Αψηφώντας τα περιοριστικά μέτρα για τον έλεγχο της πανδημίας, λειτουργούσε κανονικά -παρά τη σχετική αναστολή- ένα καμπαρέ τύπου… «Μουλέν Ρουζ» στην Ανάληψη της Θεσσαλονίκης!
Από την Εύα Παπαδάτου
Το μπαρ, στο οποίο εργάζονταν εφτά κοπέλες, λειτουργούσε κρυφά από τις Αρχές, οι οποίες όμως το πήραν μυρωδιά και έσπευσαν στο σημείο για να διαπιστώσουν αν ήταν αλήθεια. Παρά τις εκκλήσεις των αστυνομικών, ο 58χρονος ιδιοκτήτης του… κορονοκαμπαρέ δεν άνοιγε την πόρτα, με αποτέλεσμα να χρειαστεί παρέμβαση εισαγγελέα.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της δικογραφίας που σχηματίστηκε, κατά τη διάρκεια της εφόδου των αστυνομικών, που ολοκληρώθηκε στη 1 τα ξημερώματα της Πέμπτης, μέσα στο νυχτερινό κέντρο διασκέδασης εντοπίστηκαν συνολικά εννέα άτομα: ο ιδιοκτήτης του, οι εφτά εργαζόμενες και ένας ηλικιωμένος θαμώνας, οι οποίοι συνελήφθησαν.
Όπως προέκυψε από την έρευνα που έκαναν οι αστυνομικοί, το νυχτερινό κατάστημα ήταν εξοπλισμένο εξωτερικά με κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης, ενώ για να μπει κάποιος έπρεπε να επικοινωνήσει με έναν φύλακα, που βρισκόταν στο εσωτερικό του, για να ξεκλειδώσει την πόρτα. Το καμπαρέ διέθετε, επίσης, φιμέ τζαμαρία, κάτι που εμπόδισε την ορατότητα στο εσωτερικό.
Οι αστυνομικοί του Τμήματος Ασφαλείας Χαριλάου – Ανάληψης, που είχαν πληροφορίες ότι το συγκεκριμένο μπαρ λειτουργούσε εν μέσω lockdown, αποφάσισαν να δράσουν και πήγαν στο κατάστημα για έλεγχο με τη συνδρομή δικυκλιστών της Ομάδας ΔΙ.ΑΣ. αργά το βράδυ της Τετάρτης. Η πόρτα ήταν κλειδωμένη και, αν και κάλεσαν τον ιδιοκτήτη να τους ανοίξει, εκείνος τους αγνόησε. Τότε ενημερώθηκε η εισαγγελέας, η οποία έδωσε εντολή στους αστυνομικούς να εισβάλλουν στο καμπαρέ και για τον λόγο αυτό κλήθηκε κλειδαράς, ο οποίος κατάφερε τελικά έπειτα από δύο ώρες (!) να ανοίξει την πόρτα.
Ο 58χρονος Έλληνας ιδιοκτήτης συνελήφθη για παραβίαση των μέτρων για την πρόληψη μολυσματικών ασθενειών, απείθεια και παράβαση του νόμου για τα προσωπικά δεδομένα, ενώ του βεβαιώθηκε πρόστιμο ύψους 5.000 ευρώ. Χειροπέδες φόρεσαν, επίσης, ο 75χρονος Ελληνας θαμώνας και οι εφτά εργαζόμενες, τέσσερις Ελληνίδες και τρεις αλλοδαπές, ηλικίας 24 ως 48 ετών. Σε βάρος τους σχηματίστηκε δικογραφία κατά περίπτωση για τα αδικήματα της παραβίασης των μέτρων για την πρόληψη ασθενειών και της παράβασης της νομοθεσίας που αφορά την προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.