Πολιτικές ίντριγκες, επιχειρηματικά deals, καβγάδες, κους κους και παρέλαση μοντέλων το «άλμπουμ» του μαγαζιού που έγραψε ιστορία στη γειτονιά της καλής κοινωνίας.
Για το Da Capo (περί αυτού ο λόγος), που φέτος εν μέσω κορονοϊού γιορτάζει τα 30 χρόνια του, οι καρέκλες αν είχαν στόμα θα «έκαιγαν» κόσμο με αυτά που άκουγαν από τους διάσημους θαμώνες του!
Όλα ξεκίνησαν όταν το καφέ-ζαχαροπλαστείο του «μπιντέ» (όπως όλοι τότε ήξεραν το Κολωνάκι) ο περίφημος «Μπόκολας» των 60ς και 70s με τους υπέροχους λουκουμάδες, που μεταξύ άλλων λάτρευαν οι Τσαρούχης, Γκάτσος, Ελύτης και Μελίνα Μερκούρη στις 20 Σεπτεμβρίου του 1990 ανοίγει ένα νέο (και όπως αποδείχτηκε εξίσου θρυλικό) κεφάλαιο της ιστορίας του.
Ο νέος τότε επιχειρηματίας Στάθης Χριστοδουλόπουλος, ανήμερα της ονομαστικής του εορτής, εγκαινιάζει το Da Capo caffe. Εκεί όπου έμελε να γίνει το σημείο πολιτικών συμφωνιών, χρυσών οικονομικών deals, με το κους κους και την ίντριγκα να δίνουν και να παίρνουν.
Στα πρότυπα των διάσημων ιταλικών καφέ του Μιλάνο, της Φλωρεντίας και της Ρώμης «ντύνει» με πράσινο μάρμαρο, πράσινες τέντες και μπαμπουδένιες, αναπαυτικές καρέκλες το ιστορικό μαγαζί της γωνίας Τσακάλωφ και Πατριάρχου Ιωακείμ, λανσάροντας την έννοια του espresso bar, του μπριος με σολομό και προσούτο, εγκαινιάζοντας το self service, αλλά κυρίως νέα ήθη και έθιμα στην κουλτούρα του καφέ, στην αθηναϊκή μπουρζουαζία.
Μαζί με το Da Capo όμως ξημερώνει στη χώρα μας και μια νέα δεκαετία lifestyle. Eνα συνονθύλευμα διαφορετικών φυλών και τύπων συνθέτει το κολωνακιώτικο παζλ με τα παλιά τζάκια να κλείνονται στα σπίτια τους και το νέο χρήμα να κυκλοφορεί και να αγοράζει τα πάντα -από αρχοντικά διαμερίσματα έως μαγαζιά-φιλέτα, καθώς οι εκλεκτοί, γέννημα-θρέμμα κάτοικοι της περιοχής ή έφυγαν ή αποδήμησαν εις Κύριον. Ο Στάθης Χριστοδουλόπουλος είναι αυτός που έκανε μόδα τον καπουτσίνο και τον εσπρέσο με μοτσαρέλα στην Ελλάδα, αλλά και ο μοναδικός «καφετζής» της χώρας που συναναστρέφεται μέχρι σήμερα με άνεση τους ανθρώπους της εκάστοτε εξουσίας, του εφοπλιστικού lobby και των media.
Μεγάλο μερίδιο της επιτυχίας του, σύμφωνα με μαρτυρίες πιστών θαμώνων του, οφείλεται στην όμορφη, ξανθιά σύζυγό του, την Ολγα. Η εντυπωσιακή, ακούραστη «σιδηρά κυρία» της πλατείας Κολωνακίου, όπως την αποκαλούν, ντυμένη κάθε πρωί με την τελευταία λέξη της μόδας, πίσω από την ταμειακή μηχανή του καφέ-«χρυσωρυχείο», εξυπηρετεί με την ίδια ευγένεια και το ίδιο λαμπερό της χαμόγελο όλο τον κόσμο, σε αντίθεση με τον λιγομίλητο σύζυγό της, που ακούραστος στην είσοδο του μαγαζιού, επί 30 συνεχή χρόνια, χαιρετά και απευθύνει τον λόγο μόνο στους πολύ πλούσιους, ισχυρούς και διάσημους πελάτες.
Η άτυπη πασαρέλα όλες αυτές τις δεκαετίες περιλαμβάνει από πρωθυπουργούς, εκδότες, μοντέλα και wannabe σταρλετίτσες, που στα χρόνια της ευδαιμονίας έψαχναν να κάνουν την τύχη τους. Όλη η Αθήνα έχει περάσει από τα τραπεζάκια του Da Capo. Aπό τον πρώην πρωθυπουργό Κώστα Σημίτη, καθώς κατοικεί σε απόσταση αναπνοής από το καφέ, στην οδό Αναγνωστοπούλου 10, τον εφοπλιστή Νικόλα Πατέρα, έως τον ποινικολόγο Αλέξανδρο Λυκουρέζο με την αξέχαστη σύζυγό του Ζωή Λάσκαρη και τον Βαγγέλη Μεϊμαράκη.
Πολιτικοί, άνθρωποι των media, (ο Σταύρος Ψυχάρης, για παράδειγμα, την εποχή που έλυνε και έδενε, κάθε πρωί επί σειρά ετών έπινε τον εσπρέσο του, υπό το άγρυπνο βλέμμα των σωματοφυλάκων του) έδιναν εκεί ραντεβού για καφέ και όχι μόνο.
Κυβερνήσεις πέφτουν, καράβια «βουλιάζουν», μεγαλοεπιχειρηματίες άλλοι πεθαίνουν, άλλοι πτωχεύουν, άλλοι πίνουν τον καφέ τους στα κελιά των φυλακών Κορυδαλλού, αλλά το στέκι κάθε μέρα, εδώ και τριάντα συνεχή χρόνια γράφει τη δική του ιστορία στη γωνία Τσακάλωφ και Πατριάρχου Ιωακείμ, χάρη στην ποιότητά του. Στα διάσημα τραπεζάκια έχουν συνυπάρξει πρώην σύζυγοι και εραστές, πρώην κολλητοί φίλοι και νυν θανάσιμοι εχθροί, celebrities, ηθοποιοί, ζωγράφοι, κομμώτριες από τον «Αγγελο» και μανικιουρίστες από τον «George», εκδότες, μοντέλα, ποδοσφαιριστές, μόδιστροι, γυμναστές, σωματοφύλακες και φουσκωτοί -στην κυριολεξία- οι πάντες…
Το μαγαζί στα χρόνια που ακολούθησαν έγινε όχι μόνο κοσμικό στέκι αλλά και κέντρο πολιτικών ζυμώσεων, έντονων συζητήσεων και αντιπαραθέσεων, γνωριμιών, συνοικεσίων και επιχειρηματικών συμφωνιών. Τις πρωινές ώρες μετατρέπεται σε μικρή Βουλή, με τον ιδιοκτήτη του να συμβιβάζει τα πνεύματα, όταν η κατάσταση ξεφεύγει και οι τόνοι ανεβαίνουν.
Το μεσημέρι μετατρέπεται σε high στέκι, με τις κοσμικές κυρίες να απολαμβάνουν το καπουτσίνο τους, μετά το εξαντλητικό shopping στις μπουτίκ της περιοχής, αλλά και σε ποδοσφαιρικό καφενείο, με αρχηγό επί σειρά ετών τον πρώην άσο των γηπέδων Νίκο Αναστόπουλο, ο οποίος φτάνει στις έντεκα και φεύγει στη μία, έχοντας καταναλώσει μέχρι και δέκα (!) εσπρεσάκια, όπως είπε στην «Espresso» παλιός του φίλος.
Στην ιστορία έχει γραφτεί ο καβγάς που έκανε για τραπέζι -ενώ όλα ήταν τίγκα, καθώς το μαγαζί από την πρώτη μέρα που άνοιξε είναι self service- ο μακαρίτης πλέον ιδιοκτήτης νυχτερινών μαγαζιών, αλλά και ο τσακωμός γνωστού και οξύθυμου ποινικολόγου, ο οποίος ενώ απολάμβανε τον καφέ του αντιλήφθηκε την παρουσία φίλης της εν διαστάσει συζύγου του, με την οποία πιάνεται στα χέρια, της δίνει ένα χαστούκι και εκείνη του πετάει το ποτήρι με το νερό στα μούτρα! Για την ιστορία, πάντως, η κυρία χρόνια αργότερα κατηγορείται για κλοπή και καταλήγει στη φυλακή.