Μπορεί η υπόθεση της άγριας δολοφονίας της Ειρήνης Μαρμαρινού και του ανιψιού της Λάμπρου Πρωτονοτάριου στην Αίγινα να εξιχνιάστηκε έπειτα από σχεδόν επτά χρόνια, ωστόσο το τεράστιο ποσό των 800.000 ευρώ που έκανε «φτερά» μαζί με τους δράστες το μοιραίο πρωινό της 30ής Νοεμβρίου 2015 παραμένει άφαντο, με τις έρευνες τώρα να στρέφονται εκεί.
Τα ερωτήματα στα οποία καλούνται να απαντήσουν οι έμπειροι αξιωματικοί της Αστυνομίας, μετά τη σύλληψη του 36χρονου Ledjon Brakaj, είναι πού σπαταλήθηκαν τα χρήματα και ποιοι είναι οι συνεργοί του. Σπαταλήθηκαν σε… dolce vita ή σε real estate στην Αλβανία; Παράλληλα, εξετάζεται το σενάριο οι συνεργοί να έχουν βρει καταφύγιο στην Αλβανία ή και να βρίσκονται στη Μάλτα, όπου συνελήφθη και ο 36χρονος. Απαντήσεις σε αυτά τα καίρια για την υπόθεση ερωτήματα θα μπορούσε να δώσει ο 36χρονος, στην περίπτωση που τελικά εκδοθεί στην Ελλάδα.
Οι διαδικασίες έκδοσής του βρίσκονται σε εξέλιξη, με τις ελληνικές Αρχές να προσδοκούν σε περισσότερες απαντήσεις, καθώς στα επίσημα έγγραφα που έχουν σταλεί από τη Μάλτα δεν υπάρχουν διευκρινίσεις ούτε για το πότε είχε πάει εκεί ο Αλβανός, αλλά ούτε για να την ενασχόλησή του κατά το διάστημα της παραμονής του.
Σημαντικές θα είναι και οι εξετάσεις ταυτοποίησης του γενετικού υλικού του υπόπτου με αυτό που είχε εντοπιστεί στον σκούφο full face, στην περίπτωση που εκδοθεί στη χώρα μας.
Ο 36χρονος ήταν αρνητικός στις ερωτήσεις των Μαλτέζων αστυνομικών, ενώ αρνήθηκε να επιβεβαιώσει την ταυτότητά του. Από την πλευρά του, ο δικηγόρος του υποστήριξε ότι δεν πρόκειται για τον καταζητούμενο άνδρα, που συνδέεται με το φρικτό έγκλημα που διαπράχθηκε στην Αίγινα, καθώς δεν έχουν, όπως είπε, το ίδιο ονοματεπώνυμο.
Η δικογραφία για τη διπλή δολοφονία, χωρίς να αναφέρει δράστη, στην οποία περιλαμβανόταν όλο το προανακριτικό υλικό, είχε υποβληθεί στην αρμόδια ανακρίτρια τον περασμένο Μάρτιο, από το υλικό της οποίας η δικαστική λειτουργός έκρινε πως βασικός ύποπτος ήταν ο 36χρονος Ledjon Brakaj και εξέδωσε διεθνές ένταλμα σύλληψης σε βάρος του. Στην ίδια δικογραφία περιλαμβάνεται και συγγενικό του πρόσωπο, το οποίο είχε φύγει από την Αίγινα μετά το διπλό έγκλημα.
Η εκτίμηση του ιατροδικαστή Ηλία Μπογιόκα για τον θάνατο θείας και ανιψιού σοκάρει: «Ηταν ζωντανοί όταν τους έκαψαν. Τους είχαν ξυλοφορτώσει μέχρι αναισθησίας, χωρίς όμως να έχουν καταφέρει θανατηφόρο πλήγμα.
Πέθαναν από τα εγκαύματα και τη φωτιά που εισέπνευσαν. Ο 44χρονος έχει μία εκτεταμένη κάκωση στο κεφάλι και η 71χρονη κατάγματα στα πλευρά. Είχαν εγκαύματα στα χέρια, στον κορμό και στο κεφάλι, τα οποία προκάλεσαν τον θάνατό τους».
Όπως διαπιστώθηκε κατά την αυτοψία στον χώρο του εγκλήματος στο σημείο αλλά και μετά την ιατροδικαστική εξέταση, οι δράστες ξυλοκόπησαν την άτυχη γυναίκα και τον ανιψιό της, τους βασάνισαν χτυπώντας τους ακόμη και με σφυρί για να τους αποκαλύψουν πού έκρυβαν χρήματα και αντικείμενα αξίας, και στη συνέχεια, όταν τα θύματα έχασαν τις αισθήσεις τους, μετέφεραν τα σώματά τους σε δωμάτιο του σπιτιού, τοποθέτησαν πάνω τους κουρτίνες και παπλώματα και έβαλαν φωτιά, καίγοντάς τους ζωντανούς.
Οι αστυνομικοί είχαν διαπιστώσει προανακριτικά ότι τα 800.000 ευρώ βρίσκονταν στο σπίτι και δεν εντοπίστηκαν μετά το έγκλημα, ενώ οι δράστες είχαν χρησιμοποιήσει και ανιχνευτές μετάλλων για τον εντοπισμό λιρών που φέρεται ότι είχε η άτυχη γυναίκα.