Ο λογαριασμός που άνοιξε στην Ελβετία και η εξυπηρέτηση των κουμπάρων τους.
Στο επίκεντρο της έρευνας για τα εξοπλιστικά προγράμματα, την οποία διενεργούν οι ανακριτές Διαφθοράς Γαβριήλ Μαλλής και Γιάννης Σταυρόπουλος, βρίσκονται οι καταθέσεις, ύψους 1.300.000 ευρώ, που -σύμφωνα με την περιβόητη «λίστα Λαγκάρντ»- εντοπίστηκαν στον λογαριασμό της συζύγου του Γιάννου Παπαντωνίου, Σταυρούλας Κουράκου, σε τράπεζα της Γενεύης.
Και μπορεί το επίμαχο ποσό να έφερε το ζεύγος Παπαντωνίου αντιμέτωπο με διώξεις για ανακριβή δήλωση «πόθεν έσχες» και υπό διερεύνηση για το αδίκημα της φοροδιαφυγής -μετά τον οικονομικό και φορολογικό έλεγχο του ΣΔΟΕ- ωστόσο τώρα προκαλεί νέο «πονοκέφαλο» στον πρώην υπουργό, καθώς οι ανακριτές ερευνούν, σύμφωνα με πληροφορίες, τη νομιμότητα της προέλευσής του.
Για τον λόγο αυτό το κατώφλι των δικαστικών λειτουργών πέρασε με την ιδιότητα του μάρτυρα η σύζυγος του κ. Παπαντωνίου, η οποία φέρεται να έδωσε τη συγκατάθεσή της για το άνοιγμα του επίμαχου λογαριασμού στην ελβετική τράπεζα HSBC. Ο εν λόγω λογαριασμός παρέμεινε ενεργός από το 2000 μέχρι το 2010, όταν το χρηματικό ποσό επαναπατρίστηκε με βάση τον νόμο Αλογοσκούφη.
Την… προθυμία της κυρίας Κουράκου να εισφέρει την έγγραφη εξουσιοδότησή της προκειμένου να ανοίξει ο λογαριασμός δεν συμμερίστηκαν, κατά πληροφορίες, οι κουμπάροι του ζεύγους Παπαντωνίου, Γιώργος Κανδαλέπας και η σύζυγός του, οι οποίοι κλήθηκαν επίσης ως μάρτυρες από τους ανακριτές Διαφθοράς.
Αιτία της κλήσης τους από τις δικαστικές Αρχές στάθηκαν δύο εμβάσματα, ύψους περίπου 1.000.000 ευρώ, τα οποία φέρεται να απέστειλαν στον λογαριασμό της κυρίας Κουράκου στην ελβετική τράπεζα. Ο Γιώργος Κανδαλέπας, σύμφωνα με πληροφορίες, υποστήριξε ότι τα χρήματα ανήκαν στον Γιάννο Παπαντωνίου και τη σύζυγό του κι εκείνος τους εξυπηρέτησε για τη μεταφορά τους στο εξωτερικό. Τόσο ο ίδιος όσο και η σύζυγός του αρνήθηκαν ωστόσο να δώσουν τη συγκατάθεσή τους ώστε να ανοιχτεί ο λογαριασμός τους και να χαρτογραφηθεί η κίνηση του ποσού, καθιστώντας το αίτημα δικαστικής συνδρομής στην Ελβετία μονόδρομο για τις ελληνικές δικαστικές Αρχές.
ΝΤΕΜΗ ΝΤΑΒΑΡΗ