«Δεν μπορώ πια να ζήσω μακριά σου. Η μόνη παρηγοριά είναι το γράμμα σου. Η έγνοια μήπως σου συμβαίνει τίποτα με σκοτώνει… Κάθε στιγμή σε θυμάμαι και ανησυχώ. (…) Ελπίζω πια αυτός να είναι ο τελευταίος μας χωρισμός και πως, όταν συναντηθούμε, θα παντρευτούμε! Ολες οι μέρες μου περνούν με τη σκέψη τη δική σου. Ολες τις νύχτες είμαστε πάντα μαζί! Δε συλλογίζομαι τίποτε άλλο παρά πότε θα γυρίσεις. Τότε μόνο θ’ αρχίσω πάλι να ζω πραγματικά. Μη με ξεχνάς· θέλω να ’σαι σίγουρη για μένα και να με θυμάσαι όπως και εγώ».
- Από τη Βίβιαν Μπενέκου
Τα λόγια αυτά ανήκουν στον Μίκη Θεοδωράκη. Τον άλλο Μίκη, τον ερωτευμένο άντρα, τον σύζυγο της μεγάλης του αγάπης, της Μυρτώς Αλτίνογλου, που της έγραφε γράμματα, την εποχή πριν παντρευτούν, που δεν ζούσαν μαζί. Ολοι γνώριζαν και γνωρίζουν τον Μίκη Θεοδωράκη, της αντίστασης και της πολιτικής, και λίγοι θυμούνται τον ερωτικό Μίκη.
Ο Μίκης Θεοδωράκης δεν υπήρξε μόνο κορυφαίος συνθέτης αλλά και πολύ τρυφερός ερωτευμένος σύζυγος, που μοιράστηκε τη ζωή του με την αγάπη του Μυρτώ Αλτίνογλου, με την οποία απέκτησε δύο παιδιά, τον Γιώργο και τη Μαργαρίτα. Τα τραγούδια του κύκλου «Ερως και Θάνατος», που ο Θεοδωράκης έγραψε σε δύο διαφορετικές περιόδους, τα αφιέρωσε στη Μυρτώ.
Το 1945 έγραψε τη μουσική και τους στίχους από το πρώτο τραγούδι «Της αγάπης λόγια», ενώ την περίμενε σε ραντεβού στη Νέα Σμύρνη, και λίγες ημέρες αργότερα το «Αν γυρεύεις λόγια», πάλι σε στίχους δικούς του. Η αγάπη του με τη Μυρτώ αποτυπώθηκε στο βιβλίο «Πολυαγαπημένη μου Μυρτώ» της Μαργαρίτας Ισηγόνη (εκδ. Λιβάνη, 2006), μια συλλογή της νεανικής, ερωτικής αλληλογραφίας τους. Σε αυτό ο Μίκης Θεοδωράκης έγραφε για τον έρωτά του και για το «γλυκό της χαμόγελο, τα παιδιάστικα μάτια με τις αιφνίδιες λάμψεις…».
Ηταν ο ερωτικός Μίκης!