχή όλοι οι άλλοι και στο τέλος απευθυνόταν σ’ εμένα για το τελικό αποτέλεσμα. Είμαι υπερήφανος που γνώρισα αυτόν τον σπουδαίο άνθρωπο, γιατί ήταν δίκαιος και αντικειμενικός. Θυμάμαι τότε είχε κάνει αίτηση για τιμητική σύνταξη ο Λάκης Αλεξάνδρου. Υπήρξε μεγάλος τραγουδιστής κι εγώ τον υποστήριξα πολύ γιατί είχε και κάποια οικογενειακά προβλήματα που έπρεπε να λύσει. Ηταν πολύ λυπημένος εκείνη την περίοδο. Του βγάλαμε την τιμητική σύνταξη, αλλά δεν πρόλαβε να τη χαρεί γιατί πέθανε!
Τα τελευταία χρόνια βλέπουμε αυτές τις λεγόμενες τιμητικές συντάξεις να τις έχουν κουτσουρέψει, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να ζήσουν πολλοί από τους καλλιτέχνες…
Είναι καθαρά θέμα πολιτισμού αυτό. Εγώ έκατσα οκτώ χρόνια κι έκανα αυτό που έπρεπε να κάνω. Προσπαθούσα να δώσω την ευκαιρία οι καλλιτέχνες να πάρουν τιμητικές συντάξεις. Θυμάμαι τον Δάκη, που είχε κάνει αίτημα να πάρει τιμητική σύνταξη, και κάποιοι τότε δεν ήθελαν να τη δώσουν γιατί είχε δύο σπίτια. Και θυμάμαι σηκώθηκα όρθιος μέσα στην επιτροπή και είπα: «Αν δεν δώσουμε τιμητική σύνταξη στον Δάκη, που είναι ένας ευπρεπέστατος καλλιτέχνης και με ιστορία, γιατί θα πρέπει να τον μετρήσουμε με πόσα σπίτια έχει και όχι ως καλλιτεχνική αξία;» Και την πήρε!
Πώς κρίνετε το γεγονός ότι ο ξάδερφός σας Ανδρέας Μπάρκουλης πέθανε φτωχός, ενώ είχαν περάσει πάρα πολλά χρήματα από τα χέρια του;
Δεν μου επιτρέπεται να μιλήσω για το αγαπημένο μου ξαδερφάκι, γιατί τον λατρεύω και θα τον λατρεύω για πάντα. Ισως έκανε πράγματα τα οποία του στοίχισαν. Ισως ξεπέρασε τα εσκαμμένα…
Εσείς έχετε ζήσει την εποχή «κορίτσια, ο Μπάρκουλης». Τι γινόταν τότε;
Ο κόσμος τον λάτρεψε. Εκανε πολλές ταινίες και πάντα ήταν πρωταγωνιστής στα θέατρα. Ποτέ δευτεραγωνιστής. Ηταν τεράστια μορφή ο Ανδρέας και ως ηθοποιός και ως άνθρωπος. Οπου πήγαινε γέμιζε ασφυκτικά τα θέατρα.
Και ενώ ξέρουμε τόσα για τα επαγγελματικά σας, δεν γνωρίζουμε πολλά για την οικογένειά σας…
Εχω παντρευτεί μία φορά, όμως η σύζυγός μου πέθανε πρόωρα. Κάναμε πολλές προσπάθειες να αποκτήσουμε παιδιά, αλλά δεν τα καταφέραμε. Η γυναικούλα μου στάθηκε βράχος στη ζωή μου και τη μνημονεύω πάντα.
Σας λείπει σήμερα ένα παιδί;
Με τη σύζυγό μου πήραμε ένα κοριτσάκι από το οικοτροφείο. Το πήραμε τότε για να το μεγαλώσουμε. Το κοριτσάκι αυτό ήταν σε μια οικογένεια με εννιά αδέρφια και η μητέρα τους δεν μπορούσε να τα βγάλει πέρα. Ετσι αποφασίσαμε να πάρουμε αυτό το παιδάκι. Αυτό το κοριτσάκι το πήραμε πριν από 40 χρόνια. Αυτό λοιπόν το υπέροχο πλάσμα, που είναι κάτι παραπάνω από παιδί μου, είναι αυτό που με φροντίζει σήμερα. Κάθε μέρα με παίρνει ούτε κι εγώ ξέρω πόσα τηλέφωνα και μου λέει: «Θείε, εγώ είμαι εδώ, εγώ θα σε φροντίζω». Αυτό το κοριτσάκι σήμερα είναι δικαστίνα στο Εφετείο. Είναι η Μαρία μου, η κόρη μου! Και θα σου πω και κάτι άλλο που δεν έχω πει ποτέ: Κάποτε είχα πάει στην Κύπρο, όταν έγινε η εισβολή. Κάποια στιγμή βρήκαμε ένα κοριτσάκι, τη Ρεβέκα, οι γονείς της οποίας είχαν χαθεί τότε με πολλούς άλλους Κυπρίους. Το πήραμε εγώ και η γυναίκα μου και το μεγαλώσαμε στο σπίτι μας. Κάθισε σπίτι μας οκτώ χρόνια. Ξαφνικά, έπειτα από οκτώ χρόνια, ψάχνοντας, βρήκε τους χαμένους γονείς της. Εφυγε από εμάς. Ποτέ όμως δεν μας ξέχασε! Ακόμα και τώρα μου ζητάει να πάω στην Κύπρο να με γνωρίσει με τους γονείς της. Μου τηλεφωνεί και μου λέει: «Θέλω να έρθεις να σε αγκαλιάσω και να δεις όλη την οικογένειά μου».
Υπάρχει κάποιο γεγονός χαραγμένο στη μνήμη σας από αυτούς τους μεγάλους που γνωρίσατε;
Ημουν σπουδαστής και έψαχνα για δουλειά να έχω χρήματα για τις σπουδές μου. Και πηγαίνω στον μεγάλο Γιάννη Παπαϊωάννου που δούλευε τότε με τον Τσιτσάνη και του λέω: «Μήπως έχετε ανάγκη από κανέναν νεαρό τραγουδιστή, να βγάζω κάποια έξοδά μου;» Και γνωρίζω τη μεγαλοψυχία του Παπαϊωάννου: Με κάθισε στο τραπέζι και μου έβαλε φαγητό να φάω μαζί του. Δεν τα ξεχνάω ποτέ αυτά, γιατί είναι κομμάτια της ζωής μου.
Είστε ικανοποιημένος από τη ζωή σας;
Δοξάζω τον Θεό νύχτα μέρα και Τον ευχαριστώ για όσα μου έχει χαρίσει. Δοξάζω και τον Θεό και τη μανούλα μου, που πίστεψε σε μένα και με έστειλε να σπουδάσω!