Την απόπειρα «κουκουλώματος» των στοιχείων του εγκλήματος της σύγκρουσης των τρένων στα Τέμπη από τις Αρχές παραδέχθηκε -εμμέσως- χθες ο εφέτης ανακριτής Σωτήρης Μπακαΐμης, μιλώντας με συγγενείς και δικηγόρους των 57 ανθρώπων που άφησαν την τελευταία τους πνοή στα Τέμπη, έξι μήνες μετά την εθνική τραγωδία.
Ο ανακριτής ήταν κατηγορηματικός ότι το «μπάζωμα» του χώρου του τραγικού δυστυχήματος δημιούργησε πολλά προβλήματα και καθυστέρηση στο ανακριτικό έργο. Πάντως, διαβεβαίωσε τους συγγενείς των θυμάτων ότι το «μπάζωμα» δεν εμπόδισε τη διερεύνηση όλων των συνθηκών του εγκλήματος και ότι το αργότερο σε τρεις μήνες θα έχει ολοκληρωθεί το ανακριτικό έργο, ώστε ακολούθως να προτείνει ο αρμόδιος εισαγγελέας Εφετών προς το Δικαστικό Συμβούλιο ποιοι θα είναι κατηγορούμενοι και για ποια εγκλήματα, προκειμένου να προσδιοριστεί άμεσα το δικαστήριο και να εξαφανιστεί και ο παραμικρός κίνδυνος για την αποφυλάκιση λόγω 18μήνου των κατηγορουμένων.
Από την πλευρά τους οι συγγενείς και οι νομικοί παραστάτες ζήτησαν να κινηθούν πιο γρήγορα οι διαδικασίες, και να αποδοθούν ευθύνες σε όλα τα πρόσωπα που ευθύνονται για τη φονική σύγκρουση – όσο ψηλά και αν βρίσκονται. Οπως αποκάλυψε ο εκ των δικηγόρων οικογενειών θυμάτων Αλέξης Κούγιας, ο εφέτης ανακριτής -εμφανώς συγκινημένος- τους ενημέρωσε πως έχει δώσει ήδη παραγγελία προς τον αρμόδιο εισαγγελέα Εφετών, ώστε να ασκηθούν ποινικές διώξεις σε επίπεδο κακουργημάτων και για τα πολιτικά πρόσωπα, δηλαδή επιλογές των εκάστοτε υπουργών Υποδομών, Μεταφορών και Συγκοινωνιών, που σε όλες τις προηγούμενες κυβερνήσεις μέχρι του χρόνου παραγραφής διορίστηκαν ως πρόεδροι και διευθύνοντες σύμβουλοι της ΤΡΑΙΝΟΣΕ.
Λίγες ώρες αργότερα από την Εισαγγελία Λάρισας ασκήθηκαν κακουργηματικές διώξεις σε τέσσερα πρώην ανώτατα στελέχη του ΟΣΕ, μεταξύ των οποίων «εκλεκτοί» της κυβέρνησης Μητσοτάκη και του πρώην υπουργού Μεταφορών Κώστα Αχ. Καραμανλή. Οι διώξεις ασκήθηκαν σε δύο πρώην προέδρους και διευθύνοντες συμβούλους του ΟΣΕ, έναν πρώην διευθύνοντα σύμβουλο και ένα εκτελεστικό μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού, οι οποίοι καλούνται σε απολογία στις 5 Σεπτεμβρίου.
Οι τέσσερις νέοι κατηγορούμενοι διώκονται για το κακούργημα της διατάραξης ασφάλειας των συγκοινωνιών και για τα πλημμελήματα της ανθρωποκτονίας, της βαριάς σωματικής βλάβης και ελαφράς σωματικής βλάβης από αμέλεια κατά συρροή, διά παραλείψεως.
Η δίωξή τους σχετίζεται με τη μη διασφάλιση συντήρησης των συστημάτων ασφαλείας, όπως το ψηφιακό σύστημα επικοινωνίας GSM-R και η σηματοδότηση. Ο ένας από τους πρώην προέδρους του ΟΣΕ κατηγορείται επιπλέον για παράβαση καθήκοντος, καθώς ενέκρινε τη μετάθεση του 59χρονου σταθμάρχη στη συγκεκριμένη θέση, τη στιγμή που υπερέβαινε το όριο ηλικίας που είχε τεθεί από τον ΟΣΕ στη σχετική προκήρυξη.
Μέχρι χθες κατηγορούμενοι για την υπόθεση αντιμετωπίζοντας κακουργήματα ήταν ο μοιραίος σταθμάρχης, οι δύο απογευματινοί σταθμάρχες, ο επιθεωρητής του ΟΣΕ Λάρισας, που είχε ορίσει τον άπειρο μοιραίο σταθμάρχη μόνο του στη νυχτερινή βάρδια, ο γενικός διευθυντής της Γενικής Διεύθυνσης Δικτύου του ΟΣΕ και ο προκάτοχός του, ο διευθυντής της Διεύθυνσης Σιδηροδρομικών Συστημάτων, ο διευθυντής της Διεύθυνσης Συντήρησης Η/Μ Συστημάτων & Ηλεκτροκίνησης και ο προκάτοχός του.
Την ίδια ώρα, με τη συμπλήρωση έξι μηνών από την εθνική τραγωδία στα Τέμπη, εξοργισμένοι εμφανίζονται στα social media συγγενείς των θυμάτων, οι οποίοι καταγγέλλουν κυβερνητική συγκάλυψη, τονίζοντας ότι τα θύματα δεν είναι «αριθμοί». Ο Βαγγέλης Βλάχος, που έχασε τον αδερφό του, Βάιο, στο δυστύχημα των Τεμπών, με ανάρτησή του στο twitter αναφέρει: «Τι έγινε; Τα ξεχάσατε τα Τέμπη; Αύριο, έξι μήνες μετά, δεν θα έχει πορείες, δεν θα έχει συμβολικές δράσεις και απεργίες απέναντι σε αυτήν την εγκληματική κυβέρνηση, της οποίας τα ψέματα καταρρίπτονται το ένα μετά το άλλο από την πραγματικότητα. Φαντάζομαι ότι για πολλά κόμματα όλες αυτές οι δράσεις είχαν νόημα προεκλογικά», επισημαίνοντας πως μόνο η Ελληνική Λύση έστειλε στη Βουλή πρόταση για εξεταστική επιτροπή για τα Τέμπη, αμέσως μετά τις εκλογές.
Η Κατερίνα Βουτσινά, που επίσης έχασε τον αδερφό της, κάνει λόγο για συγκάλυψη τρομακτικών διαστάσεων. «Η κυβερνητική συγκάλυψη είναι τρομακτικών διαστάσεων, απλά δεν μπορώ να αναφέρω αυτό το διάστημα τα τεκταινόμενα» αναφέρει, επισημαίνοντας πως «αν λειτουργούσε η τηλεδιοίκηση, έστω και χωρίς ETCS, με στελεχωμένη επίβλεψη, θα μπορούσε να αποτραπεί το φονικό». Αφήνει, δε, αιχμές για την επιλεκτική άρση των τηλεφωνικών επικοινωνιών αλλά και για τη διαγραφή των δεδομένων του καταγραφικού, με αποτέλεσμα να εξαφανιστούν στοιχεία σχετικά με τις συνθήκες και τα αίτια του σιδηροδρομικού δυστυχήματος.