Στην αγκαλιά των αγγέλων θα υφαίνει αιώνια η Ιωάννα Πρωίου – Δημητριάδου, η δασκάλα του αργαλειού που είχε μετατραπεί σε μια από τις σημαντικότερες προσωπικότητες των τελευταίων δεκαετιών για την Ικαρία. Η γυναίκα άφησε την τελευταία της πνοή την Τετάρτη, σε ηλικία 112 ετών, αφήνοντας πίσω της σημαντική παρακαταθήκη.
Δραστήρια παρά τα χρόνια της, η Ιωάννα Πρωίου λειτουργούσε εργαστήριο αργαλειού στο χωριό του Χριστού Ραχών στην Ικαρία και, παράλληλα, μουσειακά εκθέματα της υφαντουργικής τέχνης. Η Ιωάννα Πρωίου – Δημητριάδου γεννήθηκε στις Ράχες Ικαρίας το 1911. Ηταν το 12ο μεταξύ 13 παιδιών. Η μητέρα της, Ευθυμία, γεννημένη το 1870, ήταν από τις καλύτερες υφάντρες του νησιού. Καλύτερη μαθήτριά της ήταν η μικρή Ιωάννα.
«Με μεγάλωσε η μητέρα μου κάτω από τον αργαλειό. Με το ένα πόδι δούλευε στον αργαλειό και με το άλλο κούναγε εμένα. Εκεί με μεγάλωσε, μέσα στα χνούδια και στις κλωστές. Το πρώτο παιχνίδι που μου έδωσε στα χέρια για να μην κλαίω ήταν μια κλωστή από ένα χοντρό μάλλινο νήμα. Εγώ έπαιζα με τη χοντρή κλωστή, τράβαγα τα νήματα και τόσο ξελογιάστηκα που ξέχασα το κλάμα και μπόρεσε η μάνα μου να κάνει τη δουλειά της.
Εφτιαχνε παραγγελίες υφαντά και ζούσαμε. Τότε ο κόσμος ντυνόταν με υφαντά – από πανάκια για μωρά μέχρι εσώρουχα. Υφάσματα ρολό φτιάχναμε – για σεντόνια μέχρι ρούχα. Παίρναμε το μαλλί των ζώων, το κλώθαμε, γινόταν μαλακό και το υφαίναμε. Φτιάχναμε σκεπάσματα, φορέματα, πετσέτες, κοστούμια. Τα πάντα. Ο,τι μπορείς να φανταστείς. Αργότερα υφαίναμε λινομέταξα. Και ήταν υγιεινά, γιατί ανέπνεαν, δεν είχαν χημικά. Τώρα βγαίνουν τόσες μελέτες που λένε τι κακά υφάσματα κυκλοφορούν. Τα διαβάζω και λέω “μα, γιατί να μην ξαναγυρίσουν τα κορίτσια, να μάθουν αυτή την τέχνη;”» είχε πει σε παλαιότερη συνέντευξή της για τα ερεθίσματα που είχε όταν ήταν παιδί.
Μεγαλώνοντας κατάλαβε με τι ήθελε να ασχοληθεί. «Μια φορά, στα κρυφά μπήκα στον αργαλειό και έτρεμε η ψυχή μου μην μπει η μάνα μου και μου φωνάξει πως της χαλάω το στημόνι. Την περίμενα να έρθει με χτυποκάρδι. Να σου την κι έρχεται. Ρίχνω μια ματιά, να δω πώς με κοίταζε. Και τη βλέπω χαμογελαστή! Και μου λέει: “Ιωαννάκι, τα ποδαράκια σου είναι ακόμη κοντά. Να μεγαλώσεις λίγο και θα σε βάλω στον αργαλειό”. Αυτό μου έδωσε ζωή! Αντί να φάω ξύλο, μου έδωσε θάρρος. Η μάνα μου η Ευθυμία ήταν ξακουστή υφάντρα. Και εμένα διάλεξε από τις κόρες της για τη συνέχειά της. Από τα 15 μου ήμουν επαγγελματίας υφάντρα» είχε περιγράψει.
Σε μια από τις τελευταίες συνεντεύξεις που είχε δώσει η «αφέντρα του αργαλειού» είχε δηλώσει: «Αν και έχω δώσει τα πάντα για τον αργαλειό, πλέον χρειάζομαι βοήθεια. Εχω διαθέσει όλους μου τους πόρους για να εφοδιάσω τα αργαλειά, για να παίρνω τις πρώτες ύλες, να μαθαίνουν τα κορίτσια. Μίλησα και στον δήμαρχο Ικαρίας πως τόσα χρόνια είμαι εθελόντρια και πως ό,τι είχα τα ξόδεψα εκεί με ευχαρίστηση και ποτέ δεν σκέφτηκα να πάρω επιδότηση, αλλά πλέον χρειάζεται να βοηθήσουν και άλλοι. Ψάχναμε, για παράδειγμα, έναν χώρο για να μπουν τα τρία αργαλειά και να μπορούν να μαθαίνουν οι νεότεροι.
Σκέφτηκα ένα εγκαταλειμμένο δωμάτιο, που ήταν σκουπιδότοπος με σαβούρα, κοντά στο Δημοτικό Σχολείο. Ο δήμαρχος βοήθησε, το καθαρίσαμε και το κάναμε το “Σπίτι του αργαλειού”».