Για «καλοστημένη παγίδα» του Δημήτρη Λιγνάδη σε βάρος του έκανε λόγο στην κατάθεσή του ο Νίκος Σ., ο πρώτος άνθρωπος που «φωτογράφισε» τον σκηνοθέτη για κακοποιητική συμπεριφορά και οδήγησε τελικά στην παραίτησή του από τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου. Ο μάρτυρας ξέσπασε σε δάκρυα κατά τη διάρκεια της περιγραφής της σεξουαλικής κακοποίησής του, παρουσία ακόμη ενός νεαρού αγοριού.
«Ηταν σαν να μας σκηνοθετούσε διαρκώς. Θυμάμαι τον πόνο, τον φόβο, πώς θα πάω στην οικογένειά μου, πώς να τους πω τι μου συνέβη; Δεκαπέντε χρόνια δεν μπορούσα να τους το πω. Ενιωθα εξευτελισμένος, αδικημένος, αν έχω κάνει εγώ λάθος; Τι ζήτησα; Μόνο έναν μονόλογο ήθελα να διαβάσω» ανέφερε εμφανώς ταραγμένος.
Η γνωριμία του με τον κατηγορούμενο έγινε μέσω της θείας του, που γνώριζε ότι ήθελε να γίνει ηθοποιός. Στην πρώτη συνάντησή τους του έδωσε έναν μονόλογο και στη δεύτερη πήγε στο σπίτι του για να του τον διαβάσει. Ο σκηνοθέτης τον υποδέχτηκε φορώντας μόνο μια πετσέτα.
«Σοκαρίστηκα, φαντάστηκα ότι θα έλεγε “πάω να ντυθώ”, δεν φαντάστηκα ότι θα έμενε με την πετσέτα στον καναπέ. Μου ζήτησε να του δείξω τα οπίσθιά μου για να αποδείξω ότι είμαι διατεθειμένος να είμαι στον χώρο, παρουσία του άλλου παιδιού. Ηταν πάρα πολύ αμήχανο. “Σου είναι τόσο δύσκολο;” με ρώτησε. Σηκώθηκα, κατέβασα το παντελόνι, έδειξα τα οπίσθιά μου, το ανέβασα και ξανακάθισα» περιέγραψε ο μάρτυρας, προσθέτοντας ότι διαπίστωσε με την άκρη του ματιού του πως ο Λιγνάδης χάιδευε τα γεννητικά του όργανα.
Ο 36χρονος ανέφερε στη συνέχεια πως υποχρεώθηκε από τον κατηγορούμενο σε στοματικό έρωτα.
«Μου έλεγε ότι “αν δεν είσαι ανοιχτόμυαλος, δεν θα μπορέσεις να ασχοληθείς με τον χώρο”. Μου ζήτησε αν μπορώ να κάνω στοματικό έρωτα στο αγόρι που ήταν δίπλα μου. Απλά έσκυψα στο παιδί και για δευτερόλεπτα έκανα αυτό, πιστεύοντας ότι όλο αυτό θα τελειώσει. Εγινε. Εκνευρίστηκε από την αδεξιότητά μου. Μου ζήτησε να κάνω το ίδιο και σε αυτόν, άρχισε ξανά να μου λέει τα ίδια» είπε ο μάρτυρας, εξηγώντας πως «ήταν σαν να μας σκηνοθετούσε διαρκώς», και είπε στο δικαστήριο ξεσπώντας σε κλάματα:
«Κάποια στιγμή μάς φώναξε μέσα. Μπήκαμε σε ένα σκοτεινό δωμάτιο και οι δύο μέσα. Μου λέει “κατέβασε το παντελόνι σου”, το έκανα ελάχιστα. Με έσπρωξε στο κρεβάτι. Δίπλα ήταν μία μεταλλική ράβδος. Με έσπρωξε στο κρεβάτι, πήρε τη μεταλλική ράβδο και την ακούμπησε στο σώμα μου. Με ακουμπούσε και προσπάθησε να διεισδύσει τη ράβδο στο σώμα μου. Ελεγα “σταμάτα, πονάω”, εκείνος φώναζε δυνατά “χαλάρωσε, ηρέμησε”».