Εσπασε το Μικτό Ορκωτό Εφετείο της Αθήνας την ποινή της ισόβιας κάθειρξης, στην οποία είχαν καταδικαστεί πρωτόδικα οι δύο ρουμανικής καταγωγής κατηγορούμενοι για τον φόνο του συγγραφέα Μένη Κουμανταρέα.
Η αυλαία της δίκης έπεσε σχεδόν έξι μήνες μετά την έναρξη της διαδικασίας, με επίλογο την αναγνώριση του ελαφρυντικού του πρότερου σύννομου βίου, παρόλο που η εισαγγελέας της έδρας ζήτησε να μην αναγνωριστεί κανένα ελαφρυντικό, κάτι που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην επιβολή των ποινών.
Το δικαστήριο επέβαλε σε καθέναν από τους δύο κατηγορουμένους ποινή κάθειρξης 15 ετών για το κακούργημα της ανθρωποκτονίας και 18 μήνες φυλάκιση για την απόπειρα ληστείας σε βάρος του συγγραφέα. Νωρίτερα οι δικαστές κήρυξαν ενόχους τους δύο κατηγορουμένους για ανθρωποκτονία από πρόθεση από κοινού και απόπειρα ληστείας από κοινού, όπως πρωτόδικα. Το δικαστήριο απέρριψε ομόφωνα τα αιτήματα και τους ισχυρισμούς των κατηγορουμένων για μετατροπή της κατηγορίας. Επειτα από αυτή την απόφαση, οι συνήγοροί τους ζήτησαν να τους αναγνωριστούν τα ελαφρυντικά του πρότερου σύννομου βίου, της καλής συμπεριφοράς μετά την πράξη και της ειλικρινούς μεταμέλειας.
Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, οι δύο δράστες του άγριου φονικού Σ.Μ. και Κ.Γ. είχαν στήσει καρτέρι στον Μένη Κουμανταρέα στο σπίτι του, στην Κυψέλη, τον Δεκέμβριο του 2014. Στη δίκη ήρθαν στο φως πτυχές της προσωπικότητας του λογοτέχνη και ένας φίλος του, ο οποίος ήταν μαζί με τον συγγραφέα τη νύχτα του φόνου και ήταν ο πρώτος ο οποίος βρήκε το άψυχο σώμα του, περιέγραψε στο ακροατήριο την εικόνα, λέγοντας ότι τον είδε ανάσκελα στο κρεβάτι γεμάτο αίματα και ότι οι ντουλάπες και τα συρτάρια ήταν ανοιχτά.
Σε πρώτο βαθμό οι δύο κατηγορούμενοι, ηλικίας σήμερα 31 και 33 ετών, είχαν κριθεί ένοχοι για τη δολοφονία του λογοτέχνη και τους είχε επιβληθεί ισόβια κάθειρξη και ποινή φυλάκισης τεσσάρων ετών στον καθένα για το αδίκημα της απόπειρας ληστείας. Στις απολογίες τους, τότε, οι δύο Ρουμάνοι είχαν ρίξει ο ένας στον άλλο την ευθύνη για το έγκλημα. Ο 31χρονος είχε υποστηρίξει ότι απλώς τον έσπρωξε και ο 33χρονος ότι είδε τον συγκατηγορούμενο του πάνω από το θύμα Μένη Κουμανταρέα να τον γρονθοκοπεί και να του σφίγγει τον λαιμό.
Με την έναρξη της δίκης στο Εφετείο και οι δύο αρνήθηκαν διά των δικηγόρων τους την κατηγορία της ανθρωποκτονίας. Ο ένας, μάλιστα, προέβαλε και τον ισχυρισμό ότι δεν βρέθηκε δικό του DNA στον τόπο του εγκλήματος. Η απόφαση του εφετείου αναμενόταν νωρίτερα, αλλά αναβλήθηκε για αρκετές ημέρες, καθώς ο ένας εκ των δύο κατηγορουμένων νόσησε από κορονοϊό.