Συνεχίζονται οι αποκαλύψεις της ερευνητικής δημοσιογραφικής ομάδας των Data Journalists, σχετικά με τις τραγικές ελλείψεις και παραλείψεις που έρχονται στο φως της δημοσιότητας και φανερώνουν ότι μόνο τυχαία δεν προκλήθηκε το πολύνεκρο σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη στις 28 Φεβρουαρίου. Στο πλαίσιο αυτό οι Data Journalists, συμβάλλοντας στη σύνδεση των κομματιών του παζλ προκειμένου να σχηματιστεί η «μεγάλη εικόνα», παρουσίασαν την αναφορά της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας που στάλθηκε στους αρμόδιους 10 ημέρες μετά την τραγωδία των Τεμπών και κάνει λόγο για «φονικές ποντικοπαγίδες».
Σπανίως ένα «υπηρεσιακό έγγραφο» προκαλεί τέτοια ανατριχίλα, αλλά η αναφορά της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας για τις αυτοψίες που πραγματοποίησε σε 15 μεγάλου μήκους σιδηροδρομικές σήραγγες παραπέμπει όντως σε σκηνές «Αποκάλυψης». Κι αυτό γιατί το συγκεκριμένο έγγραφο που δημοσίευσαν χθες οι Data Journalists αυτούσιο και το οποίο στάλθηκε 10 ημέρες μετά το τραγικό δυστύχημα στα Τέμπη, ήταν σαν να ήθελε να επιβεβαιώσει αυτό που όλοι είχαν σκεφτεί, ακούσει ή συζητήσει. Για το πόσο περισσότερα, δηλαδή, θα ήταν τα θύματα εάν η μετωπική σύγκρουση συνέβαινε μέσα στη σήραγγα των Τεμπών από την οποία μόλις είχε εξέλθει η επιβατική αμαξοστοιχία.
Χωρίς δίκτυα πυρόσβεσης
Οι αυτοψίες στα τούνελ Πλατάνου – Τράπεζας, Αιγίου, Δερβενίου, Μελισσίου, Αγίων Θεοδώρων, Καλλιδρομίου, Οθρυος, Ψηλοράχης, Μπράλου, Ορφανών, Τεμπών, Πλαταμώνα, Σφίγγας, Ευταξία και Ικονίου Περάματος γεμίζουν 13 σελίδες με ελλείψεις που διαπίστωσαν οι εμπειρογνώμονες ακόμη και σε σήραγγες που ολοκληρώθηκαν πρόσφατα και για την κατασκευή των οποίων ξοδεύτηκαν εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ. Χωρίς δίκτυα πυρόσβεσης και πυρανίχνευσης, με τα συστήματα απαγωγής καπνού να μη λειτουργούν, την πρόσβαση των πυροσβεστικών και διασωστικών οχημάτων να είναι προβληματική έως αδύνατη, τα κέντρα ελέγχου για την παρακολούθηση και απομακρυσμένη διαχείριση εκτάκτων καταστάσεων παροπλισμένα και την ενδοεπικοινωνία εντός των σηράγγων, είτε μέσω ασυρμάτου είτε μέσω κινητών τηλεφώνων, να μην είναι εφικτή, το ερώτημα προκύπτει αβίαστα στον αναγνώστη: Ολο αυτό το διάστημα γίνονταν εκατοντάδες δρομολόγια με τόσο σοβαρές ελλείψεις;
Μέσα σ’ ένα περιβάλλον όπου κάθε αρμόδιος αισθάνεται υποψήφιος για καταλογισμό ευθυνών, η απάντηση προκύπτει από τα συμφραζόμενα: Θεωρητικά, ο ΟΣΕ -ως αρμόδιος για την υποδομή- ήταν ενημερωμένος, καθώς στελέχη του συμμετείχαν στις αυτοψίες της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας. Με τις αυτοψίες να έχουν πραγματοποιηθεί ακόμη και έναν χρόνο πριν από το δυστύχημα, το έγγραφο εστάλη στους αποδέκτες (υπουργεία Υποδομών – Μεταφορών και Κλιματικής Κρίσης – Πολιτικής Προστασίας, ΟΣΕ, Hellenic Train, ΕΡΓΟΣΕ, Ρυθμιστική Αρχή Σιδηροδρόμων).
Aνατριχίλα
Είναι άγνωστο, όμως, εάν μέσα στο κλίμα της απαξίωσης που προηγήθηκε του δυστυχήματος έγιναν κάποιες εργασίες βελτίωσης. Υπάρχει, όμως, μια δήλωση του υπουργού Επικρατείας Γιώργου Γεραπετρίτη το Σάββατο 18/3, που κάνει την ανατριχίλα ακόμη πιο έντονη, καθώς, εν όψει των δρομολογίων που θα επανεκκινούσαν, είπε: «Ιδιαίτερη έμφαση ζήτησα στο ζήτημα της ασφάλειας των σηράγγων. Ειδικά για τις σήραγγες, πέρα από την αναγκαία αναβάθμιση, η οποία θα πρέπει να υπάρξει, έχουμε στα πολύ άμεσα σχέδια και την αναβάθμιση της επιτήρησης με ηλεκτρονικές κάμερες».
Ετσι εξηγείται και το γεγονός ότι τελικά η επανεκκίνηση που ήθελε η κυβέρνηση έγινε με ακόμη λιγότερα δρομολόγια από εκείνα που αρχικά ανακοινώθηκαν. Ειδικά για το θέμα των σηράγγων και της προβληματικής επικοινωνίας, οι μηχανοδηγοί ζήτησαν γραπτές διαβεβαιώσεις, δεν τις έλαβαν και τα εμπορευματικά δρομολόγια δεν ξεκίνησαν στον άξονα Αθηνών – Θεσσαλονίκης.
Οι ελλείψεις που διαπίστωσαν οι εμπειρογνώμονες της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας και οι οποίες φτάνουν για να γεμίσουν 13 σελίδες, σε ορισμένες περιπτώσεις, περιγράφουν τις σήραγγες ως «φονικές ποντικοπαγίδες», καθώς: Δίκτυα πυρόσβεσης και πυρανίχνευσης απουσιάζουν ή δεν λειτουργούν. Η πρόσβαση των πυροσβεστικών και διασωστικών οχημάτων είναι προβληματική έως αδύνατη. Το πρόβλημα αυτό αφορά τη συντριπτική πλειονότητα των σηράγγων, ακόμη και ορισμένων που κατασκευάστηκαν τα τελευταία χρόνια. Δεν λειτουργούν πολλά από τα συστήματα απαγωγής καπνού.
Τα κέντρα ελέγχου για την παρακολούθηση και απομακρυσμένη διαχείριση εκτάκτων καταστάσεων δεν λειτουργούν ή δεν έχουν υπαλλήλους. Δεν υπάρχουν διαδικασίες ενάντια στη διαρροή επικίνδυνων υλικών, ούτε ειδικά οχήματα επέμβασης για κίνηση πάνω στις γραμμές. Οι σταθμοί συγκέντρωσης εκτάκτου ανάγκης δεν παρέχουν προστασία έναντι του καπνού και της φωτιάς. Δεν είναι δυνατή η ενδοεπικοινωνία εντός των σηράγγων, είτε μέσω ασυρμάτου είτε μέσω κινητών τηλεφώνων. Οι δραματικές ελλείψεις καταγράφονται συνοπτικά, με τρόπο κατανοητό ακόμη και για κάποιον χωρίς πολλές τεχνικές γνώσεις.