Με την παρουσία σύσσωμης της οικογένειας της Αμαλίας αλλά και της ιδίας άκουσε την ετυμηγορία του δικαστηρίου ο 39χρονος προπονητής ιστιοπλοΐας, ο οποίος καταδικάστηκε για κατάχρηση ανήλικης σε ασέλγεια.
Λίγα λεπτά νωρίτερα το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Αθήνας τον είχε κηρύξει αθώο κατά πλειοψηφία για το αδίκημα του βιασμού, προκαλώντας τα κλάματα της μητέρας της αθλήτριας και την απόφαση της οικογένειας να αποχωρήσει από τη δικαστική αίθουσα.
Σε αντίθεση με την εισαγγελική πρόταση, το δικαστήριο απάλλαξε από την κατηγορία του βιασμού κατ’ εξακολούθηση τον κατηγορούμενο κατά πλειοψηφία, καθώς μειοψήφησαν ο πρόεδρος, μία σύνεδρος και ένας ένορκος, που ψήφισαν υπέρ της ενοχής του. Ωστόσο, ο κατηγορούμενος καταδικάστηκε ομόφωνα για την κατάχρηση σε ασέλγεια κατ’ εξακολούθηση.
Νωρίς το πρωί, σε μια πρόταση καταπέλτη για τον κατηγορούμενο προπονητή, ο εισαγγελέας της έδρας είχε ζητήσει την ενοχή του και για βιασμό κατ’ εξακολούθηση και για κατάχρηση σε ασέλγεια κατ’ εξακολούθηση, ζητώντας την απαλλαγή του για την αποπλάνηση, λόγω απορρόφησης από το βαρύτερο αδίκημα της κατάχρησης σε ασέλγεια. Ο δικαστικός λειτουργός έκανε λόγο για «θρασύτατες και απάνθρωπες πράξεις» από την πλευρά του κατηγορουμένου, κάνοντας την οικογένεια της νεαρής Αμαλίας και τη Σοφία Μπεκατώρου που βρισκόταν στην αίθουσα να ξεσπάσουν σε κλάματα.
«Η καταγγέλλουσα το 2009 είναι 10 ετών, τελειώνει, δηλαδή, την τετάρτη δημοτικού. Τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους προσλαμβάνεται από τον Ναυτικό Ομιλο Ωρωπού ο κατηγορούμενος, που αναλαμβάνει την προπόνηση όλων των παιδιών του ομίλου. Ηταν υπεύθυνος γι’ αυτά και όλα τα παιδιά τον έβλεπαν σαν ένα πρόσωπο εμπιστοσύνης. Και η καταγγέλλουσα και μία συναθλήτριά της τον είχαν σαν προστάτη» εξήγησε ο εισαγγελέας.
Ο ίδιος έκανε λόγο για «εγκληματικό σχέδιο» του προπονητή, ο οποίος εκμεταλλεύτηκε την εμπιστοσύνη των γονέων: «Επιδιώκοντας να συνδεθεί μαζί της συναισθηματικά, απευθύνοντάς της φράσεις όπως “τι ωραίο κορμάκι έχεις, μωρό μου”, ο κατηγορούμενος φρόντισε να θεμελιώσει γερές σχέσεις με όλους τους γονείς των παιδιών του ομίλου. Ειδικώς, έχτισε σχέσεις με τους γονείς της καταγγέλλουσας, αφού ξημεροβραδιαζόταν στο κατάστημα των γονιών της, έτρωγε μαζί τους. Κοιμήθηκε πολλές φορές στο κρεβάτι πίσω από το κατάστημα. Η σχέση που ανέπτυξε με τους γονείς ήταν κάτι περισσότερο».
Περιγράφοντας πώς διαμορφώθηκε η ψυχολογία της Αμαλίας μετά το φιλί που της έδωσε ο προπονητής το καλοκαίρι του 2010, όταν η ομάδα βρισκόταν στο Γαλαξίδι για αγώνες, ο εισαγγελέας υποστήριξε ότι το παιδί θορυβήθηκε και εκδήλωσε συναίσθημα άγχους: «Ο ίδιος, με τρόπο που δεν προσδιορίστηκε ακριβώς από την ακροαματική διαδικασία, ανέβηκε στο δωμάτιο και, εκμεταλλευόμενος το σκότος και το γεγονός ότι κοιμόντουσαν τα άλλά παιδιά, την έριξε στο πάτωμα και την ανάγκασε να ανοίξει το στόμα της και να εισχωρήσει τη γλώσσα του».
Ο εισαγγελικός λειτουργός περιέγραψε και όσα καταγγέλλονται ότι συνέβησαν έναν χρόνο αργότερα, το καλοκαίρι του 2011, στο Γαλαξίδι. «Της επιτέθηκε στο κάθισμα του συνοδηγού και την εξανάγκασε σε συνουσία. Είναι η πρώτη επαφή μεταξύ του κατηγορουμένου και της καταγγέλλουσας» είπε και αναφέρθηκε σε δεύτερο περιστατικό μέσα στο δωμάτιο, κατά το οποίο ο προπονητής ήρθε σε σεξουαλική επαφή με την ανήλικη αθλήτρια. «Τελευταία φορά που έλαβε χώρα γενετήσια πράξη εξαναγκασμού ήταν στο λιμάνι, όταν εκείνη περίμενε έναν φίλο της. Οταν ο κατηγορούμενος το κατάλαβε, την έσπρωξε στα αποδυτήρια και, χωρίς να πτοείται από τα κλάματα της 14χρονης τότε αθλήτριας, της είπε “θέλω να γελάς και να μην κλαις”, και προχώρησε σε γενετήσια πράξη» είπε ο εισαγγελέας και συμπλήρωσε ότι το νεαρό κορίτσι βρήκε το κουράγιο να το πει στους γονείς του.
«Θα πουν πού είναι οι προβληματισμοί που εκδήλωνε ο εισαγγελέας κατά τη διάρκεια του δικαστηρίου; Υπήρχαν λογικά κενά. Ο πιο καλός σεναριογράφος δεν θα μπορούσε να φανταστεί τον βιασμό στο ξενοδοχείο μέσα και στο αυτοκίνητο. Όμως, η καταγγέλλουσα όσες φορές και να επανέλαβε τα καταγγελλόμενα περιέγραψε ακριβώς τα ίδια πραγματικά περιστατικά και τις τρεις φορές, γεγονός που αποδεικνύει, κατά την κρίση μου, ότι τη στιγμάτισαν» δήλωσε ο εισαγγελέας. Αναφερόμενος στο γιατί η αθλήτρια αποκάλυψε στους γονείς της όσα της συνέβησαν τριάμισι χρόνια αργότερα, σημείωσε: «Δεν αντέδρασε λόγω της ψυχολογικής βίας. Λόγω φόβου και ντροπής. “Μου έλεγε πως είμαι χρησιμοποιημένη τελευταία. Μετά με απειλούσε” έχει περιγράψει το θύμα. Φοβόταν ότι θα καταρρακώσει τους γονείς της».
Σχολιάζοντας τις καταθέσεις των αστυνομικών του τμήματος, αλλά και του ομίλου και των συναθλητριών της, ο εισαγγελέας ανέφερε: «Κανείς δεν αναφέρθηκε σε κάτι παραπάνω από μία προσκόλληση. Δεν αναφέρθηκαν σε φιλί, εναγκαλισμό. Οι μάρτυρες δεν είπαν κάτι για βιασμό, γιατί δεν είδαν ποτέ. Το μόνο που έβλεπαν ήταν ότι η Αμαλία ήταν κοντά στον προπονητή; Γιατί την είχε χειραγωγήσει. Ο αστυνομικός διοικητής, που δεν ανέφερε καν βιασμό, γιατί να το πει; Στην Αστυνομία καταφεύγουμε όταν έχουμε να καταγγείλουμε αξιόποινο γεγονός».