Μυστήριο στον θάνατο της 75χρονης Βρετανίδας, που βρέθηκε νεκρή τη Δευτέρα σε γκρεμό στην Τέλενδο, «βλέπει» μεγάλης κυκλοφορίας βρετανική εφημερίδα, ενώ η κόρη της εξαπέλυσε μύδρους για την ελληνική Αστυνομία και τον τρόπο που διεξήγαγε τις έρευνες, καθώς ισχυρίζεται ότι τους έβαλε να προσλάβουν διασώστες και δύτες.
Η 75χρονη Σούζαν Χαρτ, όπως αναφέρει η εφημερίδα «The Sun», διέμενε σε ξενοδοχείο της Καλύμνου μαζί με τον σύζυγό της, όταν στις 30 Απριλίου αποφάσισαν να πάνε στο διπλανό νησί Τέλενδο για να κάνουν ορειβασία. Το ζευγάρι έφυγε από το ξενοδοχείο μαζί με έναν φίλο τους, αλλά όταν έφτασαν στην Τέλενδο η Χαρτ, που έπασχε από άνοια, ένιωσε αδιαθεσία.
Ο σύζυγός της και ο φίλος τους πήγαν με γκρουπ για ορειβασία, ενώ η 75χρονη έμεινε σε μια ταβέρνα. Ο σύζυγός της όμως άργησε να επιστρέψει, καθώς, όπως αναφέρει η βρετανική εφημερίδα, το γκρουπ χάθηκε κατά την ορειβασία και η Χαρτ «για αδιευκρίνιστο λόγο» έφυγε από την ταβέρνα. Ακριβώς 15 ημέρες αργότερα βρέθηκε νεκρή σε γκρεμό, σε απομακρυσμένη περιοχή του νησιού, ενώ αποτελεί μυστήριο πώς και γιατί έφτασε μέχρι εκεί.
Το δημοσίευμα αναφέρει ότι δύο ημέρες πριν από την ανεύρεση της σορού της 75χρονης, η κόρη της Ρουθ Λαντέιλ, που ήρθε στην Ελλάδα, έκανε ανάρτηση στο facebook για τις έρευνες. Υποστήριξε ότι ενώ οι ντόπιοι στην Κάλυμνο «ήταν πολύ ευγενικοί και προσφέρθηκαν να βοηθήσουν» δεν ισχύει το ίδιο για την τοπική Αστυνομία. Αρχικά, όπως ισχυρίζεται η Λαντέιλ, της είπαν ότι στις έρευνες θα συμμετείχαν ειδικά εκπαιδευμένα σκυλιά, αλλά πέρασε μια εβδομάδα χωρίς να φανούν. Τότε, κατά τα γραφόμενά της, είπαν στον πατριό της ότι έπρεπε «να οργανώσει ιδιωτικά την έρευνα με τους σκύλους και τους διασώστες».
Η Λαντέιλ υποστήριξε στις 13 Μαΐου ότι «πριν από τρεις ημέρες η Αστυνομία μάς είπε ότι ειδικοί δύτες θα έρχονταν για να κάνουν υποθαλάσσιες έρευνες», αλλά «χθες μας είπα ότι το αρχηγείο στην Αθήνα δεν ενέκρινε τους δύτες και έπρεπε να προσλάβουμε κάποιους ιδιωτικά, πράγμα που κάναμε».
Τέλος, υποστηρίζει ότι στην αρχή η Αστυνομία άναψε το πράσινο φως στην οικογένεια για να ελέγξει το υλικό από τις κάμερες ασφαλείας της περιοχής, μέχρι που «ξαφνικά τους αρνήθηκε οποιαδήποτε πρόσβαση».