Σε επταετή κάθειρξη καταδικάστηκε ο πρώην λογιστής των μασόνων της Μεγάλης Στοάς της Ελλάδος, καθώς είχαν «κάνει φτερά» 714.000 ευρώ από την οργάνωση και δύο τεκτονικά ιδρύματα.
Ο πρώην λογιστής είχε εκδιωχθεί από την τεκτονική οργάνωση εδώ και οκτώ χρόνια, όταν εντοπίστηκε «μαύρη τρύπα» στα οικονομικά. Η δικαστική διαμάχη οδήγησε στην παραπομπή του σε δίκη με βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών, τον περασμένο Ιανουάριο, για υπεξαίρεση ποσού τουλάχιστον 350.000 ευρώ.
Λίγους μήνες μετά, ο πρώην λογιστής καταδικάστηκε σε κάθειρξη 7 ετών, όπως ανακοίνωσε ο μέγας διδάσκαλος της Μεγάλης Στοάς Μιχάλης Ματτές, με ανάρτησή του σε ομάδα στο facebook. Απαντώντας σε ερωτήσεις ακολούθων της ομάδας τεκτόνων, ο κ. Ματτές ανέφερε ότι «το έλλειμμα προσδιορίσθηκε από την Ernst & Young σε 714.700 ευρώ και μάλιστα βρέθηκαν στους τραπεζικούς του λογαριασμούς, που είχαν ανοιχτεί από τον ανακριτή, καταθέσεις μετρητών 680.000 ευρώ, γεγονός παράξενο για έναν μισθωτό των 1.900 ευρώ.
Επίσης από την αρχή έχουμε δεσμεύσει όλα τα περιουσιακά του στοιχεία, που αποτελούνται από δύο παραθαλάσσια οικόπεδα και μία διώροφη κατοικία σε οικόπεδο ενός στρέμματος στη Ναύπακτο, και δύο διαμερίσματα 120 και 80 μ2 στα Ανω Πατήσια, τα οποία πλέον θα κατασχεθούν».
Σύμφωνα με το παραπεμπτικό βούλευμα, ο κατηγορούμενος ενεργούσε κατά παρέκκλιση του κανονιστικού πλαισίου και υπό την ανοχή-έγκριση των αρμοδίων για τη διοίκηση και τη διαχείριση των οικονομικών ζητημάτων της Μεγάλης Στοάς, του Τεκτονικού Ιδρύματος και της Τεκτονικής Αδελφότητας. Οι δικαστές ανέφεραν, μεταξύ άλλων, στο βούλευμα με το οποίο τον παρέπεμψαν σε δίκη: «Ουσιαστικά, δεδομένης της σχέσης μεταξύ Μεγάλης Στοάς – Ιδρύματος – Σωματείου και της ύπαρξης εν τοις πράγμασι κοινού ταμείου, ο κατηγορούμενος ήταν υπεύθυνος για το λογιστήριο και των τριών οντοτήτων και ενεργούσε και ως ταμίας, κατά παρέκκλιση πάντα του κανονιστικού πλαισίου αλλά με γνώση των αρμοδίων».
Οπως επισημαίνουν οι δικαστές, «οι υπό κρίση οντότητες στην πράξη ήταν σε τέτοιο βαθμό αλληλένδετες που διοικούνταν κατά βάση από τα ίδια άτομα και είχαν ενιαίο ταμείο, ήτοι η περιουσία τους ήταν “de facto” υπό κοινή διαχείριση, ενώ απουσιάζει από τις οντότητες ένα αξιόπιστο σύστημα εσωτερικού ελέγχου, ικανού να διασφαλίσει ότι οι οικονομικές καταστάσεις τους ήταν απαλλαγμένες από ουσιώδη λάθη. Περαιτέρω, δεν διενεργούνταν εκ μέρους των αρμοδίων έλεγχοι του ταμείου, με συνέπεια να προκύψουν σημαντικές διαφορές μεταξύ του πραγματικού ύψους των εσόδων με αυτά που απεικονίζονταν στους απολογισμούς τους για το υπό κρίση χρονικό διάστημα».
Πάντως, με το ίδιο βούλευμα το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Αθηνών απάλλαξε τα μέλη των τότε διοικήσεων και μία γραμματέα της Μεγάλης Στοάς και των δύο ιδρυμάτων.